Ο βίαιος ξεριζωμός ανθρώπων από τον Πόντο, τη Μικρασία, τη Θράκη και τον Καύκασο, από το 1916 έως το 1924– και η έλευσή τους στη Θεσσαλονίκη, δημιούργησε μια σειρά σημαντικών προκλήσεων σε ζητήματα υγείας στην πόλη. Η επίλυσή τους «πέρασε» μέσα από τις υπάρχουσες δομές υγείας αλλά και τα προσφυγικά νοσοκομεία που δημιουργήθηκαν, ως αποτέλεσμα της αύξησης του πληθυσμού με την έλευση των προσφύγων.
Για την περίοδο αυτή, τα θέματα υγείας των προσφύγων αλλά και τις υγειονομικές δομές που τους υποδέχθηκαν μίλησε η ιστορικός του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού (ΙΑΠΕ) Ελένη Ιωαννίδου, στο ειδικό ιστορικό επετειακό αφιέρωμα που έγινε στο πλαίσιο του 11ου Επιστημονικού Συνεδρίου του Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
«Αυτό που έλαβε χώρα ήταν ένας αγώνας για την υγεία και την επιβίωση στη Θεσσαλονίκη…», είπε, εξηγώντας ότι με την έλευση των προσφύγων ουσιαστικά, έως το 1922, διπλασιάστηκε ο πληθυσμός της πόλης και άρα πιέστηκε πολύ το σύστημα υγείας.
Οι ασθένειες που γονάτιζαν τους πρόσφυγες και τα νέα προσφυγικά νοσοκομεία
Η ελονοσία ήταν «στην πρώτη θέση σε όλη τη Μακεδονία», στις αιτίες θανάτου ανάμεσα στους πληθυσμούς των προσφύγων τη διετία 1922-1923. Ασθένειες όπως «η φυματίωση, η πνευμονία, η διάρροια, ο μελιταίος πυρετός, η ευλογιά, η οστρακιά, ο τυφοειδής πυρετός, η δυσεντερία αλλά και η γρίπη» θέριζαν κόσμο.
Αναφερόμενη σε όλες τις υποδομές που δημιουργήθηκαν μετά την άφιξη των αρχικά 110.000 θυμάτων της Μικρασιατικής Καταστροφής –από το 1916 έως το 1924, αυξήθηκαν στις 355.000 πρόσφυγες από τη Μικρασία, τη Θράκη, τον Καύκασο και τον Πόντο–, τόνισε πως η ίδια ξεχωρίζει το Δημόσιο Λοιμοκαθαρτήριο ή Απολυμαντήριο, που βρισκόταν στην περιοχή της Αρετσούς αλλά και το «σημαντικότερο και μακροβιότερο νοσοκομείο» από όσα δημιουργήθηκαν, το Κεντρικό Νοσοκομείο Προσφύγων, το σημερινό «Γεώργιος Γεννηματάς».
Τα παιδιά ήταν τα πιο ευάλωτα σε μια περίοδο μάλιστα στην οποία οι γεννήσεις είχαν μειωθεί δραματικά.
Οι πρόσφυγες ήταν «άποροι, άρρωστοι και ψυχικά κλονισμένοι» αφού είχαν φτάσει «ταλαιπωρημένοι, στοιβαγμένοι σε κάρα» και «…στην Θεσσαλονίκη τους περίμενε η αστεγία». Χρειάστηκε να ζήσουν σε παραπήγματα και παράγκες που είχαν απομείνει από τις Δυνάμεις της Αντάντ και τα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στις αρχές 1923 ιδρύθηκαν, όπως ανέφερε η Ελένη Ιωαννίδου τρία επιπλέον προσφυγικά νοσοκομεία πέρα από τις δομές υγείας που υπήρχαν, νοσοκομεία που δημιουργήθηκαν εκείνη την περίοδο στη Θεσσαλονίκη και έδωσαν μεν λύσεις. Είχαν όμως την δυνατότητα να περιθάλψουν μόνον έναν μικρό αριθμό προσφύγων με το νοσοκομείο Καλαμαριάς να έχει μια σημαντικότατη συμβολή. Δομές άμεσης ανάγκης που έπρεπε να καλύψουν υγειονομικές ανάγκες, λειτούργησαν όμως με τρόπο πρόχειρο σε επίπεδο υποδομών αφού «στεγάζονταν ακόμη και σε ξύλινα παραπήγματα, σε θαλάμους στρατευμάτων, κτήρια που είχαν μείνει από τον Α’ Π.Π.».
