Κάποιοι τον χαρακτηρίζουν ως τον «σύγχρονο Καζαντζίδη των Ποντίων». Πολλοί αγοράζουν μανιωδώς τους δίσκους του και τα CD του. Ακόμα και εκείνοι που δεν του έχουν ιδιαίτερη αδυναμία, παραδέχονται ότι διαθέτει μια εξαιρετική φωνή και ότι αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα –αν όχι το μεγαλύτερο– όνομα στο χώρο του ποντιακού τραγουδιού σήμερα.
Πάντα χαμογελαστός και ιδιαιτέρως προσιτός, ο Στάθης Νικολαΐδης υποδέχθηκε το pontosnews.gr στο σπίτι του στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης και άνοιξε την καρδιά του.
Θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια στο Καζακστάν και τον ερχομό της οικογένειάς του στην Ελλάδα. Μίλησε για τις στιγμές της καριέρας του που τον έχουν σημαδέψει, τα πρώτα βήματά του στον καλλιτεχνικό χώρο και για τις συνεργασίες του με ιερά τέρατα της ποντιακής μουσικής. Αναφέρθηκε στην τελευταία του καλλιτεχνική δουλειά, στους επόμενους στόχους του, αλλά και στο πώς βίωσε ψυχολογικά την πανδημία του κορονοϊού.
Δεν παρέλειψε να μιλήσει και για τον Στέλιο Καζαντζίδη – την αιτία και τη στιγμή της γνωριμίας τους, αλλά και το δεσμό ζωής που απέκτησαν όταν ο Στέλιος βάφτισε τη μικρότερη κόρη του Στάθη Νικολαΐδη, στην οποία, μετά από παρότρυνση του πατέρα, δόθηκε το όνομα της μητέρας του νονού, Γεσθημανή.
Συνολικά 45 χρόνια στο ποντιακό τραγούδι συμπληρώνει φέτος ο Στάθης Νικολαΐδης, ο οποίος, πέρα από δίσκους, CD και εμφανίσεις σε συναυλίες και χώρους διασκέδασης, «κόσμησε» με τη φωνή του ποντιακές θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες.
«Καλλίστου Πόντου» με τον Μιχάλη Καλιοντζίδη
Την παρουσίαση του τελευταίου του CDτο οποίο τιτλοφορείται Καλλίστου Πόντου και αποτελεί προϊόν συνεργασίας του με τον πασίγνωστο λυράρη Μιχάλη Καλιοντζίδη ετοιμάζει αυτήν την περίοδο ο Στάθης Νικολαΐδης.
«Το CD κυκλοφόρησε πριν από περίπου έναν μήνα από την εταιρεία ΒΑΣΙΠΑΠ. Η παρουσίασή του καθυστέρησε λίγο λόγω μαθημάτων που παραδίδει ο Μιχάλης Καλιοντζίδης, αλλά θα γίνει το επόμενο διάστημα. Περιλαμβάνει 12 καινούργια τραγούδια, στα οποία ο Μιχάλης έδωσε απολύτως παραδοσιακό χρώμα. Στηρίχθηκε σε κάποια ακούσματα από παλαιότερους, και όλα θυμίζουν Πόντο», λέει.
Μάλιστα σημειώνει ότι στα άμεσα σχέδιά του περιλαμβάνονται συναυλίες και εμφανίσεις σε χώρους διασκέδασης, με την τήρηση όλων των υγειονομικών μέτρων προστασίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
«Αναμφισβήτητα ο στόχος κάθε καλλιτέχνη είναι να κάνει ζωντανές εμφανίσεις, διότι αυτή είναι η ζωή του και με αυτό τον τρόπο μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματά του. Δυστυχώς ζούμε σε πολύ δύσκολους, σε χαλεπούς καιρούς για ολόκληρη την ανθρωπότητα, τόσο λόγω της πανδημίας όσο και εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Δυστυχώς για εμάς τους καλλιτέχνες δεν υπάρχουν εδώ και πολύ καιρό μεγάλα κέντρα διασκέδασης, αλλά μόνο κάποιοι μικροί χώροι. Οι παλαιότεροι από εμάς ξεκίνησαν στα καφενεία και τώρα εμείς ξεκινάμε πάλι από τα καφενεία. Αυτήν την περίοδο οι νέοι μόνο σε καφενεία, σε καφετέριες, σε ταβέρνες και σε μικρούς χώρους διασκέδασης μπορούν να τραγουδήσουν και να παίξουν ποντιακή μουσική», τονίζει.
