Με μεγάλη προσοχή παρακολουθεί η επιστημονική κοινότητα στην Ελλάδα την ευλογιά των πιθήκων, με την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών να συστήνει επιλεκτικό εμβολιασμό, μόνο σε όσους έρθουν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα και εντός τεσσάρων ημερών μετά την έκθεσή τους στον κίνδυνο μόλυνσης.
Προληπτικός εμβολιασμός συστήνεται όσους εργάζονται σε χώρους με αυξημένο επαγγελματικό κίνδυνο έκθεσης, όπως είναι τα ερευνητικά εργαστήρια. Η Επιτροπή τονίζει ότι ένδειξη μαζικού εμβολιασμού δεν υπάρχει, λόγω των επιδημιολογιών και κλινικών χαρακτηριστικών της νόσου.
Σε κάθε περίπτωση, το Διαγνωστικό Τμήμα και το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς Ιλαράς και Ερυθράς του Ινστιτούτου Παστέρ είναι σε ετοιμότητα. Μάλιστα, ο διευθυντής του Εργαστηρίου δρ Μανόλης Αγγελάκης δίνει πληροφορίες για τη μετάδοση, τα συμπτώματα και τη διάγωνση.
Μετάδοση
Η ευλογιά των πιθήκων είναι μια ζωονόσος με τυχαίες ανθρώπινες λοιμώξεις που εμφανίζονται συνήθως σε δασικές περιοχές της Κεντρικής και Δυτικής Αφρικής. Προκαλείται από τον ιό της ευλογιάς των πιθήκων που ανήκει στην οικογένεια των ορθοποξικών ιών (Orthopoxvirus). Τα βασικά υπόδοχα (reservoirs) παραμένουν άγνωστα, αν και είναι πιθανό να βρίσκoνται στα τρωκτικά.
Η επαφή με ζωντανά και νεκρά ζώα μέσω του κυνηγιού και της κατανάλωσης κρέατος άγριων θηραμάτων είναι γνωστοί παράγοντες κινδύνου.
Η μετάδοση από ζώο σε άνθρωπο (ζωονοσογόνος) μπορεί να συμβεί από την άμεση επαφή με το αίμα, τα σωματικά υγρά, τις δερματικές πληγές ή τους βλεννογόνους μολυσμένων ζώων.
Η δευτερογενής –ή από άνθρωπο σε άνθρωπο– μετάδοση είναι σχετικά περιορισμένη. Η μόλυνση μπορεί να προκύψει από στενή επαφή με αναπνευστικές εκκρίσεις, δερματικές βλάβες ενός μολυσμένου ατόμου ή από πρόσφατα μολυσμένα αντικείμενα.
Η μετάδοση μέσω σταγονιδίων και αναπνευστικών σωματιδίων συνήθως απαιτεί παρατεταμένη πρόσωπο με πρόσωπο επαφή, η οποία θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας και τα μέλη των νοικοκυριών των ενεργών περιπτώσεων λοίμωξης.
Η μεγαλύτερη τεκμηριωμένη αλυσίδα μετάδοσης σε μια κοινότητα ήταν έξι διαδοχικές λοιμώξεις από άτομο σε άτομο. Η κάθετη –από τη μητέρα στο έμβρυο– μετάδοση μπορεί επίσης να συμβεί μέσω του πλακούντα (συγγενής ευλογιά των πιθήκων).
Συμπτώματα
Η περίοδος επώασης (διάστημα από τη μόλυνση έως την έναρξη των συμπτωμάτων) της ευλογιάς των πιθήκων είναι συνήθως από 6 έως 13 ημέρες αλλά, μπορεί να κυμαίνεται και από 5 έως 21 ημέρες.
