Κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, τον Οκτώβριο του 1912, η Καβάλα είχε καταληφθεί από τους Βουλγάρους οι οποίοι ήθελαν να την κρατήσουν πάση θυσία υπό την κυριαρχία τους για να διασφαλίσουν την πρόσβασή τους στο Αιγαίο. Το ελληνικό στρατηγείο, από την πλευρά του, επιζητούσε την κατάληψη της Καβάλας για να εκδιώξει από την ευρύτερη περιοχή του Παγγαίου τους Βουλγάρους και να διευκολύνει έτσι τις επιχειρήσεις στην Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη.
Η Καβάλα ήταν από τα σημαντικότερα εμπορικά λιμάνια του μακεδονικού χώρου, και το ελληνικό στοιχείο –που αποτελούσε το 45% του πληθυσμού της– διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην οικονομική ζωή της πόλης.
Με την έναρξη του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου (16 Ιουνίου 1913), ο ελληνικός στόλος απέκλεισε τις ακτές της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης, από τις εκβολές του Στρυμόνα, δυτικά, έως τον Αίνο (περιοχή πέρα από τον Έβρο), ανατολικά. Στις 18 Ιουνίου τα ελληνικά πολεμικά πλοία ήταν αγκυροβολημένα στην περιοχή της Ασπροβάλτας για να παρέχουν υποστήριξη στην 7η Μεραρχία, που επιχειρούσε στην ευρύτερη περιοχή των Σερρών. Η προς τα βορειανατολικά προέλαση της 7ης Μεραρχίας κατέστησε άσκοπη την παραμονή του στόλου εκεί, και στις 22 Ιουνίου κατέπλευσε στον Λιμένα της Θάσου.
Την επομένη, 23 Ιουνίου, τμήμα του ελληνικού στόλου έλαβε διαταγή να κάνει παραπλανητικές διελεύσεις μπροστά από το λιμάνι της Καβάλας. Το θωρηκτό «Ύδρα» και (κενά) μεταγωγικά πλοία διέρχονταν επανειλημμένα μπροστά από το λιμάνι και έδιναν την εντύπωση στους Βουλγάρους ότι οι Έλληνες θα πραγματοποιήσουν απόβαση στην Κεραμωτή, απέναντι από τη Θάσο. Φοβούμενοι το ενδεχόμενο αυτό, οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν την πόλη στις 25 Ιουνίου και κατευθύνθηκαν προς τα βόρεια.
Στις 26 Ιουνίου 1913 τα αντιτορπιλικά «Δόξα», «Πάνθηρ» και «Ιέραξ» αποβίβασαν αγήματα και απελευθέρωσαν την Καβάλα χωρίς αντίσταση, «εν μέσω εξάλλου ενθουσιασμού των κατοίκων», όπως έγραψε ο Τύπος της εποχής.
Κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο ήταν η πρώτη επιχείρηση του ελληνικού πολεμικού ναυτικού που «έπαιζε» άνευ αντιπάλου στο Αιγαίο, καθώς οι Βούλγαροι δεν είχαν πλοία στο Αιγαίο και ο οθωμανικός στόλος ήταν κλεισμένος στα Στενά.
Η ενσωμάτωση της πόλης στο ελληνικό κράτος κρίθηκε οριστικά στο διπλωματικό πεδίο, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (17-28 Ιουλίου 1913). Οι Βούλγαροι έδωσαν σκληρή μάχη για να ανακτήσουν την Καβάλα, έχοντας την υποστήριξη της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας. «Η Ελλάδα διαθέτει τόσα λιμάνια, ώστε να μην γνωρίζει πώς θα τα χρησιμοποιήσει. Θα λάβει τη Θεσσαλονίκη. Ανατολικά της Θεσσαλονίκης, μόνο η Καβάλα είναι δυνατόν να αποτελέσει ένα αξιόλογο λιμάνι. Το Ντεντέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) δεν αξίζει τίποτε. Είναι δίκαιο η Βουλγαρία να έχει ένα λιμάνι στη θάλασσα του Αιγαίου» τόνιζε o υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Σαζόνοφ προς τον Γάλλο πρεσβευτή στη Ρωσία Τεοφίλ Ντελκασέ.
Την πλάστιγγα υπέρ των ελληνικών θέσεων θα γείρει τελικά ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος, η αδελφή του οποίου, Σοφία, είχε παντρευτεί τον βασιλιά Κωνσταντίνο.
- Πληροφορίες: sansimera.gr.
- Πηγή εικονογράφησης: balkanwars.gr.