Η Βέρα Γιακουπίδου, απόγονος των Ελλήνων εξόριστων στο Καζακστάν από τα παρευξείνια παράλια του Καυκάσου, μένει στο χωριό Πανφίλοβο (Ταμπακσοβχόζ) της περιοχής Ταλγκάρ στην περιφέρεια Αλμάτι. Στη λαϊκή μνήμη το χωριό διατηρεί την παλιά του ονομασία Ταμπακσοβχόζ του Αλμάτι (ταμπάκ – καπνός και το σοβχόζ είναι ένα είδος του αγροκτήματος της σοβιετικής περιόδου).
Από την περίοδο της εξορίας το 1949 ο πληθυσμός του χωριού παραμένει στην πλειοψηφία του ελληνικός.
Οι Έλληνες του Ταμπακσοβχόζ είναι απόγονοι των προσφύγων από τον Πόντο και συνηθίζουν να δίνουν τις δικές τους ονομασίες σε ό,τι τους περιβάλει. Έτσι και το Ταμπακσοβχόζ γι’ αυτούς είναι το Καπνοχώρι.
Η Βέρα Γιακουπίδου ήταν από τους πρώτους Έλληνες του Καζακστάν, που εξοικειώθηκε στη χρήση της νεοελληνικής γλώσσας και ήταν παρούσα στην ίδρυση της Πρεσβείας και του Προξενείου της Ελλάδας στο Αλμάτι. Εργάστηκε ως υπάλληλος στο Προξενείο και το ακολούθησε κατά τη μεταφορά του στην Αστάνα (Νουρ-Σουλτάν). Μετά το πέρας της συνεργασίας με το Προξενείο η Βέρα γύρισε στο χωριό της, παρόλο που μπορούσε να μείνει στην πρωτεύουσα του Καζακστάν ή να φύγει στην Ελλάδα.
Η Βέρα επέλεξε να ζει δίπλα στους Έλληνες του Καζακστάν, οι οποίοι από 60.000 τη δεκαετία του 1950 μέχρι τις μέρες μας μειώθηκαν σε 10.000.
Για να απαντήσει στην ερώτηση για την εθνική της συνείδηση και να απορρίψει οποιεσδήποτε διευκρινίσεις η Βέρα Γιακουπίδου χρησιμοποιεί μια φράση «Είμαι 200% Πόντια».
Γεννήθηκε, σαν σήμερα, στις 26 Ιανουαρίου 1961 στο χωριό Ταμπακσοβχόζ του Αλμάτι (τότε Αλμά-Ατά). Ο πατέρας της Παντελής Γιακουπίδης του Γεωργίου γεννημένος, το 1917, στο ελληνικό χωριό Μερτσάνσκογιε της περιοχής Κριμσκ της περιφέρειας Κρασνοντάρ (τότε Αικατερινοντάρ), ήταν απόγονος των Ποντίων που κατέφυγαν στη Ρωσία από την Τραπεζούντα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Η μητέρα της Μαρία (Ιλιινά) Ηλιοπούλου του Ελευθερίου γεννήθηκε στο χωριό Βίτιαζεβο με συμπαγή ελληνικό πληθυσμό. Οι γονείς της Βέρας παντρεύτηκαν το 1941. Στις 12 Οκτωβρίου το ανδρόγυνο απέκτησε την πρώτη κόρη τους Μαρία. Την ίδια χρονιά ξεκίνησαν οι πρώτες εξορίες των Ελλήνων στην ενδοχώρα.
Η οικογένεια Γιακουπίδη εκτοπίστηκε στο ελληνικό χωριό Σπάρτα της Αυτόνομης Περιφέρειας της Καρατσάγιεβο-Τσερκεζίας του Κεντρικού Καυκάσου και λίγο αργότερα στο βάθος της ίδιας περιφέρειας.
Το 1944 το ζευγάρι παρά τις δυσκολίες και κακουχίες απέκτησε το δεύτερο παιδί τους, τον Γιούρι, και το 1946 το τρίτο, τον Παναγιώτη.