Η ταλαιπωρία των προσφύγων και το Απολυμαντήριο της Καλαμαριάς
«Πρόσφυγες έπρεπε να ζήσουν ενώ σκεπάζονται με τσουβάλια, σε χώρους με τρύπιες στέγες που έσταζαν, χώρους με ζέστη το καλοκαίρι και κρύο το χειμώνα, ενώ τα τρωκτικά και τα έντομα τους ταλαιπωρούσαν. Ζεσταίνονταν με μαγκάλια και είχαν φως από καντήλια, με πυρκαγιές που συχνά ξεσπούσαν. Ακόμη και το 1924, περίπου 12.000 άτομα ζούσαν έτσι στην Καλαμαριά», ανέφερε η ιστορικός. Συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες που οδηγούσαν σε επιδείνωση της υγείας των προσφύγων αφού και οι ποσότητες φαγητού ήταν μικρές και η έλλειψη φαρμάκων και ιατρικού προσωπικού αισθητή.
«Στους εννέα μήνες από τον Οκτώβριο του 1922 μέχρι τον Μάιο του 1923 το ποσοστό θνητότητας στους πρόσφυγες ήταν διπλάσιο από εκείνο στους γηγενείς πληθυσμούς», σημείωσε.
Τα μέτρα που τέθηκαν σε ισχύ ήταν επίσης σκληρά για την προστασία των πληθυσμών. «Εφαρμόστηκε και περιορισμός, καραντίνα δηλαδή σε καταυλισμούς ενώ η χρήση του Απολυμαντήριου της Καλαμαριάς ήταν έντονη. Τα ρούχα σε κλίβανο, η αποψίλωση, όλα αυτά ήταν και μια έντονη εμπειρία για τους πρόσφυγες, μια κατάσταση που φαινόταν πως ξεπερνούσε τις δυνατότητες μια χώρας χρεοκοπημένης», σημείωσε η ιστορικός του ΙΑΠΕ που τόνισε πως ειδικά την συγκεκριμένη περίοδο στις δράσεις υγειονομικού τύπου πρωτοστάστησε ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός.
Τα δύο μεγάλα ξύλινα παραπήγματα του Απολυμαντήριου χρησιμοποιούνταν αφενός ώστε στο ένα να απολυμαίνονταν σε κλίβανο ρούχα, σκεύη, τα κλινοσκεπάσματα που χρησιμοποιούσαν οι πρόσφυγες, αφετέρου να περάσουν οι ίδιοι διαδικασία απολύμανσης και αποφθειρίασης, να κουρευτούν και να κάνουν μπάνιο με είδη καθαρισμού. Μια διαδικασία ταπεινωτική, «επώδυνη ψυχικά» για τους πρόσφυγες.
Για την προστασία της ζωής και της δημόσιας υγείας όμως εκείνη την περίοδο σημαντικότατη ήταν και η συνεισφορά του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και του μεγάλου εμβολιαστικού προγράμματος στο οποίο πρωτοστάτησε για την αποφυγή εμφάνισης επιδημιών.
Ένα πρόγραμμα που εκτελέστηκε μάλιστα με μεγάλη αυστηρότητα στους προσφυγικους οικισμούς και «…με απειλή ποινών για τους πρόσφυγες που δεν συμμορφώνονταν».
Η υλοποίηση του εμβολιαστικού προγράμματος είχε σημαντικά αποτελέσματα στη μάχη για τον περιορισμό των ασθενειών και των θανάτων εκείνη την περίοδο.
- Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Σωτήρη Κυριακίδη.