Βλέποντας φωτογραφίες από τις Απόκριες των πρώτων χρόνων της εγκατάστασης των Μικρασιατών προσφύγων στην Ελλάδα θα παρατηρήσουμε ότι παρόλο που είχαν περάσει λίγα μόλις χρόνια από την Καταστροφή οι πονεμένοι αυτοί άνθρωποι είχαν το κουράγιο μέσα σε όλες τις δυσκολίες της ζωής τους να γιορτάζουν και να μασκαρεύονται.
Ήταν μεγάλη η ανάγκη τους να ξεχαστούν λιγάκι από τα βάσανα και να ξαναζήσουν έστω για λίγο τα ευτυχισμένα χρόνια.
Για γλέντια όπως συνήθιζαν να κάνουν στις αλησμόνητες πατρίδες τους, με πλούσια τραπέζια και μπερεκέτια μικρασιατικά, ούτε λόγος! Στην προσφυγική Καισαριανή αυτά πια ήταν πολυτέλειες.
Έτσι, με ό,τι μπορούσαν να βρουν μασκαρεύονταν, έβγαιναν στους δρόμους, στήνανε χορούς κι έκαναν βεγγέρες και μεγάλες πλάκες σε σπίτια φίλων και συγγενών που προσπαθούσαν να μαντέψουν ποιος κρυβόταν πίσω από τη γκαστρωμένη γριά ή τον μουντζουρωμένο με στάχτη κουδουνάτο.
Μου ΄λεγε κάποτε η γιαγιά μου ότι στα Βουρλά της Μικράς Ασίας πολλοί κάτοικοι έβρισκαν ευκαιρία αυτές τις μέρες και ντύνονταν με παραδοσιακές φορεσιές της Ελλάδας και οι πιο τολμηροί με στολές των αγωνιστών του 1821, χωρίς να μπορούν οι Τούρκοι να τους κάνουν τίποτα.
Μια χρονιά μάλιστα ο αδελφός της ο Κωνσταντής, παλικαράκι 15 χρονών, είχε μεταμφιεστεί σε Κολοκοτρώνη με πλήρη εξάρτηση και μια μουστάκα από τρίχες αλόγου. Μέχρι και αληθινό σπαθί είχε ζωστεί κι είχε μασκαρέψει και τη γιαγιά μου (που ήταν 5-6 χρονών) σε Μπουμπουλίνα. Τριγύρναγαν λοιπόν σε όλα τα Βουρλά και μέχρι να γυρίσουν σπίτι τους είχαν κοπεί τα ήπατα της μάνας τους.
Την Καθαρή Δευτέρα όλες οι οικογένειες ξεκινούσαν από νωρίς το πρωί με τα καλάθια τους γεμάτα ντολμαδάκια, ταχινόπιτες, διάφορα νηστίσιμα και όλα τα χρειαζούμενα κι ανέβαιναν «στας εξοχάς» πέριξ της Καισαριανής, στο Μοναστήρι, στον Αράπη, στον Αϊ-Γιάννη.
Εκεί, άπλωναν τις κουρελούδες τους και με θέα όλη την Αθήνα έπιναν το κρασάκι τους και τραγουδούσαν, ενώ ο ουρανός γέμιζε πολύχρωμα τσερκένια που τα έφτιαχναν μόνα τους τα παιδιά από καλάμια και χαρτί κολλημένο με αλευρόκολλα.
Τις επόμενες δεκαετίες οι χαρταετοί φτιάχνονταν από τον τεχνίτη του είδους (και κουρέα) Μιλτιάδη Φαναρτζή και τη γυναίκα του Σωτηρία και οι στολές συνήθως νοικιάζονταν από το κατάστημα του αγαπημένου όλων των παιδιών της Καισαριανής Γρηγόρη Καραφά.
Μέχρι και τη δεκαετία του 1980 οι αλάνες της Καισαριανής γέμιζαν από την πιτσιρικαρία που πετούσε τους χαρταετούς της. Σήμερα όλα αυτά μοιάζουν σαν ένα μακρινό κι όμορφο όνειρο.
Σοφία Τριανταφυλλοπούλου
Συγγραφέας και επιμελήτρια δύο λευκωμάτων με τίτλο Η όμορφη Καισαριανή.