Την «καλή» χοληστερίνη (HDL) με τη μείωση του κινδύνου για Αλτσχάιμερ συνδέει αμερικανική μελέτη, η πρώτη του είδους, από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Οι ερευνητές με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή Νευρολογίας Χουσέιν Γιασίν βρήκαν ότι όσο πιο αυξημένη η HDL τόσο καλύτερη είναι η υγεία του εγκεφάλου.
Για τις ανάγκες της μελέτης ελήφθησαν δείγματα αίματος και εγκεφαλονωτιαίου υγρού από 188 άτομα με μέση ηλικία τα 77 έτη. Στη συνέχεια οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε γνωστικά τεστ.
Όσοι είχαν υψηλότερα επίπεδα μικρών σωματιδίων HDL στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό είχαν καλύτερες επιδόσεις στα γνωστικά τεστ, ασχέτως από την ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο τους, και από το αν είχαν γενετικό υπόβαθρο υψηλού κινδύνου για Αλτσχάιμερ (γονίδιο ΑΡΟΕ4). Αυτή η συσχέτιση ήταν ακόμη πιο αισθητή σε όσους δεν είχαν καμία γνωστική εξασθένηση.
Πλέον οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι τα σωματίδια της «καλής» χοληστερίνης μπορούν να αποτελέσουν μελλοντικά το κλειδί για νέες θεραπείες που θα χορηγούνται έγκαιρα, προτού αρχίσει η ανεπίστρεπτη διαδικασία της έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών.
«Αυτό που βρήκαμε είναι ότι πριν από την εκδήλωση της γνωστικής εξασθένησης αυτά τα μικρά σωματίδια της HDL “λιπαίνουν” το σύστημα και το κρατούν υγιές. Πρέπει να κατανοήσουμε καλά τους μηχανισμούς που προάγουν την παραγωγή αυτών των σωματιδίων, ώστε να αναπτύξουμε φάρμακα που θα αυξάνουν τα μικρά σωματίδια της HDL στον εγκέφαλο», δήλωσε ο δρ Χουσέιν Γιασίν.
Μέχρι στιγμής η χοληστερίνη, ιδίως η «κακή», δηλαδή η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL), αποτελεί βασικό στόχο, καθώς τα αυξημένα επίπεδα της αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Τώρα η προσοχή μπορεί να στραφεί στον προστατευτικό ρόλο της «καλής» χοληστερίνης στην περίπτωση των νευροεκφυλιστικών παθήσεων.
«Τα μικρά σωματίδια στον εγκέφαλο μετρήθηκαν για πρώτη φορά. Αυτά μπορεί να εμπλέκονται στο καθάρισμα των πεπτιδίων που σχηματίζουν τις πλάκες αμυλοειδούς που βλέπουμε στο Αλτσχάιμερ. Συνεπώς εικάζουμε ότι μπορεί να υπάρχει ρόλος γι’ αυτά τα μικρά σωματίδια της HDL στην πρόληψη της νόσου», πρόσθεσε ο επικεφαλής της μελέτης.
Τα σωματίδια της HDL βοηθούν να σχηματιστεί το περίβλημα που μονώνει τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου προκειμένου να μπορούν να επικοινωνούν γρήγορα μεταξύ τους. Παίζουν επίσης ρόλο στην ανάπτυξη και επιδιόρθωση των νευρώνων, ενώ φαίνεται ακόμη να συμβάλουν στο να αποτραπεί η φλεγμονή στο φραγμό ανάμεσα στον εγκέφαλο και στο κυκλοφορικό σύστημα του αίματος, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε γνωστική εξασθένηση.
Αντιθέτως με τα περισσότερα σωματίδια της HDL στο αίμα, εκείνα στον εγκέφαλο είναι μικρότερα και χρειάζονται μία πρωτεΐνη (ApoE) για να επιτελέσουν το έργο τους. Ο ισχυρότερος γενετικός παράγοντας κινδύνου για Αλτσχάιμερ είναι το γονίδιο ΑΡΟΕ4, το οποίο αποτελεί μετάλλαξη ή παραλλαγή του γονιδίου APOE που κωδικοποιεί την ίδια πρωτεΐνη που χρησιμοποιούν τα σωματίδια της HDL στον εγκέφαλο.
«Γίνεται σταδιακά αντιληπτό ότι υπάρχουν περισσότερα πράγματα στη νόσο Αλτσχάιμερ από όσα γνωρίζουμε. Ίσως είναι εξίσου ενδιαφέρον να δούμε πώς τα λιπίδια όπως η HDL αλληλεπιδρούν με το αμυλοειδές ή πώς οι νεότερες θεραπείες της νόσου μπορούν να εστιαστούν όχι μόνο στο αμυλοειδές ή στην πρωτεΐνη ταυ, αλλά επίσης στα λιπίδια και στο ApoE», ανέφερε ο δρ Χουσέιν Γιασίν.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο Alzheimer‘s & Dementia: The Journal of the Alzheimer‘s Association.