Εξορία στο Καζακστάν
«Η εξορία στην ενδοχώρα του Καυκάσου σαν να μην έφθανε στις σταλινικές Αρχές και στις 13 Ιουνίου 1949 οι γονείς μου εκτοπίστηκαν στο Καζακστάν. Στη λίστα των εξορισμένων μπήκαν όσοι είχαν ελληνική υπηκοότητα. Η μητέρα μου ήταν υπήκοος της Σοβιετικής Ένωσης και είχε δικαίωμα να μείνει. Όμως αυτή επέλεξε να ακολουθήσει τον άνδρα της και γέννησε στο Καζακστάν ακόμα τρεις κόρες. Το 1951 γεννήθηκε η Ελένη, το 1952 η Ναντιέζντα (Ελπίδα) και το 1961 εγώ, η Βέρα. Οι συνθήκες της ζωής και της εργασίας ήταν ιδιαίτερα δύσκολες. Οι Έλληνες έπρεπε να δηλώνουν τη φυσική τους παρουσία στο ειδικό διοικητήριο. Δεν μπορούσαν να φεύγουν από την περιοχή τους. Η κατάσταση άλλαξε ριζικά προς το καλύτερο μετά το θάνατο του Στάλιν», είπε η Βέρα Γιακουπίδου περιγράφοντας τα πρώτα χρόνια της ζωής της οικογένειας της στο Καζακστάν.
Μετά την καταδίκη της πολιτικής των σταλινικών διώξεων στους εξόριστους δόθηκε το δικαίωμα της επιστροφής στον προηγούμενο μέρος κατοικίας τους, όμως και πάλι με περιοριστικούς όρους. Οι Έλληνες, οι οποίοι επέλεξαν να εγκαταλείψουν τα μέρη της εξορίας, έπρεπε να ξεκινήσουν τη ζωή τους από την αρχή.
«Εμείς μείναμε στο Ταμπακσοβχόζ του Αλμάτι. Μακριά από την πατρίδα των παππούδων μας. Όμως εξακολουθούμε να ζούμε ελληνικά. Και αυτό μου δίνει το δικαίωμα να λέγομαι συμβολικά “200% Πόντια”. Τίποτα και κανείς δεν μπορεί να μας αλλάξει. Ο πολιτισμός μας είναι ποντιακός· η ποντιακή διάλεκτος, οι ποντιακοί χοροί, τα ποντιακά τραγούδια και η ποντιακή μουσική. Το ίδιο νιώθουν όλοι οι κοντινοί μου άνθρωποι. Αυτή είναι η μοίρα της οικογένειάς μου και η δική μου», δήλωσε η συνομιλήτριά μου.
Η ζωή στα βάθη της Ασίας
«Η ζωή μου είναι δεμένη με το Καζακστάν. Εδώ είναι οι συγγενείς μου και οι φίλοι μου διάφορων εθνικοτήτων. Όλες οι αναμνήσεις μου έχουν σχέση με αυτά τα μέρη. Εδώ είναι το πατρικό μου σπίτι. Εδώ από τους γονείς μας κληρονομήσαμε τις εθνικές μας αξίες. Ο Πόντος για μας είναι ένα όνειρο μιας αδύνατης επιστροφής στην πατρίδα. Η Ελλάδα για μας είναι ένα σύμβολο της όμορφης ελεύθερης ελληνικής γης και της μακραίωνης συνέχειας του πολιτισμού μας. Η νοσταλγία για τον Πόντο και την Ελλάδα μάς ακολουθεί πάντα. Πριν τη μαζική μετεγκατάσταση των Ελλήνων στον Καύκασο και την Ελλάδα το Ταμπακσοβχόζ μας ήταν μια μικρή Ελλάδα. Όμως και τώρα είμαστε πολλοί», είπε η Βέρα περιγράφοντας τα συναισθήματά της σχετικά με τον τόπο, που έγινε γι’ αυτήν και την οικογένειά της δεύτερη πατρίδα.
Το 1978 η Βέρα Γιακουπίδου τελείωσε το δεκατάξιο σοβιετικό σχολείο της περιοχής της № 100. Ύστερα σπούδασε στη χημική σχολή Εθνικού Κρατικού Πανεπιστημίου του Καζακστάν και ξεκίνησε να εργάζεται στο Επιστημονικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Ορυκτών Πρώτων Υλών. Το 1996 το Ινστιτούτο καταργήθηκε. Υπήρχαν σκέψεις για τη μετεγκατάσταση στην Ελλάδα. Όμως η συνείδηση άλλης μιας αρχής έβαζε φρένο στα τολμηρά σχέδια της Βέρας. Ο ελεύθερος χρόνος άφηνε περιθώρια για την αναβάθμιση στις γνώσεις της νεοελληνικής γλώσσας.
Η Βέρα άρχισε να παρακολουθεί τα σεμινάρια για τους καθηγητές της νεοελληνικής γλώσσας στον Σύνδεσμο των Ελληνικών Συλλόγων του Καζακστάν και της Κιργιζίας «Φιλία» με την καθηγήτρια Γεωργία Δραγουδάκη από την Ελλάδα.
