Με ανυπομονησία περίμεναν, φέτος, οι κάτοικοι της Νάουσας την αναβίωση του εθίμου με τους Γενίτσαρους και τις Μπούλες, μετά από μια χρονιά σιωπής λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Αν και το έθιμο αναβίωσε υπό αυστηρά μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας, πολλοί ήταν αυτοί που προσέγγισαν όσο κοντά επιτρεπόταν στο χώρο του δημαρχείου για να συμμετέχουν στο εορταστικό κλίμα, έστω από απόσταση.
Στο δρώμενο που πραγματοποιήθηκε υπό βροχή, συμμετείχαν δύο μπουλούκια από τον Πολιτιστικό Όμιλο «Γενίτσαροι και Μπούλες».
Τα μπουλούκια αποτελούνταν από τριάντα με σαράντα άτομα το καθένα.
«Πέρυσι χάσαμε το έθιμο λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν και αυτό ήταν μια μεγάλη πληγή, οπότε φέτος εκδηλώθηκε έντονα η κοινωνική ανάγκη των δημοτών να κρατήσουν το έθιμο. Η Νάουσα είναι βαθιά ικανοποιημένη που είδε και άκουσε ξανά τους Γενίτσαρους και τις Μπούλες έξω. Υπήρχε μια δίψα στην πόλη να ζήσει το δρώμενο», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος Νάουσας Νικόλαος Καρανικόλας. Μάλιστα, όπως είπε, υπήρξε μεγάλος αριθμός εθελοντών για την τήρηση των απαραίτητων μέτρων, ενώ γενικότερα στην πόλη υπήρξαν σήμερα πολλοί επισκέπτες.
«Πριν ακόμη γίνει η συζήτηση για το δρώμενο, γνωρίζαμε ότι τα ξενοδοχεία ήταν γεμάτα και το ξέραμε ότι θα έχουμε κόσμο. Η πόλη έχει, άλλωστε, επισκέψεις ούτως ή άλλως αυτή την περίοδο και για λίγο καλό φαγητό, λίγο καλό κρασί, μια εκδρομή», πρόσθεσε και υπογράμμισε ότι η δημοτική Αρχή έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε, σε συνεργασία με όλους τους φορείς, για να τηρηθούν τα μέτρα στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
Το ιδιαίτερο αυτό έθιμο της Νάουσας χρονολογείται στον 18ο αιώνα, ενώ οι ρίζες του ανιχνεύονται σε γιορτές στην αρχαία Ελλάδα, σχετικές με τον θεό Διόνυσο. Τα προηγούμενα χρόνια δεκάδες χιλιάδες επισκεπτών συνέρρεαν στη Νάουσα για να παρακολουθήσουν τα μπουλούκια να χορεύουν στους δρόμους υπό τους ήχους του ζουρνά και του νταουλιού.