2003. Ένα τηλεοπτικό συνεργείο είναι στο διαμέρισμα της Τζένης Βάνου, στον 6ο όροφο σε μια πολυκατοικία στην Νέα Σμύρνη. Ετοιμάζεται να μιλήσει για τον Μίμη Πλέσσα. Λίγο πριν ακουστεί το «πάμε», η τραγουδίστρια είναι καθισμένη στον καναπέ και ρωτάει το συνεργείο, με την χαρακτηριστική βραχνή φωνή: «Παιδιά θα με πάρετε και ολόσωμο, να πάω να βάλω καλσόν»; Το συνεργείο χαμογελά. Πάντα η Τζένη Βάνου όμως ήταν της ουσίας και όχι του φαίνεσαι. Και ας ήξερε ότι το παιχνίδι παίζεται αλλιώς.
Σαν μελό ταινία
Πολλοί ισχυρίζονται ότι οι σπουδαίες δημιουργίες, απ’ όπου και αν προέρχονται, γεννιούνται από δυσκολίες και στερήσεις. Πρέπει να πονέσεις για να αποδώσεις. Και η μικρή Ευγενία Βραχνού πόνεσε από μικρή. Βίωσε τον χωρισμό των γονιών της –θέμα ταμπού στην δεκαετία του ’40- και την απαγόρευση από τον πατέρα της να βλέπει την μητέρα της. «Ο χωρισμός των δικών μου δεν ήταν καλός. Έμενα στην αρχή στη γιαγιά. Τη λάτρευα. Ήμουν πέντε χρόνων όταν ο θείος μου με έβρισε: “Ανάθεμα τη μάνα σου που σε άφησε για τον γκόμενο”. Ο πατέρας ήταν κύριος, αλλά τα λόγια του αδερφού του στάθηκαν εγκληματικά. Ακόμη με τρώει εκείνη η απόρριψη κι ας επιστρατεύω τη λογική. Δεύτερη κόλαση ήταν η μητριά μου. Με έβαζε να κάνω βαριές δουλειές πριν φύγω για το σχολείο κι εγώ ήμουν παιδάκι», είχε αναφέρει η ίδια σε συνέντευξή της.
Όταν η γιαγιά μαθαίνει πως συμπεριφέρεται η μητριά στην εγγονή, θα πάει από το σπίτι και θα ακολουθήσει άγριο ξεμάλλιασμα. Όμως η μικρή ζει μια κόλαση. Της λείπει η μητέρα της και φτάνει σε σημείο στα 12 της να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Μετά από αυτό οι συνθήκες για μάνα και κόρη καλυτερεύουν.
«Μια φορά στα 100 χρόνια»
Παρηγοριά της ήταν το τραγούδι. Και εκεί ανακαλύπτουν οι δικοί της τι σπουδαία φωνή έχει. Και ξετρελαίνονται όλοι, πλην ενός. «Έκανα φροντιστήριο για να μπω στο Φυσικομαθηματικό που φιλοδοξούσε ο πατέρας μου. Ζητούσα να πάω στο ωδείο, αλλά ήταν αυστηρός: «Δεν θα σου δώσω τα εφόδια της πόρνης», είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή της.
Το Βραχνού γίνεται Βάνου που και καλύτερα ακούγεται και δεν υπάρχει ο κίνδυνος να την ανακαλύψει ο πατέρας της. Όταν συμβαίνει αυτό, της πετάει τα πράγματα έξω από το σπίτι. Εκείνη πληγώνεται μεν, αλλά πάει να ζήσει με την μητέρα της και να αφοσιωθεί στο νέο δρόμο που της ανοίγεται.
Βρισκόμαστε στην άνθηση του νέου ελαφρού τραγουδιού. Σπουδαίες συνθέσεις, μαγικές φωνές –τότε δεν πουλάγανε άποψη, εξώφυλλα και κοιλιακούς–, μεγάλες ορχήστρες.
