Μετά από τέσσερις διαδοχικές διακοπές της δίκης για τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, ο Γιάννης Τοπαλούδης και η Κούλα Αρμουτίδου κατέθεσαν στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο.
Ο πατέρας της φοιτήτριας περιγράφοντας πώς έμαθε ότι το παιδί του δεν ζει, είπε: «Με πήρε τηλέφωνο ένας αστυνομικός συγγενής μας, από το Τμήμα Διδυμοτείχου όπου είχαμε δηλώσει εξαφάνιση και πήγα εκεί. Αμέσως κατάλαβα. Είδα το βλέμμα συμπόνιας στους αστυνομικούς και τα δακρυσμένα μάτια. Εκεί έπεσε όλος ο κόσμος μου, ήρθε ένα απόλυτο κενό στη ψυχή μου. Όταν γύρισα σπίτι δεν μπορούσα να πω κάτι, απλά έκανα ένα απλό νεύμα».
Συνεχίζοντας ζήτησε συγγνώμη για τις φορές που δεν μπορεί να συγκρατήσει την έντασή του, ούτε ο ίδιος ούτε η σύζυγός του. «Θα ζητήσω να υπάρχει μία δικαιολογία για τη μάνα της Ελένης. Εγώ θα σταθώ στο γεγονός ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα να υπάρχει νομική εκπροσώπηση των κατηγορουμένων, ωστόσο θα πρέπει η ελληνική πολιτεία να βλέπει και τις οικογένειες των θυμάτων και να προχωρούν οι διαδικασίες πιο γρήγορα» ανέφερε.
Περιέγραψε πώς δεν άντεξε να μπει στο νεκροτομείο για να δει το φρικτά κακοποιημένο σώμα της κόρης του και τι αντίκρυσαν όταν μπήκαν στο φοιτητικό διαμέρισμα: «Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν πως το πλυντήριο ήταν ακόμα αναμμένο. Είχε αποτσίγαρα και στο τραπέζι κάποιες τσιχλίτσες. Πήρα όλα τα πράγματα της, ήταν οι αναμνήσεις μας. Πήρα ακόμα και τα φρούτα που είχε αγοράσει διότι τα είχε πάρει για τον εαυτό της, και τα έριξα μέσα στο τάφο. Δεν ήθελα να αφήσω τίποτα που ήταν της Ελένης.
»Στο αεροπλάνο σκεφτόμουν να ανέβει λίγο πιο ψηλά μπας και το άψυχο σώμα της Ελένης συναντήσει την ψυχή της και ζωντανέψει ξανά. Το τραγικότερο δράμα που μπορεί να ζήσει ένας γονιός να συνοδέψει το παιδί του στην τελευταία κατοικία. Εύχομαι σε όλους να έχουν ένα πιο μικρό σταυρουδάκι να κουβαλούν. Σε εμάς δυστυχώς έτυχε αυτός ο σταυρός».
Ο Γιάννης Τοπαλούδης κατέθεσε θυμωμένος ότι είναι σίγουρος πως στο σπίτι όπου κακοποιήθηκε σεξουαλικά η κόρη του (και το οποίο ανήκει στον Ροδίτη κατηγορούμενο) είχαν πάει και άλλες κοπέλες. «Η Ελένη αντιστάθηκε γι’ αυτό συνέβη όλο αυτό. Αν δεν ήταν Ελένη μας θα ήταν κάποιο άλλο κοριτσάκι. Για εμάς οι γονείς των κατηγορουμένων είναι οι ηθικοί αυτουργοί και της δολοφονίας της Ελένης και των ίδιων τους των παιδιών. Εξαφάνισαν από το σπίτι οτιδήποτε έπρεπε να εξαφανιστεί, στρώμα, κινητά, κ.ά. Και η γιαγιά και ο θείος άκουγαν τις κραυγές τρόμου της κόρης μας. Το παιδί μας σπάραζε και αυτοί έκαναν τους κουφούς», τόνισε.
Η Κούλα Αρμουτίδου είπε από τη μεριά της ότι μετά από 40 μήνες και 3 ημέρες δεν έχει καταφέρει να πάει στο σχολείο όπου διδάσκει. «Απ’ όταν το μάθαμε δεν θυμάμαι τίποτα. Μόνο ένα σκοτάδι, κενό. Μόνο τη λακκούβα που ανοίξανε θυμάμαι, το χαντάκι», ανέφερε.
Κατά την ακροαματική διαδικασία υπήρξε και πάλι ένταση, λόγω των ερωτήσεων που έκανε ο συνήγορος του Ροδίτη στους γονείς, σχετικά με τις επικοινωνίες που είχαν με την Ελένη, τα χρήματα που της έστελναν και τη μεταξύ τους σχέση. «Τι είναι αυτά που λες, δεν ντρέπεσαι; Είναι ελεεινός, δεν τον αντέχω! Χάνω το παιδί μου και με τι ασχολείσαι;» φώναξε κάποια στιγμή η Κούλα Αρμουτίδου.
Στη δική της κατάθεση η πραγματογνώμονας της ΕΛΑΣ που μπήκε στο σπίτι του Ροδίτη περιέγραψε ότι υπήρχαν κηλίδες αίματος σε διάφορα σημεία αλλά και ότι κάποιος είχε πάει και είχε καθαρίσει.