Στο πρόσωπο του Ομάρ Σαρίφ ακτινοβολούσε η λάγνα Ανατολή. Τα αδρά χαρακτηριστικά του προσώπου του σε συνδυασμό με το φλογερό βλέμμα έκαναν εκατομμύρια γυναίκες να λυγίσουν στη γοητεία του – δεν είναι τυχαίο ότι την εποχή της ακμής του τη δεκαετία του ’60, πρωταγωνιστώντας στο Λόρενς της Αραβίας και στο Δόκτωρ Ζιβάγκο θεωρούνταν ένα από τα πιο… καυτά ονόματα του κινηματογράφου παγκοσμίως.
Γεννήθηκε στις 10 Απριλίου 1932 και θα μπορούσε να μείνει στην ιστορία ακόμη και αν είχε χάσει την ευκαιρία να παίξει στα επικά αριστουργήματα του Ντέιβιντ Λιν.
Αθεράπευτος γλεντζές, παθιασμένος με τον τζόγο –και ειδικά με το μπριτζ–, τα άλογα, το τσιγάρο και την καλή ζωή, ήταν ικανός να παρατήσει τα κινηματογραφικά πλατό για μια καλή παρτίδα χαρτιών με τον Σάχη της Περσίας, για ένα πάρτι στο Παρίσι, ή για ακόμη ένα μακροβούτι στο αλκοόλ με αντροπαρέα, όπως έκανε με τον Πίτερ Ο’ Τουλ στα διαλείμματα των γυρισμάτων του Λόρενς της Αραβίας.
Ο Φαρούκ και τα… ελληνικά
Ο Ομάρ Σαρίφ γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια και το πραγματικό του όνομα ήταν Μισέλ Γιουσέφ Ντιμίτρι Χαλούμπ. Η άνετη οικονομικά οικογένειά του –ο πατέρας του ήταν έμπορος ξυλείας– ανήκε σε μια μειονότητα καθολικών. Η πανέμορφη μητέρα του Κλερ Σααντά, με καταγωγή από τον Λίβανο, εργάστηκε ως αεροσυνοδός μετακόμισαν στο Κάιρο, ενώ είχε γίνει γνωστό ότι ο βασιλιάς της Αιγύπτου Φαρούκ ήταν συχνός επισκέπτης της οικογένειας.
Ο Ομάρ Σαρίφ αποφοίτησε από το Κολέγιο Βικτόρια της Αλεξάνδρειας όπου σπούδασε Φυσική και Μαθηματικά, ενώ ταυτοχρόνως ανέπτυξε την κλίση του στις ξένες γλώσσες μαθαίνοντας, εκτός από αραβικά, αγγλικά, γαλλικά και… ελληνικά.
Δούλεψε για μικρό διάστημα δίπλα στον πατέρα του στην οικογενειακή επιχείρηση ξυλείας, μέχρι μπήκε το μικρόβιο της υποκριτικής. Η πληροφορία ότι σπούδασε υποκριτική στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου διαψεύστηκε από την Ακαδημία, καθώς λίγα ιδιαίτερα μαθήματα ήταν μάλλον αρκετά.
Διάβολος της Ερήμου
Στο χώρο του σινεμά μπήκε το 1954 με φούρια, παίζοντας στο φιλμ Ο Φλογερός Ήλιος, και αμέσως μετά στον Διάβολο της Ερήμου – και οι δύο ταινίες του έδωσαν ώθηση για την τεράστια μετέπειτα καριέρα του.
Τον επόμενο χρόνο πρωταγωνίστηκε στο ρομάντζο Οι καλύτερες μέρες μας, δίπλα στη γνωστή Αιγύπτια ηθοποιό Φατέν Χαμαμά, την οποία ερωτεύτηκε σφόδρα. Για να την παντρευτεί ασπάστηκε τον ισλαμισμό και συνάμα άλλαξε το όνομά του σε Σαρίφ.
Το 1958 πρωταγωνίστησε στο δράμα Γκόχα, ο γιος της σκλάβας, μία ταινία που ήταν και το ντεμπούτο της Κλάουντιας Καρντινάλε. Με αυτή κέρδισε το βραβείο της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών.
Το έπος του Λόρενς
Ακολούθησαν ακόμη 12 ταινίες –αρκετές απ’ τις οποίες ήταν αξιόλογες–, μέχρι που ήρθε η πρόταση του φημισμένου Ντέιβιντ Λιν για το επικό πολεμικό δράμα Λόρενς της Αραβίας, ένα αριστουργηματικό φιλμ που αποτελεί από μόνο του κεφάλαιο για τον παγκόσμιο κινηματογράφο.
Ο Ομάρ Σαρίφ τότε δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα υπήρχε κόσμος που θα πήγαινε να δει μια τρίωρη ταινία που διαδραματίζεται στην έρημο, χωρίς την παρουσία γυναικών.