Η φωνή της Τζένης Βάνου, κάνει τους πάντες να υποκλίνονται μπροστά της. Από κοντά έρχεται και ο ελληνικός κινηματογράφος που την αναδεικνύει.
«Μια φορά στα 100 χρόνια, βγαίνει τέτοια φωνή», είχε δηλώσει συνθέτης. Και βέβαια ως παιδί του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αφηγείται το σκηνικό με τον Δημήτρη Χορν: «Την πρώτη φορά που διαγωνιζόταν τραγούδι μου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ο Δημήτρης Χορν, που ήταν μέλος της επιτροπής, ψήφισε «Τζένη Βάνου». Όταν η διευθύντρια του μουσικού προγράμματος του είπε «Τάκη, τραγούδια ψηφίζουμε», εκείνος απάντησε «μα, δεν έχετε καταλάβει ακόμα ότι τα επόμενα πενήντα χρόνια θα μας βασανίζει με τη φωνή της;».
Ειρωνεία της τύχης, μια από τις πρώτες εμφανίσεις της σε νυχτερινό κέντρο ήταν στο «Τζάκι» στη Ρηγίλλης, αντικαθιστώντας τη Μούσχουρη όταν έφυγε για το μεγάλο βήμα στην Ευρώπη.
Η οικογένεια, η βία και ο Χατζηδάκις
Πολλοί την κατηγόρησαν για έλλειψη αυτοεκτίμησης ακόμα και για φόβο να ρισκάρει να βγει στο εξωτερικό, όπως έκανε η Νάνα Μούσχουρη. Η τελευταία όποτε της δινόταν η ευκαιρία έλεγε πόσο σπουδαία φωνή ήταν η Βάνου και το πόσο ωφελημένη βγήκε η ίδια από την απόφασή της να μην κυνηγήσει καριέρα εκτός Ελλάδας.
Η αλήθεια πάντως ήταν πως η Βάνου πιο πολύ υπερηφανευόταν για τα παιδιά της, παρά για τις επιτυχίες της. Και ας πέρασε πολύ άσχημα στο γάμο της, αφού έπεσε θύμα κακοποίησης από τον σύζυγό της. Αυτό που στερήθηκε, σε αυτό επένδυσε. Την οικογένεια. Με τις όποιες απώλειες.
Όταν της ζήτησε ο Μάνος Χατζηδάκις να συνεργαστούν, εκείνη αρνήθηκε θέλοντας να μείνει πιστή στον Μίμη Πλέσσα και που δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις με τον Χατζιδάκι την ίδια περίοδο.
Το 1970 η Τζένη Βάνου συνάντησε ξανά τον Μάνο Χατζιδάκι στη Νέα Υόρκη αυτή τη φορά. Πήγε να του μιλήσει, αλλά εκείνος που της το ‘χε κρατήσει, την έκοψε απότομα: «Είστε ανόητη, κυρία Βάνου» της είπε και έφυγε.
https://www.youtube.com/watch?v=byLtGggCJ4M
Κάθε τέλος και μια αρχή
Αρχές ’70. Το είδος που πρέσβευε η Τζένη Βάνου, αρχίζει να φθίνει. Το ίδιο και ο γάμος της. Η ίδια αισθάνεται μετέωρη. Είναι και νέα να θεωρηθεί μεγάλη. Και τότε γίνεται στην Πανεπιστημίου η συνάντηση που της αλλάζει την ζωή. Η ίδια διηγείται: «Τότε με έσωσε ο φίλος Τόλης Βοσκόπουλος. Με βρήκε στην Πανεπιστημίου να κλαίω. Εποχές τραγικές, που μου έδινε η μητέρα μου να πάρω γάλα για τα παιδιά μου. Μου είπε «θα πεις λαϊκό». Εγώ τραγουδούσα 11 χρόνια, αλλά σε διαφορετικό δρόμο. Το σνόμπαρα το λαϊκό. Λάτρευα την τζαζ. Έτσι, μου έγραψε το “Αγόρι μου” και με επέβαλε, γιατί δεν με ήθελε ο Μάτσας».
