Η πρώτη ημέρα της μεγάλης νηστείας στον Πόντο ήταν πράγματι μια ημέρα γενικής και αυστηρής καθαριότητας: Η Καθαρά Δευτέρα, «Σαχτοδευτέρα» ή «Σαχταροδευτέρα», δεν θύμιζε σε τίποτα την ημέρα χαράς και χαλάρωσης, μιας και περιλάμβανε την εντατική προετοιμασία για την περίοδο της Σαρακοστής.
Οι Πόντιες νοικοκυρές τη μέρα αυτή έπρεπε, σύμφωνα με την παράδοση, να καθαρίσουν σχολαστικά όλα τα κουζινικά σκεύη για να μην μείνει ούτε ίχνος από λίπη και «μαντζιριγμένες» τροφές.
Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε από τους Ποντίους Σαχταροδευτέρα γιατί οι νοικοκυρές έβραζαν σε ένα καζάνι νερό με στάχτη (αλισίβα) για να πλύνουν καλά και να γυαλίσουν όλα τα μεταλλικά και ξύλινα αντικείμενα.
Ύστερα τα έξυναν με αιχμηρά εργαλεία για να φύγει το λίπος που ενδεχομένως είχε εισχωρήσει στο ξύλο· αυτό γινόταν για να μην αναμιχθούν τα φαγητά της νηστείας με τα υπολείμματα προηγούμενων ζωικών τροφών.
Το «Θοδώρισμαν»
Σύμφωνα με άρθρο του Γ. Βαφειάδη στην Ποντιακή Εστία του 1954, την Καθαροδευτέρα άρχιζε το «Θοδώρισμαν»: για τρεις ημέρες οι περισσότερες ηλικιωμένες, αλλά και αρκετές νέες, δεν έτρωγαν, ούτε έπιναν νερό.
Το πρωί της Τετάρτης πήγαιναν στα προηγιασμένα για να πάρουν αντίδωρο (ύψωμαν) και όταν επέστρεφαν σπίτι τις περίμενε ένα πλούσιο γεύμα με νηστίσιμα φαγητά, στο οποίο υπήρχαν απαραιτήτως τσιριχτά (λουκουμάδες) – αν και Τετάρτη επιτρεπόταν και το λάδι.