Χρόνια μετά θυμόταν ότι μόλις τον είδε ο Ντέιβιντ Λιν του είπε να πάει κατευθείαν στη σκηνή του μακιγιάζ και να βάλει ένα μουστάκι. Τελικά, κράτησε το δικό του, που σπανίως αποχωριζόταν.
Για την ερμηνεία του στην ταινία των 7 Όσκαρ είχε πει ότι «δεν ήταν ιδιαιτέρως καλός», μάλλον με υπερβολική αυστηρότητα και συστολή, και χωρίς να πρέπει να αποδείξει τίποτα για την αξία του.
Δόκτωρ Ζιβάγκο
Αντίθετη γνώμη είχε ο Ντέιβιντ Λιν, ο οποίος του έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο επίσης επικό δράμα Δόκτωρ Ζιβάγκο, μια ταινία-σταθμό για τον Ομάρ Σαρίφ.
Η υπερπαραγωγή του 1965 βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μπορίς Πάστερνακ· τα γυρίσματα κράτησαν πάνω από 10 μήνες και έγιναν έξω από τη Μαδρίτη, καθώς το βιβλίο ήταν απαγορευμένο στη Σοβιετική Ένωση.
Ο γόης Ομάρ Σαρίφ είναι απολαυστικός έχοντας δίπλα του την υπέροχη Τζούλι Κρίστι. Η ταινία προτάθηκε για 10 Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά πέντε, ενώ σύντομα χαρακτηρίστηκε κλασική.
Ένας θρίαμβος για τον ηθοποιό, που τον έκανε ένα από τα πιο εμπορικά ονόματα της μεγάλης οθόνης.
Η Μπάρμπαρα και ο μύθος του γυναικά
Ο Αιγύπτιος σταρ συνέχισε να πρωταγωνιστεί σε εμπορικές ταινίες, χωρίς ωστόσο να προσεγγίζουν την ποιότητα των ταινιών του Ντέιβιντ Λιν, αν και δεν πέρασαν απαρατήρητες οι εμφανίσεις του στη Νύχτα των στρατηγών του Ανατόλ Λίτβακ, στην Κοιλάδα του Μίσους και στο μιούζικαλ του μεγάλου Γουίλιαμ Γουάιλερ Ένα αστείο κορίτσι.
Στο τελευταίο φιλμ γνώρισε και ερωτεύτηκε τρελά την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ παρ’ ότι στην αρχή τον άφησε αδιάφορο – γι’ αυτόν τον έρωτα δέχθηκε επιθέσεις διότι αυτός, ένα σύμβολο του αραβικού κόσμου, συνδέθηκε με μία εβραία.
Ταυτοχρόνως, στα μεγάλα διαλείμματα από τα πλατό ανέπτυξε την τεχνική του στο μεγαλύτερό του πάθος, το μπριτζ, αλλά και στον τζόγο, στην καλή ζωή και τις γυναικείες περιπέτειες.
Εν αντιθέσει όμως με τη γενική πεποίθηση, ο Ομάρ Σαρίφ δεν ήταν λάτρης του… ποδόγυρου και όταν πια είχε μπει στα βαθιά γεράματα αποκάλυψε ότι ο «μύθος του εραστή» ήταν απλώς μύθος. Και αυτό διότι όπως είχε πει δεν είχε πάει με περισσότερες από δέκα γυναίκες σε ολόκληρη τη ζωή του.
Παίρνοντας αποστάσεις από το σινεμά έκανε μία δυναμική επανεμφάνιση το 2003, πρωταγωνιστώντας στο εξαίρετο δράμα Ο κύριος Ιμπραήμ και τα λουλούδια του Κορανίου. Αυτή είναι ίσως την πιο μεστή ερμηνεία της ζωής του, για την οποία θα βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας και με το βραβείο Σεζάρ.
Το τελευταίο τσιγάρο
Τα πρώτα προβλήματα με την υγεία του εμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Υπεβλήθη σε εγχείρηση τριπλού μπαϊπάς, ενώ υπέστη και ελαφρύ καρδιακό επεισόδιο το 1994, κάτι που τον ανάγκασε να κόψει μία ακόμη αγαπημένη του απόλαυση, το τσιγάρο – κάπνιζε τρία πακέτα μέχρι τότε.
Όμως, τα χειρότερα έμμελε να έρθουν αργότερα, καθώς τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από Αλτσχάιμερ, όπως είχε αποκαλύψει ο μοναχογιός του Τάρεκ Ελ Σαρίφ.
Πέθανε στις 10 Ιουλίου 2015 στο Κάιρο από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 83 ετών. Το 2006 είχε ανακοινώσει την απόσυρσή του από τα κινηματογραφικά πλατό λέγοντας ότι δεν είναι πλέον καλός στη δουλειά: Την ηθοποιία μέσα απ’ την οποία μετέφερε την ανεξίτηλη γοητεία της λαγγεμένης Ανατολής και το πάθος για τη ζωή.
- Αναδημοσίευση ΑΠΕ-ΜΠΕ / Χάρης Αναγνωστάκης.