Ο Κυριάκος Λεοντίου Χατζηχριστούδιας ήταν ένας από τους πέντε Αμερικανούς πολίτες που δολοφόνησαν Τούρκοι, το 1974, στην Κύπρο και ένας από τους 83 ανθρώπους που δηλώθηκαν ως αγνοούμενοι στην Άσσια, το χωριό όπου γεννήθηκε ο Άγιος Σπυρίδωνας στην Επαρχία Αμμοχώστου. Η κόρη του Μαρία Λεοντίου Γεωργίου αν και τότε ήταν μόλις πέντε ετών, θυμάται τι έγινε τη μαύρη μέρα που πήραν τον πατέρα της οι Τούρκοι. Έκτοτε δεν τον ξαναείδαν ποτέ. Έμαθαν ξανά νέα για αυτόν, το 2009. Τους είπαν ότι υπήρχαν βάσιμες ενδείξεις πως ο Κυριάκος Λεοντίου βρισκόταν θαμμένος στην περιοχή Ορνίθι μαζί με άλλους κατοίκους της Άσσιας.
Δυο χρόνια μετά, το 2011, τους κάλεσαν για να τους δείξουν τι είχαν καταφέρει να ταυτοποιήσουν από τον άνθρωπό τους: Το δεξί παπούτσι του που βρέθηκε μαζί με το ένα πέλμα του και τις δύο επιγονατίδες του!
Ολόκληρος σκελετός δεν υπήρχε. Όχι μόνο ο δικός του, αλλά πολλών ανθρώπων που εντοπίστηκαν στην ίδια περιοχή.
Κανείς θα πίστευε ότι ο αγώνας της οικογένειας θα σταματούσε κάπου εδώ με την ταφή των οστών του ανθρώπου της. Κι όμως δεν έγινε έτσι. Η οικογένεια του Κυριάκου Λεοντίου Χατζηχριστούδια εξακολουθεί να ταλαιπωρείται λόγω έλλειψης κονδυλίων της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοουμένους (ΔΕΑ) στην Κύπρο ώστε να προχωρήσει η ταυτοποίηση των υπολειπόμενων οστών, που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο Ανθρωπολογικό Κέντρο.
«Η απώλεια του πατέρα μας ήταν πάντα αισθητή»
Η Μαρία Λεοντίου Γεωργίου εκπροσωπώντας την Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων Άσσιας κατέθεσε, πριν λίγο καιρό, στην Επιτροπή Προσφύγων, Εγκλωβισμένων, Αγνοουμένων και Παθόντων της κυπριακής Βουλής, ενώ σε συνέντευξή της στη Φοινιώ Σάββα για το reporter.com.cy τόνισε πως διεκδικεί το δικαίωμά της να θάψει όπως πρέπει τον πατέρα της.
«Τότε ήμουν πέντε ετών και έπιασαν τον πατέρα μου μπροστά μου και κανένας δεν με ρώτησε αν θα τον ήθελα να τον έχω στη ζωή μου, μαζί μου ή όχι. Τουλάχιστον τώρα που είμαι 53 ετών, ας μου δώσουν το δικαίωμα να τον θάψω»… Ο πατέρας μου ήταν ένας από τους συλληφθέντες κατά την τουρκική εισβολή στο χωριό μας την Άσσια. Ήταν ένας από τους πέντε Αμερικανούς πολίτες, ο οποίος είχε συλληφθεί, στην παρουσία μας, κατά την είσοδο των Τούρκων στο χωριό. Όταν έγινε ο διαχωρισμός των ανδρών από τα γυναικόπαιδα, όλους τους άνδρες τους είχαν βάλει σε φορτηγά και τους μετέφεραν αλλού», είπε.
«Εμείς δεν το ξέραμε ότι είναι νεκρός. Δεν είχαμε ποτέ ενημέρωση και ήταν πολύ δύσκολο. Είμαστε επτά αδέλφια και καθημερινά τον είχαμε στην σκέψη μας, δεν ήταν κάτι που μπορούσαμε να ξεχάσουμε, ήταν σε κάθε φάση της ζωής μας. Η απώλεια του πατέρα ήταν πάντα αισθητή, στα πρώτα βήματα στα σχολεία, στις αποφοιτήσεις, στις αποφάσεις της ζωής μας, στους γάμους, στα βαφτίσια, στα Χριστούγεννα, στο Πάσχα. Δεν ήταν εύκολα τα χρόνια. Σίγουρα όσο περνούσε ο καιρός και λιγόστευαν οι ελπίδες, αυτό που θέλαμε και αυτό που έλεγε πάντα η μητέρα μου πριν πεθάνει, είναι τουλάχιστον να θαφτούν όπως πρέπει», εξήγησε δίνοντας μόλις μια ιδέα από το μαρτύριο που οι Τούρκοι υπέβαλαν τις οικογένειες των αγνοουμένων.
