Αυξάνοντας την οικονομική πίεση στη Μόσχα, όπως είχε προαναγγελθεί και παρά το ράλι των διεθνών τιμών, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι εφεξής απαγορεύονται οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και άλλων ενεργειακών προϊόντων.
Να σημειωθεί ότι οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου στον κόσμο – το εμπάργκο πάντως εκτιμάται ότι δεν θα επηρεάσει δραματικά την οικονομία της.
Παρά τις συζητήσεις για ένα κοινό μέτωπο των Αμερικανών με τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται διστακτικοί, ιδίως οι Γερμανοί.
Οι ΗΠΑ εξάγουν ενεργειακούς πόρους, δηλαδή παράγουν περισσότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο απ’ όσο καταναλώνουν, όπως υπενθύμισε ο Τζο Μπάιντεν. «Εμείς μπορούμε να πάρουμε αυτήν την απόφαση, ενώ άλλοι δεν μπορούν», εξήγησε.
Εντούτοις, η Βρετανία ανακοίνωσε ότι θα τερματίσει τις εισαγωγές μέχρι τα τέλη του 2022, ώστε να δοθεί αρκετός χρόνος στην αγορά και στις επιχειρήσεις για να βρουν εναλλακτικές λύσεις. Το ρωσικό πετρέλαιο καλύπτει το 8% της ζήτησης.
«Η κυβέρνηση θα εργαστεί επίσης με τις εταιρείες μέσω μιας νέας “Δύναμης Κρούσης για το Πετρέλαιο”, για να τις στηρίξει αυτήν την περίοδο ώστε να βρουν εναλλακτικούς παρόχους», είπε ο Βρετανός υπουργός Ενέργειας και Επιχειρηματικότητας Κουάσι Κουάρτενγκ.
Πάντως η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ έχει δηλώσει πως είναι αντίθετη στο εμπάργκο διότι οι κυρώσεις θα πρέπει να έχουν διάρκεια. «Δεν θα είχε κανένα νόημα αν σε τρεις εβδομάδες ανακαλύπταμε ότι δεν έχουμε πλέον παρά μόνο μερικές ημέρες ηλεκτροδότησης και άρα πρέπει να αναθεωρήσουμε τις κυρώσεις», είπε στο γερμανικό τηλεοπτικό δίκτυο ZDF.
Και πρόσθεσε: «Είμαστε έτοιμοι να καταβάλουμε πάρα πολύ υψηλό οικονομικό τίμημα, αλλά αν αύριο στη Γερμανία ή στην Ευρώπη έσβηναν τα φώτα αυτό δεν θα σταματούσε τα άρματα μάχης της Ρωσίας».
Η Γερμανία εισάγει από τη Ρωσία το 55% του αερίου που καταναλώνει, το 42% του πετρελαίου και άνθρακα. Το Βερολίνο κάνει την αυτοκριτική του για τον υψηλό βαθμό εξάρτησής του από τη Ρωσία σε ό,τι αφορά την ενέργεια, αλλά θα χρειαστούν χρόνια για να τη μειώσει.
Αν και θεωρητικά τουλάχιστον το πετρέλαιο εξαιρούνταν από τις δυτικές κυρώσεις, οι ρωσικές εξαγωγές έχουν ήδη μειωθεί θεαματικά, αφού οι αγοραστές λιγόστεψαν δραστικά. Η Shell ήταν από τις λιγοστές εταιρείες που πήραν το ρίσκο την περασμένη εβδομάδα αγοράζοντας 100.000 τόνους ρωσικού αργού και προκαλώντας την οργή της ουκρανικής κυβέρνησης.