Βαθιά ερωτευμένος με τη λύρα του υπήρξε ο ποντιακής καταγωγής Βασίλης Σεραλίδης, που «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών, αφήνοντας πίσω του την αγάπη του για τη μουσική και μία συναισθηματική μνήμη άρρηκτα συνδεδεμένη με τους ήχους που έβγαιναν κάθε φορά που άγγιζε την κεμεντζέ του. Τον Ιούνιο, νοσηλευόταν στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, όπως είχε αναφέρει σε ανάρτησή της στο Facebook, η κόρη του.
«Όταν με ρωτούν από πότε παίζω λύρα, τους απαντάω ότι και στην… κοιλιά της μάνας μου λύρα έπαιζα. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, θυμάμαι ως πρώτη εικόνα μια κρεμασμένη λύρα, την οποία άρχισε να παίζει ο πατέρας μου, και τη μητέρα μου να τον συνοδεύει τραγουδώντας ποντιακά. Η λύρα ήταν και το πρώτο πράγμα που άγγιξα, βρέφος ακόμα. Είμαι ερωτευμένος με τη λύρα».
Τα ανωτέρω είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο pontosnews. Αν μη τι άλλο, καταδεικνύουν τη σύνδεσή του με τη λύρα, που οφείλεται και στο οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε. Και προσδιορίζουν τη μετέπειτα ζωτικής σημασίας ενασχόλησή του με το μουσικό όργανο, που ακόμη και το άγγιγμα σε αυτό ήταν ικανό να δώσει δύναμη και να πυροδοτήσει τη μνήμη.
Ποιος ήταν ο Βασίλης Σεραλίδης
Ο Βασίλης Σεραλίδης γεννήθηκε στο Οχυρό Δράμας· ο πατέρας του καταγόταν από το Αργάλι Τραπεζούντας και η μητέρα του μέσα από την Τραπεζούντα.
Όσο για την οικογένειά του, από την οποία και πήρε τα πρώτα του μαθήματα σε ηλικία μόλις 6 ετών, ήταν γνωστή τόσο στο χωριό που γεννήθηκε, όσο και στην ευρύτερη περιοχή των πολλών ποντιακών χωριών του Κάτω Νευροκοπίου.
Η ενασχόληση με τη λύρα ήταν στις πρώτες του προτεραιότητες. Αυτό άλλαξε στα 18 του χρόνια και για διάστημα 14 χρόνων, περίοδος κατά την οποία εργαζόταν σκληρά στη Γερμανία, οπότε και λόγω της καθημερινής βιοπάλης και της έλλειψης χρόνου δεν είχε τον επιθυμητό για την αγαπημένη του λύρα.
Οπόταν επέστρεψε στην Ελλάδα και παράλληλα με την εργασία του ως τεχνικός σε εργοστάσια, ξεκίνησε την επαγγελματική ενασχόλησή του με τη λύρα, στη Θεσσαλονίκη, μέχρι τα 65 του, οπότε και αποσύρθηκε. Με ευχαρίστηση όμως συνέχισε να παίζει, όποτε τον καλούσαν.
«Όταν παίζω λύρα δίνω και την ψυχή μου, και γι’ αυτό με ζητάει ο κόσμος. Αν βρεθώ σε ένα καφενείο ή οπουδήποτε αλλού και αρχίσω να παίζω, θα σηκωθούν όλοι να χορέψουν. Εκτός από ποντιακά τραγούδια, με τη λύρα μπορώ να παίξω ζεϊμπέκικα, ακόμα και συρτάκι», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά, σε παλαιότερη συνέντευξή του στο pontosnews.
Αναμνήσεις μιας ζωής, μεταξύ αυτών ταξίδι στη Μικρά Ασία με τον Φάρο Ποντίων Θεσσαλονίκης του οποίου υπήρξε μέλος, όπως και τα δύο του μεγάλα παράπονα, εξιστορούνται στη συνέντευξη που είχε δώσει στο pontosnews και τον Ρωμανό Κοντογιαννίδη, εδώ.