Μετά τα σεμινάρια δίδασκε τα ελληνικά στο σχολείο ως μια προαιρετική γλώσσα. «Την καλή γνώση της νεοελληνικής γλώσσας οφείλω στην καλή και ταλαντούχα καθηγήτριά μας», σημείωσε η Βέρα.
Παράλληλα με τις σπουδές και την εργασία μεγάλωσαν και τα παιδιά της Βέρας. Ο Ηλίας σπούδασε στη σχολή δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα εργάζεται στην Κύπρο. Η κόρη της Ελένη παρέμεινε στο Καζακστάν και σπούδασε στο Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών του Αλμάτι. Η Βέρα πολύ νωρίς έχασε τον άνδρα της και μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά με τη βοήθεια των γονιών.
Ο Βίκτωρ Κόντιντσεφ ήταν Ρώσος. Σκοτώθηκε σε τροχαίο το 1987 πέντε χρόνια μετά το γάμο τους. Ο πατέρας της Βέρας έφυγε από τη ζωή το 1991, η μητέρα της έζησε μέχρι τις 13 Μαρτίου 2008 και πέθανε στην ηλικία των 90 ετών.
Η εργασία στο Προξενείο της Ελλάδας
Το πρώτο γραφείο της πρεσβείας της Ελλάδας στο Καζακστάν λειτουργούσε στο ξενοδοχείο «Ραχάτ Παλλάς». Στις 7 Μαΐου 1997 η Βέρα μαζί με τη Γεωργία Δραγουδάκη πήγαν στην Πρεσβεία για συνέντευξη. Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία της με την ελληνική διπλωματική αντιπροσωπία. Ο πρώτος πρέσβης ήταν ο Κωνσταντίνος Τριτάρης.
Το 1998 η Γεωργία Δραγουδάκη ξεκίνησε μαθήματα των ελληνικών για δύο ομάδες μαθητών. Η Βέρα για κάποιο διάστημα δίδασκε μαζί της. Στις 16 Φεβρουαρίου 2000 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Προξενείο της Ελλάδας στο Αλμάτι. Η Βέρα αφοσιώθηκε στα νέα της καθήκοντα. Στις 26 Απριλίου 2009 η Πρεσβεία και το προξενείο μεταφέρθηκαν στην Αστάνα. Η Βέρα εργαζόταν στη νέα πρωτεύουσα του Καζακστάν, όμως δεν ξεχνούσε και το σπίτι της.
Σήμερα δεν υπάρχει Έλληνας του Καζακστάν που να μην γνωρίζει τη Βέρα Γιακουπίδου.
Αρκετοί από αυτούς έπρεπε να διανύουν εκατοντάδες και χιλιάδες χιλιόμετρα για να φθάσουν στο Προξενείο της Ελλάδας. Η Βέρα προσπαθούσε να κάνει τη μέγιστη προετοιμασία για τη συνάντηση, ώστε να μην αργούν οι διαδικασίες στη διάρκεια των συναντήσεων με τους πολίτες. Αρκετό χρόνο έπαιρναν και οι οργανώσεις διαφόρων συνεδρίων και επισκέψεων από την Ελλάδα για την τακτοποίηση των ζητημάτων ανάμεσα στην Ελλάδα και το Καζακστάν.
Ελληνικό κοινωνικό κίνημα στο Καζακστάν
Η Βέρα Γιακουπίδου, όπως και τα άλλα μέλη της οικογένειας της, είναι ενεργά μέλη του Συνδέσμου των Ελληνικών Συλλόγων του Καζακστάν και της Κιργιζίας «Φιλία».
«Ο πρώτος στόχος του Συνδέσμου των Ελλήνων είναι η διατήρηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Ένας από τους δύσκολους στόχους είναι η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας. Δυστυχώς οι περισσότεροι Έλληνες της νέας γενιάς στο Καζακστάν και σε όλη την πρώην Σοβιετική Ένωση στην εποχή μας δεν κατέχουν τη μητρική γλώσσα. Εγώ μαθαίνοντας τα ελληνικά βοηθήθηκα πολύ από τη γνώση της ποντιακής διαλέκτου. Οι γονείς μας μεταξύ τους μιλούσαν μόνο ποντιακά. Η βασική γλώσσα των Ελλήνων στην πρώην Σοβιετική Ένωση στις μέρες μας είναι ρωσική», περιέγραψε την κατάσταση στο ελληνικό χώρο του Καζακστάν η Βέρα Γιακουπίδου.
