Έκθεση του Συμβουλίου Έρευνας Οικονομικών Εγκλημάτων της Τουρκίας (MASAK) δείχνει ότι κινεζικά όπλα και αμυντικός εξοπλισμός αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων πωλήθηκαν στο Ισλαμικό Κράτος (ISIS) από τρεις εταιρείες με έδρα το λιμάνι της Μερσίνης.
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι η Τουρκία είναι η μεγαλύτερη πηγή όπλων του ISIS, τα περισσότερα εκ των οποίων αγοράστηκαν μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας Birgün.
Το λιμάνι της Μερσίνης ήταν κομβικής σημασίας για τους τζιχαντιστές ώστε να προμηθευτούν μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV).
Η έκθεση επικεντρώνεται γύρω από έναν άνδρα, τον Χαγκ Τζενέιντ, που γεννήθηκε στο Χαλέπι της Συρίας το 1982 και είναι γνωστό ότι συνδέεται με το ISIS. Ο Τζενέιντ ίδρυσε μια εταιρεία με την επωνυμία Altun İnci Construction Materials Industry and Trade Limited Company το 2014, μαζί με τους επιχειρηματικούς εταίρους του Γκασάν και Μουσταφά Ναβάι και οι δυο τους Σύροι με τουρκική υπηκοότητα.
Η εταιρεία Mavi Yelken Hardware το 2016 και η Elferah Construction το 2017, ιδρύθηκαν επίσης στη διεύθυνση που ανήκει στον Τζενέιντ και τους συνεργάτες του. Εκείνη η περίοδος αποτελεί και το απόγειο του εξοπλισμού του ISIS.
Αλλά και προηγουμένως, καθώς το Ισλαμικό Κράτος κέρδιζε δύναμη τη διετία 2015-2016, η Altun İnci Construction παρείχε UAV και όπλα στους εξτρεμιστές. Αυτό έγινε κυρίως μέσω του ομίλου Ναβάι, ο οποίος ιδρύθηκε ως εταιρεία εισαγωγών στο Χαλέπι, αλλά ίδρυσε γραφεία στην Κίνα το 2011 και λειτούργησε ως πλατφόρμα αγορών που εισήγαγε κινεζικά προϊόντα στη χώρα.
Η εταιρεία ίδρυσε αργότερα γραφείο στη Μερσίνη το 2014 για την εισαγωγή προϊόντων στην Τουρκία μέσω του λιμανιού της πόλης, που συνορεύει με τη Συρία.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Birgün, είναι αδύνατο κάποιος να παραγγείλει προϊόντα μέσω διαδικτύου και πρέπει να γίνει μέσω τηλεφώνου. Ωστόσο, φαίνεται ότι η πλατφόρμα εξακολουθεί να λειτουργεί και διατηρεί γραφείο στην Κίνα.
Τα όπλα και τα drones έρχονταν από την Κίνα μέσω παραγγελιών από τις εταιρείες του Τζενέιντ και στη συνέχεια μεταφέρονταν στη Συρία μέσω ενός εκ των υπεύθυνων για τον εξοπλισμό του ISIS. Ο τρομοκράτης αυτός ήταν ο Σαντζίντ Φαρούκ Μπαμπάρ, ο οποίος θεωρείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ο εγκέφαλος της προμήθειας UAV στο Ισλαμικό Κράτος και σκοτώθηκε σε αμερικανική αεροπορική επιδρομή το 2017.
Η Τουρκική Υπηρεσία Πληροφοριών (MİT) παρακολουθούσε στενά τον Σαντζίντ Φαρούκ Μπαμπάρ πριν από το θάνατό του, σύμφωνα με την έκθεση.
Τα όπλα που στάλθηκαν από την Κίνα στη Μερσίνη χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια σε σφαγές και επιθέσεις σε οικισμούς πολιτών.
Δύο άλλα άτομα που είχαν κομβικό ρόλο στη διευκόλυνση αυτών των πωλήσεων στο ISISμ ήταν ο Αμπού Ναίμα Τουρκιστάνι και η σύζυγός του Μιναβάερ Ματιτουερσούν, Κινέζοι πολίτες ουιγουρικής καταγωγής.
Ο Τουρκιστάνι φέρεται να συμμετείχε στην πώληση όπλων αξίας άνω των 85.000 δολαρίων και ήταν μέλος της ομάδας του ISIS για την κατασκευή χημικών όπλων. Επίσης ήταν μέλος του Ισλαμικού Κόμματος Τουρκιστάν, ενός εξτρεμιστικού κόμματος των Ουιγούρων που υποστηρίζει η τουρκική κυβέρνηση. Ο Τουρκιστάνι σκοτώθηκε επίσης από αεροπορική επιδρομή το 2017.
Είναι σαφές, ότι οι παραπάνω εταιρείες ήταν κρίσιμες στο να ενισχυθεί το ISIS και να επεκτείνει γρήγορα την επικράτειά του. Μέχρι σήμερα δεν έχει ασκηθεί καμία ποινική δίωξη στα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Επιπλέον, οι εταιρείες συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται στην Τουρκία χωρίς κυρώσεις .
Ο Χαγκ Τζενέιντ μεταβίβασε τις μετοχές της Altun İnci σε δύο Τούρκους τον Νοέμβριο του 2021 και οι δύο νέοι συνεργάτες εξακολουθούν να συνεργάζονται με τον Μουσταφά Ναβάι.
Ο Τζενέιντ εξακολουθεί να είναι ο γενικός διευθυντής των δύο άλλων εταιρειών που ίδρυσε.
Ο ίδιος ο Χαγκ Τζενέιντ έλαβε την τουρκική υπηκοότητα το 2017. Η Γενική Εισαγγελία της Μερσίνης ξεκίνησε έρευνα εναντίον του το 2019, αλλά αποφάσισε να μην ασκηθεί δίωξη το 2019.