Την Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 1966 και ώρα 18:30 με τη φράση της: «Καλησπέρα σας, από σήμερα…» η Ελένη Κυπραίου εγκαινίασε την πρώτη επίσημη τηλεοπτική εκπομπή, του τότε ΕΙΡ, που ήταν δίωρη (18:30-20:30), υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση και σκηνοθεσία του Γιώργου Κάρτερ.
Και ναι, η χώρα μας ήταν από τις τελευταίες στην Ευρώπη που απέκτησαν τηλεόραση. Μόνο που η ιστορία πάει πολύ πίσω.
«Όλα τα είχε η Ζαφειρίτσα, ο φερετζές τής έλειπε»
Τον Νοέμβριο του 1951 έφθασε στην Αθήνα μια αποστολή της αμερικανικής εταιρείας RCA, που κυριαρχούσε στο αμερικανικό ραδιόφωνο και είχε μπει δυναμικά στην τηλεόραση με τον σταθμό NBC.
Οι Αμερικανοί, μιλώντας σε Έλληνες δημοσιογράφους πριν φύγουν από την Αθήνα, ανακοίνωσαν ότι είχαν πετύχει συμφωνία για έναν ιδιωτικό σταθμό κατά τα αμερικανικά πρότυπα, με μικρή συνδρομή και έσοδα από διαφημίσεις. «Η χώρα συντόμως θα αποκτήσει πλήρες τηλεοπτικόν δίκτυον», έγραψε τότε το Βήμα.
«Όλα τα είχε η Ζαφειρίτσα, ο φερετζές τής έλειπε», έγραφε από τα Νέα ο Δημήτρης Ψαθάς.
Η Ζαφειρίτσα σαν ερωτοχτυπημένη υποψήφια νύφη, περίμενε, περίμενε και περίμενε. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπήρξε ομολογουμένως ο πρωθυπουργός που το πήρε πιο ζεστά απ’ όλους το θέμα.
Το 1960 ανέθεσε στη ΔΕΗ να δημιουργήσει έναν τηλεοπτικό σταθμό που εξέπεμψε από τις εγκαταστάσεις της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Ο ίδιος έδωσε τότε και την πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη πολιτικού στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, το βράδυ των εγκαινίων στις 3 Σεπτεμβρίου. Οι αντιδράσεις ήταν και πάλι σφοδρές («πολυτελή ασυναρτησία» χαρακτήριζε την τηλεόραση ο Πάνος Κόκκας μ’ ένα οκτάστηλο πρωτοσέλιδο άρθρο στην Ελευθερία, και κατέληγε πως αν πρέπει τέλος πάντων να γίνει, «δεν υπάρχει άλλη λύσις από την παραχώρησίν της εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν»).
Η τελική ευθεία προς την πρώτη εκπομπή αρχίζει με την άνοδο της Ένωσης Κέντρου στην εξουσία, τον Φεβρουάριο του 1964. Η Αθήνα είδε ξαφνικά τηλεόραση, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Το παλάτι είχε συμφωνήσει με τη RAI να στήσει προσωρινά έναν πομπό στον Λυκαβηττό, ώστε να μεταδώσει τον γάμο του Κωνσταντίνου με την Άννα-Μαρία. Οι Ιταλοί πρότειναν να αφήσουν τα μηχανήματά τους μόνιμα στην Αθήνα. Η πρόταση απερρίφθη, αλλά ο δρόμος για την τηλεόραση ήταν πια ανοιχτός.
Τι κοιτάνε έξω από τα καταστήματα
Κάτι η αθάνατη ελληνική γραφειοκρατία, κάτι η απροθυμία των εκάστοτε κυβερνώντων να έχουν ένα νέο πονοκέφαλο για ένα άγνωστο μέσο, κάτι κάποιοι διαγωνισμοί περίεργοι, φτάσαμε το 1966 να είναι έτοιμα όλα για την πρώτη επίσημη τηλεοπτική μετάδοση.
Τι γίνεται όμως με τις συσκευές; Εδώ οφείλουμε να πούμε ότι η περιφέρεια αποδείχθηκε πιο μπροστά από την πρωτεύουσα. Για παράδειγμα στην Κέρκυρα λόγω γειτνἰασης με την Ιταλία οι απειροελάχιστοι που είχαν συσκευές τηλεόρασης έπιαναν RAI. Το ίδιο συνέβαινε και με τη Μακεδονία, ή τα νησιά του Αιγαίου.
Στην Αθήνα εκείνο το απόγευμα της 23ης Φεβρουαρίου οι ενεργές συσκευές δεν ήταν ούτε 1.000. Και επειδή ήταν μέρα που τα μαγαζιά ήταν κλειστά, πολλοί ήταν οι Αθηναίοι που είχαν κάτσει έξω από τα καταστήματα που πουλούσαν τηλεοράσεις για να δουν έστω και με αυτό τον τρόπο το θαύμα να γίνεται μπροστά στα μάτια τους.
Τα καλά νέα; Μέσα στις επόμενες 15 ημέρες είχαν πωληθεί περίπου 2.000 νέες συσκευές.
«Καλησπέρα σας κυρία Ελένη Κυπραίου»
Στο στούντιο επικράτησε για λίγο νεκρική σιγή, η οποία έσπασε από τη φωνή του συγκινημένου διευθυντή προγράμματος Γιώργου Κάρτερ: «Έτοιμοι; Καλή αρχή. Ελένη να είσαι πιο φυσική σε παρακαλώ. Πάμε!».
«Δεν μου έφτανε η ταραχή της παρθενικής εμφάνισης στην ελληνική τηλεόραση, είχα και έναν πρόσθετο λόγο να ανησυχώ. Ήμουν τριών μηνών έγκυος στην κόρη μου και αυτή τη “λεπτομέρεια” δεν την είχα αποκαλύψει σε κανέναν από τους συναδέλφους μου», είχε δηλώσει πολλά χρόνια αργότερα η Ελένη Κυπραίου, η πρώτη παρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης.
Πριν βγει για πρώτη φορά στην τηλεόραση είχε σπουδάσει φιλολογία και δραματική τέχνη στη Γαλλία όπου εμφανίστηκε σε μερικούς μικρούς ρόλους στη γαλλική τηλεόραση. Με τον ερχομό της στην Ελλάδα είχε πάει στο Εθνικό Θέατρο απ’ όπου πήρε ειδική άδεια για να μπορέσει να εμφανιστεί ως παρουσιάστρια.
Και μετά το 1966, ακολούθησε το 1967. Ξέρετε τι είχαμε τότε. Δεν πρόλαβε να περάσει ένας χρόνος επίσημης τηλεόρασης και ήρθε η χούντα: «Ήμουν αναγκασμένη να εκφωνήσω το δελτίο ειδήσεων και το έκανα με τα μούτρα κάτω, απορώ πώς δεν με πέταξαν έξω πυξ-λαξ. Τα πάντα ήταν υπό καθεστώς λογοκρισίας», είχε δηλώσει σε συνέντευξή της.
Οι συνταγματάρχες την έδιωξαν μερικά χρόνια αργότερα, το 1972. Επέστρεψε για λίγο το 1978 για να τη διώξουν ξανά στα πρώτα χρόνια κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, το 1982.
Συνέχισε στις εφημερίδες και όταν συνταξιοδοτήθηκε, πήρε το πλοίο για την Αίγινα –πολύ πριν από τον Γιάνη Βαρουφάκη– και ασχολήθηκε με την καλλιέργεια φιστικιών. Γιατί οι δημιουργικοί άνθρωποι ποτέ δεν χάνονται.
Σπύρος Δευτεραίος