Η μόλυνση μπορεί να χωριστεί σε δύο στάδια:
Το πρώτο στάδιο (διαρκεί 0-5 ημέρες) χαρακτηρίζεται από πυρετό, έντονο πονοκέφαλο, λεμφαδενοπάθεια (πρήξιμο των λεμφαδένων), πόνο στην πλάτη, μυαλγία (μυϊκοί πόνοι) και έντονη εξάντληση (έλλειψη ενέργειας). Η λεμφαδενοπάθεια είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της ευλογιάς των πιθήκων σε σύγκριση με άλλες ασθένειες που μπορεί αρχικά να εμφανίζονται με παρόμοια συμπτώματα (ανεμοβλογιά, ιλαρά, ευλογιά).
Στο δεύτερο στάδιο το εξάνθημα του δέρματος συνήθως εμφανίζεται μέσα σε 1-3 ημέρες από την εμφάνιση πυρετού. Το εξάνθημα τείνει να συγκεντρώνεται περισσότερο στο πρόσωπο και τα άκρα. Προσβάλλει δε το πρόσωπο (στο 95% των περιπτώσεων) και τις παλάμες των χεριών και τα πέλματα των ποδιών (στο 75% των περιπτώσεων).
Επίσης, επηρεάζονται οι στοματικοί βλεννογόνοι (στο 70% των περιπτώσεων), τα γεννητικά όργανα (30%), οι επιπεφυκότες (20%), καθώς και ο κερατοειδής.
Το εξάνθημα εξελίσσεται διαδοχικά από κηλίδες (βλάβες με επίπεδη βάση) σε βλατίδες (ελαφρώς ανυψωμένες σταθερές βλάβες), κυστίδια (βλάβες γεμάτες με διαυγές υγρό), φλύκταινες (βλάβες γεμάτες με κιτρινωπό υγρό) και κρούστες που στεγνώνουν και πέφτουν.
Το πλήθος των βλαβών κυμαίνεται από μερικές έως αρκετές χιλιάδες. Σε σοβαρές περιπτώσεις, οι βλάβες μπορεί να συνενωθούν μέχρι να απομακρυνθούν μεγάλα τμήματα του δέρματος.
Η ευλογιά των πιθήκων είναι συνήθως μια αυτοϊούμενη ασθένεια με τα συμπτώματα να διαρκούν από 2 έως 4 εβδομάδες.
Τα σοβαρά περιστατικά εμφανίζονται συχνότερα μεταξύ των παιδιών και σχετίζονται με την έκταση της έκθεσης στον ιό, την κατάσταση της υγείας του ασθενούς και τη φύση των επιπλοκών. Οι επιπλοκές της ευλογιάς των πιθήκων μπορεί να περιλαμβάνουν δευτερογενείς λοιμώξεις, βρογχοπνευμονία, σήψη, εγκεφαλίτιδα και μόλυνση του κερατοειδούς με επακόλουθη απώλεια όρασης.
Το ποσοστό θνησιμότητας έχει κυμανθεί μεταξύ 0 και 11% στο γενικό πληθυσμό και ήταν υψηλότερο μεταξύ των παιδιών μικρότερης ηλικίας.
Διάγνωση
Η κλινική διαφορική διάγνωση, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη, αφορά σε άλλες εξανθηματικές νόσους όπως ανεμοβλογιά, ιλαρά, βακτηριακές λοιμώξεις του δέρματος, ψώρα, σύφιλη και αλλεργίες σε φάρμακα.
Τα καλύτερα κλινικά δείγματα για τη διάγνωση της ευλογιάς των πιθήκων είναι από τις δερματικές βλάβες.
Τα δείγματα πρέπει να φυλάσσονται σε στεγνό, αποστειρωμένο σωληνάριο (χωρίς μέσα μεταφοράς ιού) και να διατηρούνται σε χαμηλή θερμοκρασία. Η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) είναι η προτιμώμενη εργαστηριακή εξέταση για τη διάγνωση δεδομένης της ακρίβειας και της ευαισθησίας της.
Η μοριακή εξέταση σε δείγματα αίματος δεν συνίσταται λόγω της μικρής διάρκειας της ιαιμίας.