Όπως λέει, τα δύο χρόνια της πανδημίας που δεν μπορούσε να τραγουδήσει ζωντανά κόντεψε να πάθει… κατάθλιψη. Μάλιστα, για το 2021 είχε κλείσει περισσότερες από 100 συμφωνίες για δουλειά, οι οποίες όμως λόγω του κορονοϊού αναβλήθηκαν.
Το ξεκίνημά του και οι συνεργασίες που στιγμάτισαν την καριέρα του
Ήταν το μακρινό 1977 όταν ο 19χρονος τότε Στάθης Νικολαΐδης πήγε με την παρέα του να διασκεδάσει στο ποντιακό κέντρο «Κορτσόπον», στην πλατεία Δαβάκη της Καλλιθέας, όπου έπαιζε κεμεντζέ ο μυθικός λυράρης Γώγος Πετρίδης.
Πάνω στο κέφι ο Στάθης τραγουδούσε με την παρέα του στο τραπέζι τους. Ο Γώγος τον άκουσε και εντυπωσιάστηκε.
«Την άλλη μέρα με πήρε τηλέφωνο ο ιδιοκτήτης του καταστήματος και φίλος μου Γρηγόρης Τσαλγαντίδης. Μου είπε ότι άρεσα στον Γώγο και του ζήτησε να μου τηλεφωνήσει ώστε να ξεκινήσω να τραγουδάω στο κέντρο. Ο Γώγος Πετρίδης ήταν αυτός που με έβγαλε πρώτος στο πατάρι», θυμάται με χαμόγελο.
Αξέχαστη του έχει μείνει και η ιστορία του πρώτου του δίσκου Οι Κεμεντσετσήδες, τον οποίο έκανε με ένα άλλο ιερό τέρας της λύρας, τον Τσανάκαλη:
«Ήταν ένα χρόνο αργότερα, το 1978, όταν εγώ ήμουν νεοσύλλεκτος στο στρατόπεδο του Λουτρακίου. Ήρθε ο Τσανάκαλης στην πύλη, με ζήτησε και μου είπε να κάνουμε το δίσκο. Κατάφερα να πάρω τρεις μέρες άδεια και μέσα σε αυτό το διάστημα ολοκληρώσαμε και τα 12 τραγούδια. Δύο είπε ο Τσανάκαλης, διότι εγώ δεν προλάβαινα να τα μάθω».
Στο «Κορτσόπον», στα πρώτα βήματα της καριέρας του, ο Στάθης Νικολαΐδης είχε την τύχη να τραγουδήσει και με τον πατριάρχη του ποντιακού τραγουδιού, τον Χρύσανθο, ο οποίος τότε συνεργαζόταν με τον Γώγο.
«Τους σεβόμουν όλους εκείνους τους μεγάλους καλλιτέχνες και εννοείται ότι τους σέβομαι και σήμερα. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, ο Χρύσανθος, ο Γώγος, οι παλαιότεροι όπως ο Μπαϊρακτάρης, o Σταυρής Πετρίδης και άλλοι, δεν θα υπήρχαμε ούτε εμείς. Πήγαιναν με τα πόδια για να παίξουν για παράδειγμα στο Κιλκίς και γυρνούσαν μετά από τρεις ημέρες. Δεν πληρώνονταν με χρήματα, αλλά σε είδος. Τους έδιναν λίγο τυράκι ή κάποια άλλα τρόφιμα. Αν δεν τα έκαναν αυτά με την ψυχή τους μπορεί να είχε σβήσει το ποντιακό τραγούδι. Εμείς τα βρήκαμε όλα έτοιμα», τονίζει, με σεβασμό ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του ο Στάθης Νικολαΐδης.
Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί στον αδελφό της γυναίκας του Σοφίας και φίλο του για περισσότερα από 30 χρόνια, τον συνθέτη και μουσικό Θανάση Τσολερίδη: «Ήμασταν φίλοι και πριν γίνω γαμπρός του. Έχει γράψει πολλά τραγούδια, ποντιακά και λαϊκά. Ένα από αυτά είπε ο Στέλιος Καζαντζίδης. Κάναμε και τρεις δίσκους μαζί. Θέλω να τον ευχαριστήσω για την κοινή μας πορεία για περισσότερα από 30 χρόνια».
Μεγάλη επιτυχία έκανε και το τραγούδι που έγραψε ο γαμπρός του Δημήτρης Ξενιτόπουλος και τραγούδησε ο Στάθης Νικολαΐδης, το «Ποίος εξέρ’»: «Το ανεβάσαμε το 2016 στο YouTube κι έχει κάνει πολύ μεγάλη επιτυχία. Ο Δημήτρης είναι ένα εξαιρετικό παιδί και πολύ καλός μουσικός».
Αυτήν την περίοδο ο Στάθης Νικολαΐδης συνεργάζεται με το λυράρη Γιώργο Ατματσίδη και νταουλιτζή Κώστα Ζώη. Στο παρελθόν είχε πετυχημένες συνεργασίες, μεταξύ άλλων, με τους μουσικούς Χρήστο Χρυσανθόπουλο, Θόδωρο Βεροιώτη, Αντρέα Κουγιουμτζίδη, Δημήτρη Καρασσαβίδη, Μπάμπη Κεμανετζίδη και Παναγιώτη Ασλανίδη. «Στα χρόνια που ασχολούμαι με το τραγούδι, έχω συνεργαστεί με πάρα πολλούς καλούς και καταξιωμένους μουσικούς. Θέλω να ζητήσω συγνώμη, αν ξεχνάω να αναφέρω κάποιον», λέει ο Στάθης Νικολαΐδης.
Συνολικά ο Στάθης Νικολαΐδης έχει κάνει 25 δίσκους και CD με δώδεκα τραγούδια το καθένα, ενώ συμμετείχε και σε πολλές δισκογραφικές δουλειές συναδέλφων του.
Ο Λυκαβηττός, το θέατρο και ο ρόλος σε ποντιακή ταινία
Ρόλο στη γνωστή για τους λάτρεις του είδους ποντιακή ταινία Πόντια Μάνα είχε ο Στάθης Νικολαΐδης, στην οποία… κατείχε με τη φωνή του και το μουσικό της σκέλος. Στη συγκεκριμένη ταινία πρωταγωνιστούσαν ακόμα η σημερινή πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Χριστίνα Σαχινίδου και ο Γιάννης Γεωργιάδης.
Επίσης, ο Στάθης Νικολαΐδης τραγούδησε σε πολλές ποντιακές θεατρικές παραστάσεις, ενώ σε μία κράτησε κι έναν μικρό ρόλο.
Όπως λέει στο pontosnews.gr, αγαπάει πολύ το θέατρο: «Μέσα από μία θεατρική παράσταση περνούν πολλά σημαντικά μηνύματα και γεύεσαι πολλά πράγματα. Το θέατρο είναι ένα ολοκληρωμένο έργο. Μπορεί να συνυπάρξουν υποκριτική, τραγούδι, χορός, κίνηση».
Μία από τις στιγμές που θεωρεί ως πολύ σημαντικές για την καριέρα του ήταν η συμμετοχή του σε εκδήλωση πολλών Ποντίων καλλιτεχνών στον Λυκαβηττό, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Σε αυτήν συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Λεωνίδας Βελής και η Νατάσα Γερασιμίδου, και όπως λέει ο Στάθης Νικολαΐδης, ποτέ του δεν είχε δει τόσο πολύ κόσμο σε εκδήλωση. Θυμάται ότι υπήρξαν κάποιοι που ήρθαν ακόμα και από τη Γερμανία, μόνο και μόνο για τη συγκεκριμένη συναυλία.
Επίσης, πολύ σημαντική θεωρεί τη συμμετοχή του και σε μία λαϊκοποντιακή συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, την ευθύνη διοργάνωσης της οποίας είχε ο γνωστός Πόντιος μουσικός Χρήστος Παπαδόπουλος· συμμετείχαν πολλοί γνωστοί Πόντιοι και μη καλλιτέχνες. Η συγκεκριμένη εκδήλωση έγινε στο τέλος της δεκαετίας του 2000.
