Η ενσυναίσθηση είναι μια έννοια που έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας. Αφορά στο να κατανοούμε, να μπορούμε να «μπούμε στα παπούτσια του άλλου» και να καταλάβουμε πως αισθάνεται. όπως για την ακρίβεια είπε στο pontosnews.gr η κλινική ψυχολόγος Νάσια Σκαμπαρδώνη. Να είμαστε καλοί ακροατές και να δημιουργούμε ουσιαστικούς δεσμούς.
Γίνεται πολύ λόγος για την ενσυναίσθηση. Τι ακριβώς σημαίνει ο όρος;
Πράγματι τον τελευταίο καιρό με όσα συμβαίνουν γύρω μας εκφράζεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το κομμάτι της ενσυναίσθησης. Ίσως γιατί σε αυτό φαίνεται να υστερούν αρκετοί άνθρωποι και προσπαθούμε να δώσουμε ερμηνεία για τα όσα συμβαίνουν στην επικαιρότητα. Η δεξιότητα να μπορούμε να αισθανόμαστε αυτό που αισθάνεται ο άλλος εκείνη τη στιγμή, το να μπαίνουμε στα παπούτσια του για το πώς νιώθει και πώς λειτουργεί εξαιτίας του συναισθήματός του είναι αυτό που ονομάζουμε ενσυναίσθηση ή στα αγγλικά ενδεχομένως να το έχουν ακούσει κάποιοι ως empathy. Επομένως αναφέρεται στην συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου ανθρώπου και μέσω αυτής κατανοούμε τη συμπεριφορά του.
Ουσιαστικά είναι η ικανότητα να δούμε μέσα από τα δικά του μάτια.
Ο όρος προέρχεται από το «εν + συναίσθηση» και δόθηκε από τους Herman Lotze και Robert Vischer, και αποτελεί βασικό εργαλείο της ψυχοθεραπείας ώστε να καταφέρει ο ψυχοθεραπευτής να βοηθήσει τον θεραπευόμενο.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που έχουν ενσυναίσθηση;
Oι άνθρωποι με ενσυναίσθηση δεν είναι μόνο ομιλητές αλλά είναι και καλοί ακροατές, δίνουν με προθυμία χώρο και χρόνο στον άλλον να εκφραστεί συναισθηματικά και μπορεί να βοηθούν μέσω μιας ενεργητικής ακρόασης και με τη φυσική τους παρουσία και όχι απαραίτητα δίνοντας συμβουλές. Νιώθουν και νοιάζονται και παράλληλα αλληλοεπιδρούν με τον άλλον δημιουργώντας μια ουσιαστική σύνδεση.
Ενσυναίσθηση και συναισθηματική νοημοσύνη. Σχετίζονται και αν ναι, με ποιο τρόπο;
Με τον όρο συναισθηματική νοημοσύνη (emotional intelligence) εννοούμε την ικανότητα ενός ανθρώπου να μπορεί να αναγνωρίζει, να αξιολογεί και να ελέγχει τα συναισθήματά του και να αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα των γύρω του. Κάτω από την ομπρέλα της, η συναισθηματική νοημοσύνη, περιλαμβάνει την ενσυναίσθηση. Σύμφωνα με τον Goleman, διαθέτοντας υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη, μπορούμε να έχουμε υψηλή αναγνώριση των συναισθημάτων μας, αυτοέλεγχο σε αυτά ώστε να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά τις καταστάσεις της ζωής, αναγνώριση των κινήτρων μας, καθώς και αναγνώριση των συναισθημάτων των άλλων συνεπώς και λειτουργική διαχείριση των σχέσεων μας με τους άλλους.
Διδάσκεται η ενσυναίσθηση;
Θα λέγαμε πως είναι μικρό το ποσοστό των ανθρώπων που είναι ενσυναισθητικοί εγγενείς. Όμως, είναι μια ικανότητα που μαθαίνεται αν το θελήσει κάποιος με την προσπάθεια και με την απόκτηση εμπειρίας εκπαιδεύοντας τον εαυτό του. Σε αυτό παίζει ρόλο και το περιβάλλον που βιώνει κάποιος από μικρή ηλικία, το οποίο μπορεί να συμβάλλει σε αυτή τη μάθηση.
Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στον τρόπο καλλιέργειας της ενσυναίσθησης στα παιδιά και τους ενήλικες;
Αν ένα παιδί ή ένας έφηβος καλλιεργεί την ενσυναίσθηση και το/τον βοηθούν με αυτό στην πορεία του, τότε αυτό, είναι καθοριστικής σημασίας για να εξελιχθεί σε έναν συναισθηματικά ώριμο ενήλικα. Με διαφορετικό τρόπο μαθαίνει ένα παιδί να το κάνει αυτό, ανάλογα με το ηλικιακό του πεδίο διαμορφώνονται οι τεχνικές και με διαφορετικό τρόπο μπορεί να εκπαιδευτεί σε αυτό ένας ενήλικας, ανάλογα με τις εγγραφές που έχει από την παιδική του ηλικία αντιστοίχως.
Ο ρόλος της οικογένειας αλλά και του σχολείου στην καλλιέργεια και ανάπτυξη της ικανότητας της ενσυναίσθησης είναι αναμφίβολα μεγάλος.
Μήπως όσο μεγαλώνουμε είναι πιο δύσκολο να αποκτήσουμε ενσυναίσθηση;
Δύσκολο μπορεί να είναι σε όλες τις ηλικιακές φάσεις, ανάλογα με τα ατομικά χαρακτηριστικά και το περιβάλλον. Σε όλες τις φάσεις χρειάζεται προσπάθεια, σε μικρή ηλικία από τους γονείς και το σχολείο και σε μεγαλύτερη ηλικία από τον ίδιο τον ενήλικα που ενδεχομένως να δυσκολεύεται γιατί δεν έχει μάθει να το κάνει από μικρός.