Αργότερα έμαθαν πως τους είχαν μεταφέρει στο γκαράζ Παυλίδη και από εκεί τους χώρισαν ξανά. «Εκεί, όσοι ήταν πάνω από 50 χρόνων, τους μετέφεραν στην περιοχή Ορνίθι και τους είχαν εκτελέσει εν ψυχρώ οι Τούρκοι στρατιώτες», πρόσθεσε.
«Το 2009 έγινε ανασκαφή στην περιοχή στο Ορνίθι και υπήρχαν ενδείξεις ότι ανάμεσα σε αυτούς που ήταν θαμμένοι εκεί, ήταν και ο πατέρας μου. Όταν έγινε η ανασκαφή στην περιοχή, είχε διαπιστωθεί πως ο τάφος είχε ανοιχτεί προηγουμένως και έγινε μεταφορά του μεγάλου όγκου οστών και στην περιοχή είχαν εντοπιστεί μόνο υπολείμματα οστών. Εμάς μας έχουν καλέσει ως οικογένεια το 2011. Είχε βρεθεί στο Ορνίθι και έγινε η ταυτοποίηση του. Για τον πατέρα μου συγκεκριμένα, είχε βρεθεί το δεξί του παπούτσι, μαζί με το πέλμα του και δύο επιγονατίδες και για την πλειοψηφία των συγχωριανών έχουν βρεθεί υπολείμματα οστών. Είναι ελάχιστοι οι σκελετοί που βρέθηκαν ολόκληροι.
Το μαρτύριο δεν τελείωσε ακόμα
»Για μας το μαρτύριο δεν τελείωσε όταν μάθαμε ότι πέθαναν. Εμείς ζούμε ένα δεύτερο μαρτύριο και ίσως να μας πληγώνει ακόμη περισσότερο αυτό. Από το 2011 μέχρι σήμερα βρίσκεται σε ένα κασονάκι στο Ανθρωπολογικό Κέντρο»…
Η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους της Κύπρου, σύμφωνα με την Μαρία Λεοντίου Γεωργίου, δεν έχει το απαραίτητο κονδύλι, ώστε να προχωρήσει με την ταυτοποίηση των υπολειπόμενων οστών, που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο Ανθρωπολογικό Κέντρο.
«Μέσω του DNA έγινε η ταυτοποίηση των οστών για 68 άτομα από την Άσσια. Υπάρχει ένας τεράστιος όγκος οστών, προσωπικά τα είχα δει όταν είχαμε πάει στο Ανθρωπολογικό Κέντρο, τα οποία παρόλο που αρχικά μας έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να δώσουν DNA, τελικά παραδέχθηκαν ότι μπορούν να δώσουν, αλλά είναι θέμα κόστους, το οποίο δεν μπορεί να καλυφθεί με τα κονδύλια που έχει στη διάθεσή της η ΔΕΑ για όλες τις περιπτώσεις.
»Σε συνάντηση που είχαμε τον Ιούνιο του 2021, μας είχαν ξεκαθαρίσει πως αν βρεθούν κονδύλια από άλλους πόρους, είναι διατεθειμένη η ΔΕΑ να τα διαθέσει για το συγκεκριμένο εγχείρημα, δηλαδή την ταυτοποίηση μέσω DNA όλων των οστών, για να δοθούν στις οικογένειες. Σε εκείνη τη μάζα των οστών κανείς δεν αποκλείει ότι μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι. Ακόμη υπολείπονται ακόμη 900 αγνοούμενοι. Κανένας δεν ξέρει αν ανάμεσα σε εκείνα τα άτομα που έπιασαν από το γκαράζ Παυλίδης και τα πήγαν στο Ορνίθι, δεν υπάρχουν άτομα από άλλες περιοχές.
»Είναι πολύ τραγικό να μην διατεθούν τα κονδύλια για να γίνει η ταυτοποίηση, για να βρούμε περισσότερους ανθρώπους. Ένα παράδειγμα, ο θείος μου, ο οποίος είχε συλληφθεί στο χωριό μαζί με τον πατέρα μου, δεν έγινε ταυτοποίηση των οστών του. Ήδη έχουμε από άτομα που έχουν συλληφθεί μαζί με τους υπόλοιπους, για τους οποίους δεν έγινε κάποια ταυτοποίηση μέσω του DNA. Τόσο καιρό περιμένουμε από τους Τούρκους να μας πουν που τους έθαψαν και που είναι. Τώρα περιμένουμε και προσπαθούμε να πείσουμε τους Ελληνοκύπριους να μας δώσουν τα λείψανα των δικών μας που είναι εκεί, αυτό είναι το τραγικό και η αγανάκτηση που νιώθουμε.
