Ανεκτίμητης αξίας τεχνουργήματα από τον πολιτισμό των Σκυθών (4ος αι. π.Χ.) φαίνεται να άρπαξαν Ρώσοι από το μουσείο της Μελιτόπολης, όπως κατήγγειλε ο δήμαρχος Ιβάν Φεντόροφ, ο οποίος είχε απαχθεί στα μέσα Μαρτίου.
Οι δηλώσεις έγιναν στην ουκρανική τηλεόραση, σύμφωνα με το ukrinform.net.
«Τα ορκ μάς άρπαξαν το χρυσό των Σκυθών. Δεν ξέρουμε πού τον πήγαν», δήλωσε χρησιμοποιώντας το φανταστικό ανθρωποειδές πλάσμα του Τόλκιν, με το οποίο πολλοί Ουκρανοί αναφέρονται στους Ρώσους εισβολείς.
Σε ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στο site του δήμου αναφέρεται ότι ο ρωσικός στρατός κατέλαβε το μουσείο της Μελιτόπολης και ότι κάποιοι υπέδειξαν πού είχαν κρυφτεί τα τεχνουργήματα που ανακαλύφθηκαν από τους αρχαιολόγους το 1954.
Η ουκρανική πλευρά καταγγέλλει ότι οι Ρώσοι τα αναζητούσαν με κάθε τρόπο, σε μία δεύτερη προσπάθεια οικειοποίησής τους, μετά από εκείνη που έγινε κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου.
Τα μοναδικά στο είδος τους χρυσά νομίσματα και κοσμήματα ήταν σε έναν από τους μεγαλύτερους σκυθικούς τύμβους που έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα, κοντά στη Γιουρόβκα της Μελιτόπολης. Τον ανακάλυψε τυχαία ένας ντόπιος, όταν έσκαβε για πηγάδι.
Ξεχωρίζει ένας γωρυτός (φαρέτρα) που απεικονίζει τη ζωή του Αχιλλέα – ήταν δώρο από τους Έλληνες και μέχρι σήμερα θεωρείται ένα από τα πιο πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα στην Ουκρανία. Το πρωτότυπο φυλάσσεται στο Μουσείο Ιστορικών Θησαυρών.
Δήλωση για το θέμα έκανε και η Λίνα Μενδώνη, σημειώνοντας ότι είναι λυπηρό το γεγονός ότι η βαρβαρότητα του πολέμου εκδηλώνεται με επιθέσεις στα μουσεία και σε ό,τι εκφράζει το ανθρώπινο πνεύμα και τον πολιτισμό.
«Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που η Ρωσία αντιμετωπίζει με αυτόν τον τρόπο τα έργα τέχνης. Επί δεκαετίες, έπειτα από την πτώση του ναζιστικού καθεστώτος, ο θησαυρός του Πριάμου από τις ανασκαφές του Σλίμαν μεταφέρθηκε στη Ρωσία για να αποκαλυφθεί πολλά χρόνια αργότερα, το 1993, στο Μουσείο Πούσκιν. Καταδικάζουμε απερίφραστα αυτές τις ενέργειες», πρόσθεσε.
Η ίδια σημειώνει ότι το τελευταίο Συμβούλιο υπουργών Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε συγκεκριμένα τη δημιουργία πλατφόρμας για τη συλλογή πληροφοριών για λεηλασίες και κλοπές πολιτιστικών αγαθών, τη δημιουργία «κόκκινης λίστας» για την αποτροπή της παράνομης διακίνησής τους, καθώς και την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη λήψη ad hoc νομικών και θεσμικών μέτρων.