Η αγάπη των ομογενών και οι ποντιακοί χοροί Αμερικανών
Ο Στάθης Νικολαΐδης θυμάται και τη συμμετοχή του σε πολλές γνωστές μουσικές εκπομπές στην ελληνική τηλεόραση, ενώ με ιδιαίτερη συγκίνηση αναφέρεται σε εμφανίσεις του στο εξωτερικό και στην αγάπη που του έδειξαν οι ομογενείς.
«Στο εξωτερικό τραγούδησα πάρα πολλές φορές. Πρώτη φορά πήγα στον Καναδά, στο Τορόντο, το 1989 με τον Γιώργο Αμαραντίδη και είχαμε πολύ μεγάλη επιτυχία. Επίσης, τραγούδησα σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Μια φορά πήγα στο Λος Άντζελες μαζί με τη μικρή μου κόρη, διότι εγώ δεν γνωρίζω αγγλικά. Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού που έμενα ήταν Αμερικανίδα και τρελάθηκε με τα ποντιακά.
»Στις συναυλίες έρχονταν Αμερικανοί και τρελαινόμουν όταν τους έβλεπα να χορεύουν ποντιακά. Έβλεπα κυρίες, Αμερικανίδες 90 ετών, να χορεύουν επί σκηνής και μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Αργότερα έμαθα ότι πήγαν εκεί Πόντιοι χοροδιδάσκαλοι και μάθαιναν στους Αμερικανούς ποντιακούς χορούς.
»Αισθανόμουν πολύ μεγάλη συγκίνηση από τους ομογενείς, όπου κι αν πήγαινα. Οι άνθρωποι μας έβλεπαν και νιώθαμε ότι έβλεπαν σε εμάς την πατρίδα. Μας κοιτούσαν με τεράστια αγάπη από πάνω μέχρι κάτω», τονίζει ο γνωστός Πόντιος τραγουδιστής.
Το Καζακστάν και ο ερχομός στην Ελλάδα
Στις 4 Αυγούστου 1958 στο Ιλίτς του Καζακστάν, μία περιοχή όπου όλοι οι κάτοικοι ήταν ελληνικής καταγωγής, γεννήθηκε ο Στάθης Νικολαΐδης. Έλκει την καταγωγή του από την Κουνάκα του Πόντου, από την οποία έφυγε αναζητώντας εργασία ο παππούς του. Βρέθηκε στο Σουχούμι της τότε Σοβιετικής Ένωσης, όπου δούλεψε ως κτηνοτρόφος. Εκεί παντρεύτηκε κι έκανε πέντε παιδιά, μεταξύ των οποίων και τον πατέρα του Στάθη Νικολαΐδη.
«Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1949, ο Στάλιν εξόρισε πολλούς Έλληνες, χωρίς να έχουν κάνει κάτι. Ήταν νοικοκύρηδες, αλλά τους έστειλε στις στέπες του Καζακστάν. Τότε οι γονείς μου ήταν έφηβοι. Παντρεύτηκαν κι έκαναν εμένα και τα τρία αδέλφια μου. Στο σπίτι και στη περιοχή μας όλοι μιλούσαμε ποντιακά. Θυμάμαι τα ποντιακά γλέντια σε διάφορα συγγενικά σπίτια. Είχαμε μετατρέψει κι ένα σπίτι σε εκκλησία. Σε αυτήν βαφτιζόμασταν. Δεν υπήρχε κολυμπήθρα, αλλά ένα τσουκάλι, το δίλαβο», θυμάται ο Στάθης Νικολαΐδης.
Η οικογένειά του ήρθε το 1966 στην Ελλάδα όπου είχε συγγενείς, κι εγκαταστάθηκε στο δήμο Περιστερίου. Όταν πήγε σχολείο στην Ελλάδα ο Στάθης έμαθε νεοελληνικά.