Μια νέα, δεύτερη καριέρα, μόλις είχε ξεκινήσει.
Και έφτασε μέχρι τις αρχές του ’80.
https://www.youtube.com/watch?v=0HRhF2SfSic
Νωρίτερα το 1977 επιστρέφει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μπορεί η χώρα και το τραγούδι να έχουν αλλάξει δραματικά, μπορεί τα 60s να μοιάζουν σαν να ήταν σε άλλο πλανήτη, όμως εκείνη τη χρονιά, που θριάμβευσε η Άννα Βίσση, το βραβείο ερμηνείας πήγε στη Βάνου. Δικαιότατα.
Η ώρα της αυτοκριτικής
«Άρχισα να εμφανίζομαι σε δεύτερα μαγαζιά, γιατί έπρεπε να βγάλω το μεροκάματο. Στην αγωνία μου να εξασφαλίσω δουλειά, υπέγραφα μ’ όποιον ερχόταν πρώτος. Και πάντα με λίγα λεφτά. Μετά έπεφταν άλλες πέντε προτάσεις. Αυτό με πίκραινε, τις νύχτες δεν κοιμόμουν, περπατούσα μέσα στο σπίτι, τρελαινόμουν, αλλά στο τέλος το κατάπια. “Δεν πειράζει”, έλεγα μέσα μου, “ξέρεις ποια είσαι”», είχε δηλώσει. Ο χρόνος δεν φάνηκε καλός με την φωνή της. Ή ίσως και η ίδια να μην το πάλεψε, να το άφησε.
Παρόλα αυτά δεν σήκωσε ποτέ το τηλέφωνο, να ζητήσει βοήθεια. Ένα τραγούδι – πιθανό σουξέ. «Οι μόνοι που έχω ζητήσει βοήθεια στη ζωή μου, είναι η μάνα μου κι ο Θεός. Σεβάστηκα κι αγάπησα τον εαυτό μου πάντα ένα σκαλοπάτι πιο κάτω. Δεν εκτίμησα τη χρυσόσκονη που μ’ έλουσε ο Θεός. Μετανιώνω που δεν έκανα λεφτά, γιατί στην ηλικία μου η μόνη μου προοπτική πια είναι να κάνω αύριο καλύτερο μουσακά και να ψωνίσω κάτι στο εγγόνι μου. Κι όταν δεν έχω, μουντζώνω τον εαυτό μου. Αλλά και τώρα να ξεκινούσα, πάλι τα ίδια λάθη θα έκανα. Είναι θέμα χαρακτήρα».
Και όμως όταν έχεις άστρο και αυτή την φωνή, τίποτα δεν πάει χαμένο. Η Τζένη Βάνου όχι μόνο δεν ξεχάστηκε αλλά έχει ανακαλυφτεί από μια νέα γενιά, που όταν μεγαλουργούσε, ίσως να μην είχαν γεννηθεί οι γονείς τους.
Η γυναίκα που έβαζε φωτιές στις ορχήστρες και στις ηχογραφήσεις, τελείωσε την ζωή της σε ένα μίνι μάρκετ που το έκανε με περηφάνεια και αξιοπρέπεια για να στηρίξει την οικογένειά της. Νικήθηκε από τον καρκίνο στις 5 Φεβρουαρίου 2014, αλλά η φωνή της δεν πρόκειται να ξεχαστεί ποτέ. Και αν υπήρχε κάτι για φινάλε ήταν μια ατάκα που είχε πει σε μια τηλεοπτική συνέντευξη το 1995, όταν την ρωτούσαν για χιλιοστή φορά γιατί επέλεγε μικρά μαγαζιά, να τραγουδάει. «Το μόνο που θέλω είναι να με αγαπάτε»!
Σπύρος Δευτεραίος