Η αδελφή της Βέρας Ελένη για πολλά χρόνια ήταν υπεύθυνη του ελληνικού χορευτικού συγκροτήματος. Μετά τον πρόσφατο θάνατό της δημιουργήθηκε μεγάλο κενό, το οποίο καλύπτουν λίγοι γνώστες του πολιτισμού των Ελλήνων του Πόντου. Σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές ακόμα και οι ηλικιωμένοι Έλληνες δεν θυμούνται τις σωστές κινήσεις των χορών. Χρειάζονται ειδικοί στα πολιτιστικά θέματα. Ο ελληνικός και για ακρίβεια ποντιακός οργανωμένος χώρος του Καζακστάν έχει πολλή δουλειά μπροστά του.
Οι Έλληνες του Καζακστάν είναι Πόντιοι.
Είναι πολύ μακριά όχι μόνο από την Ελλάδα, όμως και από τον Καύκασο, όπου ο ελληνικός πληθυσμός είναι αρκετά μεγαλύτερος σε σχέση με την Ασία.
«Χάρη στη μεταφορά της πρωτεύουσας του Καζακστάν στην βόρεια περιοχή του Καζακστάν έγιναν πιο συχνές οι επαφές μας με τους Έλληνες αυτών των απομακρυσμένων περιοχών. Εκεί παραμένουν στην πλειοψηφία τους οι ηλικιωμένοι άνθρωποι. Όταν κοιτώ στα μάτια τους, αντικρίζω όλο τον πόνο της τραγικής τους μοίρας. Μετά από τόσους κατακλυσμούς στην ιστορία του ελληνισμού πως να μη χάσουμε κάποια από τα πολιτισμικά μας στοιχεία.
Οι επαφές με την Ελλάδα
«Πρώτη φορά επισκέφτηκα την Ελλάδα το 1997. Οι ήχοι της, η φύση της και η συμπεριφορά των Ελλήνων μου φάνηκαν οικία. Είχα την αίσθηση πως ήμουν κάποτε σε αυτή τη χώρα. Από τότε την Ελλάδα την επισκέπτομαι συχνά. Η επαφή με τη χώρα, όπου μιλιέται η ελληνική γλώσσα μου δίνει δυνάμεις. Όταν εργαζόμουν στο Προξενείο της Ελλάδας είχα την καθημερινή επαφή με τους αντιπροσώπους της Ελλάδας. Τότε δεν μου έλειπε τόσο η ατμόσφαιρα της μακρινής Ελλάδας. Οι ίδιοι διπλωμάτες και υπάλληλοι της Πρεσβείας και του Προξενείου της Ελλάδας, ευρισκόμενοι μακριά από τη χώρα τους, προσπαθούν να βρουν οτιδήποτε, που τους θυμίζει την πατρίδα.
»Τους συγκινούν οι εθνικές και πολιτισμικές εκφράσεις των Ελλήνων του Καζακστάν. Αυτή η αλληλοεπίδραση βοηθάει στην γενικότερη αναγέννηση του ελληνισμού. Λόγω των οικονομικών δυσκολιών πολλά από τα προγράμματα στήριξης του απόδημου ελληνισμού κόπηκαν. Όμως εγώ ευελπιστώ, πως η σχέση ανάμεσα στους Έλληνες της Ελλάδας και των ακριτικών περιοχών της Ασίας θα παραμείνει άσβεστη», είπε η Βέρα στο τέλος της συζήτησής μας.
Η Βέρα με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση μίλησε και για την πρόσφατη διαδικτυακή συνομιλία με την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, στις 31 Δεκεμβρίου 2021, συνδέθηκε με τους εκπροσώπους των Ελλήνων του Καζακστάν για να τους ευχηθεί χρόνια πολλά για τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Ανάμεσά τους ήταν και η Βέρα.
Τα πρόσφατα γεγονότα στην πολιτική ζωή του Καζακστάν ανησύχησαν τους Έλληνες μιας από της μεγαλύτερες χώρες στην Ασία και στον Κόσμο. Κατά καιρούς η αντοχή του ελληνισμού του Καζακστάν και όλης της Κεντρικής Ασίας δοκιμάζεται. Όμως οι απόγονοι των Ελλήνων του Πόντου και του Καυκάσου παραμένουν ακλόνητοι στα εθνικά τους πιστεύω και την ειρηνική συνύπαρξη των λαών με τους οποίους ζουν δίπλα.
Βασίλης Τσενκελίδης, ιστορικός