»Πάντα παίρνουμε υποσχέσεις, αλλά κανένας δεν τροχιοδρομεί καταστάσεις για να προχωρήσει η διαδικασία. Από υποσχέσεις μπουχτίσαμε, πλέον είναι η ώρα να δούμε μέτρα. Τότε ήμουν πέντε ετών και έπιασαν τον πατέρα μου μπροστά μου και κανένας δεν με ρώτησε αν θα τον ήθελα να τον έχω στη ζωή μου, μαζί μου ή όχι. Τουλάχιστον τώρα που είμαι 53 ετών, ας μου δώσουν το δικαίωμα να τον θάψω. Είναι πολύ τραγικό αυτό που συμβαίνει, το δράμα αυτών των οικογενειών, για ένα κονδύλι 1 εκατομμυρίου. Για άλλα δίνουμε κονδύλια, για γήπεδα, για οτιδήποτε άλλο υπάρχει η οικονομική άνεση και για αυτό το θέμα, όχι. Για μένα από την πρώτη μέρα που είχα πάει εκεί, έδωσα μία υπόσχεση στον πατέρα μου και στον εαυτό μου, ότι θα καταβάλω κάθε προσπάθεια για να ξέρω ότι έκανα κάτι», είπε με τρεμάμενη φωνή.
Γιατί η οικογένεια δεν παίρνει τα οστά που έχουν ταυτοποιηθεί
«Είναι οικογενειακή η απόφαση να τον αφήσουμε εκεί, αλλά είναι ένα θέμα που επαναφέρουμε στο τραπέζι συχνά πυκνά. Ακόμη και εμείς οι ίδιοι προβληματιζόμαστε τι θα ήταν καλύτερο και για τον ίδιο και για μας να κάνουμε, αλλά πάντα καταλήγουμε ότι δεν θα καταφέρουμε να κάνουμε δύο κηδείες. Αν πάρουμε τα λίγα οστά τώρα και τα θάψουμε και μας δώσουν μετά άλλα και μετά άλλα, κάθε λίγο θα κάνουμε κηδεία; Είναι κάτι που δεν αντέχεται από κανένα αυτό το συναισθηματικό βάρος.
»Σε μία επίσκεψη στο Κέντρο είχα ζητήσει να δω τα οστά του πατέρα μου και είναι πολύ τραγικό να βλέπεις σε μία αποθήκη, τα κιβώτια με τα λείψανα των δικών μας, στοιβαγμένα σε ράφια και σκονισμένα. Αμφιβάλλων αν οι συνθήκες είναι σωστές, για την διατήρηση αυτών των οστών. Είναι πολύ τραγικό για μας. Τους περιμέναμε τόσα χρόνια για να τους κάνουμε κηδεία και να τους θάψουμε. Τώρα; Ξέρουμε ότι είναι εκεί τα λείψανα του μπαμπά μας. Τι πρέπει να κάνουμε; Να περιμένουμε και τα υπόλοιπα οστά ή να τα θάψουμε; Και όταν μας δώσουν κι άλλα, τι θα κάνουμε; Θα τα ξεθάψουμε και θα κάνουμε ξανά κηδεία;
»Προσωπικά νιώθω μία απογοήτευση και πίκρα να ζητούμε τα αυτονόητα. Είναι χρέος της πολιτείας, είναι χρέος του καθενός που είναι στην εξουσία, να δει αυτό το θέμα ανθρωπιστικά, όπως το λένε όλοι. Κανένας δεν κάνει έργα, αλλά μπουχτίσαμε από λόγια και υποσχέσεις. Ήμουν πέντε ετών και τώρα είμαι 53. Οι γονείς μας πέθαναν και με τους ρυθμούς που πάει η ΔΕΑ θα κάνουν άλλα τόσα χρόνια και δεν θα βρίσκουν ούτε παιδιά ούτε εγγόνια για να δώσουν οστά», υπογράμμισε αποτυπώνοντας τι ζουν 47 χρόνια τώρα οι οικογένειες των αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.
Ακούει κανείς;
- Με πληροφορίες από το reporter.com.cy.