«Από μικρός τραγουδούσα πολύ συχνά στο σπίτι, διότι είχαμε και πολύ συχνά μουσική. Θυμάμαι τη μητέρα μου να έχει σχεδόν πάντοτε ανοιχτό ένα τρανζιστοράκι. Ο πατέρας μου ήταν λυράρης και η μητέρα μου είχε εξαιρετική φωνή. Χωρίς να παίρνει χρήματα έπιανε τα μοιρολόγια σε κηδείες συγγενών», εξηγεί.
Ως μοναδική εμπειρία του ο Στάθης Νικολαΐδης θεωρεί την παρουσία του στην Παναγία Σουμελά στην ιστορική πατρίδα, όπου τραγούδησε μαζί με τους Αλέξη Παρχαρίδη, Δημήτρη Καρασαββίδη και Κώστα Αγέρη το τραγούδι «Ξενιτεμέντσα Παναΐα», μία σύνθεση του Χρήστου Παπαδόπουλου.
«Για να γυριστεί το βίντεο κλιπ του τραγουδιού εκεί ζητήσαμε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο να πάρει άδεια. Τα έξοδα της αποστολής κάλυψαν ο συγχωρεμένος Γιώργος Ποζίδης και ο Ιάκωβος Μελισσανίδης», αναφέρει.
Η σχέση με τον Στέλιο Καζαντζίδη
Το 1999, όταν το ΝΑΤΟ βομβάρδιζε τη Σερβία, ο Στάθης Νικολαΐδης είχε πει ένα τραγούδι για τα δεινά του πολέμου. Το είχε ηχογραφήσει στο στούντιο του Χρήστου Νικολόπουλου. Γνωστός για την ευαισθησία του για κοινωνικά θέματα, ο Στέλιος Καζαντζίδης όταν άκουσε το συγκεκριμένο τραγούδι θέλησε να γνωριστούν.
«Έβαλε τον Λευτέρη Χαψιάδη, με τον οποίο γνωριζόμασταν, να μου τηλεφωνήσει. Του είπα: “Λευτέρη, σίγουρα με κοροϊδεύεις. Ο Καζαντζίδης είναι η λατρεία μου”. Όταν με διαβεβαίωσε ότι λέει αλήθεια, του απάντησα: “Έρχομαι και τώρα αμέσως, αν θέλεις”. Πήγα στο στούντιο του Νικολόπουλου και ήταν εκεί η Μαρινέλλα. Μας αγκάλιασε και μας φίλησε. Τα δικά μου πόδια ήταν κομμένα. Σε λίγο ήρθε ο Στέλιος και μου είπε: “Σταθίκο, δε σε γνώρισα γιατί φοράς κοντό παντελονάκι. Αμέσως έσπασε ο πάγος”», λέει με πλατύ χαμόγελο ο Στάθης Νικολαΐδης.
Τελικά μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη τραγούδησε στο δίσκο «Πατρίδα μ’ αραεύω σε».
Κάποια στιγμή, και ενώ ο Στάθης βρισκόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού του στο Κορδελιό της Θεσσαλονίκης, είδε πολλούς από τη γειτονιά να μαζεύονται από κάτω: «Ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο οποίος έψαχνε το όνομά μου στα κουδούνια. Ήρθε για να μου πει ότι θα βαφτίσει την τρίτη μου κόρη. Τήρησε το λόγο που μου είχε δώσει καιρό πριν. Ζήτησα από τον Στέλιο να βγάλουμε στο παιδί μου το όνομα της μητέρα του, Γεθσημανής, την οποία υπεραγαπούσε. Μόλις του το είπα, βούρκωσε. Η βάφτιση έγινε στα Λιόσια, σε μία εκκλησία όπου πήγαινε συχνά η μητέρα του».
Και καταλήγει ο Στάθης Νικολαΐδης: «Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν η μεγάλη φωνή του Πόντου και ολόκληρης της Ελλάδας. Η καταγωγή του ήταν από τα Κοτύωρα του Πόντου. Ο Στέλιος αποτελεί πολύ μεγάλη τιμή και περηφάνια για όλους εμάς τους Πόντιους αλλά και για όλους τους Έλληνες».
Ρωμανός Κοντογιαννίδης
- Βίντεο, φωτογραφίες: Φίλιππος Φασούλας.