Η οικογένεια έχει ρόλο στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης στα μικρότερα μέλη της;
Η οικογένεια παίζει πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτό το κομμάτι καθώς και οι εκπαιδευτικοί στο σχολείο από την πλευρά τους ώστε να καλλιεργήσουν πρόσφορο έδαφος μέσα στην τάξη για κάτι τέτοιο, αλλά και όλοι όσοι ασχολούνται με τις εξωσχολικές δραστηριότητες των παιδιών. Βέβαια βασική προϋπόθεση είναι με τη σειρά τους και οι ενήλικες να έχουν αυτή την ικανότητα για να μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να αναπτύξουν τα χαρακτηριστικά της ενσυναίσθησης και της συναισθηματικής νοημοσύνης.
Για παράδειγμα, το να μπορώ να αποδέχομαι και να σέβομαι τον συνάνθρωπό μου, να μπορώ να κοινωνικοποιούμαι με έναν υγιή τρόπο, να μπορώ να προσαρμόζομαι και να ελίσσομαι σε δυσκολίες, να δημιουργώ συναισθηματικούς δεσμούς και υγιείς σχέσεις, μάθηση αξιών και σαφώς καλλιέργεια ενσυναίσθησης.
Στην οικογένεια και στο σχολείο λοιπόν, μαθαίνουν τα παιδιά, το μοίρασμα, το δέσιμο, την υγιή σύνδεση.
Το παιδί μαθαίνει και με το μηχανισμό της μίμησης, συνεπώς δε μπορούμε να το μάθουμε να λειτουργεί ενσυναισθητικά αν εμείς πρώτα οι ίδιοι ως γονείς δεν το κάνουμε. Όταν δείχνουμε ενσυναίσθηση προς το παιδί μας, κατανοούμε και νιώθουμε το δικό του συναίσθημα, του δείχνουμε αγάπη και αποδοχή με όρια, έτσι του μαθαίνουμε το σωστό-λειτουργικό, του δίνουμε αξία και πλημμυρίζεται από συναισθήματα ασφάλειας. Αν ένα παιδί φοβάται για κάτι, δείχνοντάς του π.χ. ενσυναίσθηση, δεν το απαξιώνουμε (έλα τώρα σιγά μη φοβάσαι), μπαίνουμε στη θέση του, κατανοούμε το φόβο του, προσπαθούμε να συζητήσουμε μαζί του και να αναλύσουμε τα συναισθήματά του, να καθησυχάσουμε τους φόβους του με επιχειρήματα και να αξιολογήσουμε τη δύσκολη συναισθηματική του κατάσταση.
Με την ενσυναίσθηση αναγνωρίζονται τα θετικά συναισθήματα όπως χαρά, ευχαρίστηση αλλά και τα δυσάρεστα όπως θυμός, ντροπή, ζήλια, λύπη και μαθαίνουμε να τα μοιραζόμαστε.
Τα παιδιά συνεπώς, εκπαιδεύονται στο να τα αναγνωρίζουν, να τα ονομάζουν και αφού κατακτηθεί αυτή η γνώση τότε μαθαίνουν να τα κατανοούν και μαθαίνουν να τα διαχειρίζονται. Αυτή η διαδικασία είναι εξαιρετικά πολύτιμη γιατί ξεκινούν να βαδίζουν προς την κατανόηση του εαυτού τους και των άλλων, διαμορφώνουν ταυτότητα και μαθαίνουν να αναπτύσσουν πιο στέρεες και υγιείς σχέσεις.
Συγχέεται η ενσυναίσθηση με τη συμπόνοια και τη λύπηση. Σε ποια σημεία ταυτίζονται ή διαφοροποιούνται;
Η συμπόνια και λύπηση διαφέρουν από το κομμάτι της ενσυναίσθησης. Η συμπόνια δείχνει την έκφραση της λύπης και του οίκτου για τον άλλον που βρίσκεται σε μία δεινή θέση που δε θα θέλαμε να βρεθούμε. Η παρηγοριά που δίνεται αρκετές φορές από κάποιους λόγω της συμπόνιας (με εκφράσεις τύπου «όλα θα πάνε καλά», «ηρέμησε»), μπορεί να εκλαμβάνονται από τον άλλον ως μη κατανόηση αυτού που βιώνει.
Ενσυναίσθηση είναι να μπορώ να ακούω τον άλλον, να του δείχνω ότι καταλαβαίνω τον πόνο του, τη δυσκολία του, το συναίσθημα του και ίσως κάποια στιγμή να βρέθηκα κι εγώ σε μία αντίστοιχη θέση.
Στην συμπόνια λαμβάνουμε δράση συνήθως ενώ στην ενσυναίσθηση όχι απαραίτητα.
Η ενσυναίσθηση μας κάνει καλύτερους ανθρώπους ή περισσότερο ανεκτικούς; Μήπως κατανοώντας τις συμπεριφορές τις δικαιολογούμε ακόμα και αν αυτές είναι άσχημες;
Αν ξεπεραστούν τα όρια της ενσυναίσθησης για τον καθένα μπορεί να προκαλέσει μία συναισθηματική κόπωση, εξάντληση. Συνήθως αυτό μπορεί να συμβεί σε επαγγέλματα που έχουν να κάνουν με ανθρωπιστικές επιστήμες ή με παροχή βοήθειας. Όμως, εδώ αυτό που προέχει και παίζει σημαντικό ρόλο είναι η αυτοφροντίδα. Σίγουρα όταν εγώ φροντίζω τον εαυτό μου και να του προσφέρω χωρίς να τον αμελώ, τότε θα μπορώ να προσφέρω και στους άλλους.
Αγαθή Χατζή