Με πρωτόγνωρους πόρους θα βρεθεί η Ελλάδα για λίγα χρόνια. Το περίπου 17% του ΑΕΠ που θα λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα είναι, παρά τα νέα προβλήματα που φέρνει ο πόλεμος στην Ουκρανία, μια, πιθανόν τελευταία, ευκαιρία για να ισχυροποιηθεί η οικονομία μέσω επενδύσεων που θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν δύο χρόνια πριν. Και, ταυτόχρονα, να επανέλθει πλήρως η εμπιστοσύνη σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, από μελέτη της διαΝΕΟσις, την οποία παρουσιάζει αποκλειστικά το ΑΠΕ- ΜΠΕ. Και μπορεί το Ταμείο Ανάκαμψης να «γεννήθηκε» για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας, ωστόσο αποτελεί μια πολύ διαφορετική προσέγγιση από εκείνη της αμέσως προηγούμενης κρίσης του ευρώ, και ταυτόχρονα είναι ένας μηχανισμός που παραμένει επίκαιρος στη νέα ενεργειακή κρίση του πολέμου, καθώς δίνει ιδιαίτερο βάρος στην ενεργειακή μετάβαση.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα συγκεντρώνει κάποιες ιδιαιτερότητες σχετικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, οι οποίες την καθιστούν μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Είναι ταυτόχρονα μια ευρωπαϊκή χώρα με αρκετές φτωχές περιφέρειες, αλλά, επιπλέον, λόγω κυρίως της εξάρτησής της από τον τουρισμό, η οικονομία υπέφερε πολύ από την πανδημία- η ύφεση του 2020 (9% του ΑΕΠ) είναι συγκρίσιμη με τις πιο «σκοτεινές» ημέρες της κρίσης την προηγούμενη δεκαετία. Συνεπώς, καθώς αυτά είναι τα βασικά κριτήρια κατανομής των κονδυλίων, υπολογίζεται, με τα σημερινά δεδομένα, ότι η χώρα θα λάβει περίπου 30 δισ. ευρώ. Επιπλέον, σύμφωνα με τα μοντέλα προσομοιώσεων που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις αρχές Μαρτίου, το πρόγραμμα Next Generation EU (το οποίο σχεδόν ταυτίζεται με το Ταμείο Ανάκαμψης) θα προσθέσει με άμεσους και έμμεσους τρόπους 3,5 μονάδες στο ελληνικό ΑΕΠ για το διάστημα 2021- 2026, το μεγαλύτερο μεταξύ των κρατών- μελών.
Από τους πόρους που θα λάβει η χώρα από το Ταμείο, τα 18 δισ. ευρώ θα είναι χρηματοδότηση και τα 12 δισ. ευρώ δάνεια. Η Ελλάδα, σε αντίθεση με τη μεγάλη πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν καταθέσει σχέδιο (19 από τις 26 χώρες δεν έχουν ζητήσει καθόλου δάνεια), ζήτησε εξαρχής το σύνολο των δανείων που μπορεί να αιτηθεί.
Το ελληνικό σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου ήταν το δεύτερο κατά σειρά (μετά της Πορτογαλίας) που κατατέθηκε για αξιολόγηση στην Κομισιόν τον Απρίλιο πέρυσι και το τρίτο που εγκρίθηκε τον Ιούνιο. Το ελληνικό σχέδιο περιγράφεται στην αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως «μεσαίας ποιότητας», όπως όλα ανεξαιρέτως τα σχέδια που έχουν εγκριθεί έως τώρα. Ωστόσο, η έκθεση της Standard & Poor’s, η οποία συνόδευε την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας τον προηγούμενο μήνα, αναφερόταν θετικά στο ελληνικό σχέδιο αξιοποίησης των πόρων και στο πώς επηρεάζει τις προοπτικές της οικονομίας τα επόμενα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, η χώρα έχει ήδη εισπράξει προχρηματοδότηση ύψους 4 δισ. ευρώ τον Αύγουστο, καθώς και την πρώτη πληρωμή ύψους 3,6 δισ. ευρώ εκατομμυρίων. Αποτελεί μία από τις πέντε χώρες που έχουν εισπράξει την πρώτη πληρωμή έως στιγμής, ενώ μία από αυτές, η Ισπανία, έχει καταθέσει αίτημα και για τη δεύτερη πληρωμή.