Τη νύχτα της 16ης Ιανουαρίου 1829, ελληνικός στολίσκος πέτυχε σπουδαία νίκη επί των Οθωμανών, μέσα στο λιμάνι της Πρέβεζας.
Δύο χρόνια μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, ο Ιωάννης Καποδίστριας γνώριζε πολύ καλά ότι για να είναι σε πλεονεκτική διαπραγματευτική θέση και για να είναι βιώσιμο το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, δεν επαρκούσαν τα εδάφη της Πελοποννήσου και ορισμένων νησιών.
Η απόφαση ήταν να διεξαχθούν επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα, ώστε τα βόρεια σύνορα της χώρας να φτάνουν μέχρι τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού.
Μετά την κατάληψη της Βόνιτσας το 1828, ο Βρετανός φιλέλληνας στρατιωτικός Ρίτσαρντ Τσωρτς σκέφτηκε να δημιουργήσει προγεφύρωμα στην Ήπειρο. Έτσι έστειλε τον Λάμπρο Κουτσονίκα με 1.000 άνδρες να καταλάβει την Κορωνησία και να την οχυρώσει, ενώ διέταξε τον πλοίαρχο Ανδρέα Τενεκέ να περιφρουρεί νότια του νησιού.
Οι Οθωμανοί σφυροκόπησαν το νησί με 5.000 στρατιώτες, 4 κανονιοφόρους και 2 μπρίκια αλλά η άριστα οργανωμένη άμυνα των Σουλιωτών του Κοτσονίκα τους οδήγησε σε ντροπιαστική υποχώρηση προς τη Σαλαώρα.
Τα τουρκικά βαριά πλοία υπέστησαν πανωλεθρία απέναντι στα ελαφρά ελληνικά καταδρομικά και κατέφυγαν στην Πρέβεζα.
Το βράδυ της 16ης Ιανουαρίου, ελληνικά πλοία μπήκαν στο λιμάνι της Πρέβεζας, και παρά τον κανονιοβολισμό των φρουρίων, κυρίευσαν δύο κανονιοφόρους, δύο-τρία μικρότερα πλοία και αιχμαλώτισαν 24 Τούρκους, ανάμεσά τους και τον Χασάν Πασά, αρχηγό του τουρκικού στολίσκου.
Οι Έλληνες είχαν τρεις νεκρούς, ανάμεσά τους και ο πατέρας του Ανδρέα Τενεκέ, αλλά και 15 τραυματίες.
Το προγεφύρωμα των Ελλήνων διατηρήθηκε και επεκτάθηκε με τη δημιουργία ενός μικρότερου, κοντά στις εκβολές του Λούρου.
Το ναυτικό αυτό κατόρθωμα στερέωσε τη θέση των ελληνικών στρατευμάτων στην περιοχή του Αμβρακικού κόλπου και αναπτέρωσε το ηθικό των κατοίκων των πέριξ επαρχιών, που έσπευδαν ήδη να καταταγούν στις εκεί μονάδες του ελληνικού στρατού.