1943. Κατοχή. Ο κόσμος, ειδικά στην Αθήνα, ζει δραματικές στιγμές. Μία ελληνική ταινία ύστερα από τρία χρόνια παίζεται στους κινηματογράφους. Η φωνή της καρδιάς είναι ένα φιλμ-σταθμός για την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Από αυτό άρχισε η εγχώρια βιοτεχνία, υπήρξε το πρώτο φιλμ της Φίνος Φιλμ και μεταξύ άλλων ήταν η πρώτη εμφάνιση ενός παιδιού-θαύμα που έμελλε να γίνει η πρώτη σταρ στην μεταπολεμική Ελλάδα: Της Σμαρούλας Γιούλη.
Ένα αστέρι γεννιέται
Η γεννημένη σαν σήμερα στη Θεσσαλονίκη Σμαρούλα Γιούλη ήξερε από την παιδική της ηλικία με τι ήθελε να ασχοληθεί. Και το πολέμησε σε μια περίοδο δύσκολη, μετά την Κατοχή και μέσα στον εμφύλιο.
Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Δημήτρη Ροντήρη και συνέχισε τις σπουδές της με χορό και τραγούδι. Μετά τη Φωνή της καρδιάς ακολούθησαν και άλλα φιλμ, όπως το Χαμένοι άγγελοι του 1949. Μία τολμηρή ταινία για τα μέτρα της εποχής, στην οποία η ηρωίδα μπλέκεται με τον υπόκοσμο και ο αρχηγός της συμμορίας είναι ο πατέρας της που ούτε εκείνη ήξερε και αυτός αγνοούσε την ύπαρξή της.
Στο θέατρο ξεκίνησε με το έργο Χαρούμενα νιάτα και στη συνέχεια συνεργάστηκε με την κυρία Κατερίνα και τον Μάνο Κατράκη στο έργο Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Πάνω στο σανίδι, δοκιμάζεται και με επιτυχία σε πολλά είδη.
Και επειδή διέθετε και πολύ καλή φωνή είχε και επιτυχίες στο τραγούδι, κυρίως από το χώρο της επιθεώρησης.
Η μεγάλη αλλαγή
Βρισκόμαστε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50. Η Σμαρούλα ήταν σταρ της εποχής, αλλά πολύ μακριά από την εικόνα του μεγάλου ονόματος όπως αυτή εξελίχτηκε στην πορεία του χρόνου.
Ο Τύπος της εποχής ήταν διακριτικός, δεν κυνηγούσε τα σκάνδαλα και οι αστέρες που μεσουρανούσαν δεν διέφεραν από έναν καθημερινό άνθρωπο επιτυχημένο στην δουλειά του. Τότε γνώρισε τον Βαγγέλη Λειβαδά.
Εκείνος παντρεμένος, έχει δύο παιδιά και έρχεται από άλλο επαγγελματικό χώρο μεν, αλλά λάτρης του θεάτρου.
Η πρώτη τους συνάντηση ήταν στο κέντρο της Αθήνας, έξω από το φαρμακείο του Μαρινόπουλου. «Την είδα έξω από το φαρμακείο του Μαρινόπουλου να περιμένει. Περνούσαν τα τραμ το ένα μετά το άλλο γεμάτα από κόσμο και εκείνη δεν μπορούσε να μπει μέσα. Φοβόταν να σπρώξει λίγο και να ανεβεί, τόσο πολύ διακριτική και προσεκτική ήταν! Την έπιασα από τη μέση και την ανέβασα στο τραμ», είχε πει ο θεατρικός επιχειρηματίας. Από τότε το ζευγάρι δεν χώρισε ποτέ.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας και κουμπάροι τους ήταν οι αξέχαστοι ηθοποιοί και φίλοι τους Μίμης Φωτόπουλος και Ντίνος Ηλιόπουλος. «Ευτυχώς που παντρεύτηκες αυτήν τη γυναίκα γιατί μόνο αυτή θα σταθεί όρθια και σίγουρα δίπλα σου», έλεγε στον Βαγγέλη Λιβαδά ο Μίμης Φωτόπουλος.
Εκεί, στην οδό Αμερικής
Ο Λειβαδάς μπήκε στις θεατρικές παραγωγές. Και το 1961 αγόρασε έναν μικρό κινηματογράφο στην οδό Αμερικής 10, που έγινε το θέατρο «Αμιράλ» (σημερινό «Μικρό Χορν»). Σημαδιακό ότι το Αμιράλ ήταν το τελευταίο θέατρο που έμεινε στον επιχειρηματία μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του.
Στη διπλανή πολυκατοικία, στον ημιώροφο, έγιναν τα γραφεία της νέας εταιρείας. Και μετά ήρθε και το καλοκαιρινό «Παρκ» και μετά το «Βέμπο» και το «Σμαρούλα» στην Ευελπίδων που τόση πίκρα τον πότισε.
«Ο Λειβαδάς ανέβαζε και κατέβαζε πρόσωπα», ήταν το μότο κυρίως στα ’70s και τα ’80s. Ως γνώστης του χώρου, αλλά και άνθρωπος της πιάτσας, ήξερε να ξεχωρίζει το καλό από μακριά. Έπαιζε με τις τάσεις του θεάματος, εμπιστευόταν νέους ανθρώπους, γνώριζε ποιος ήταν και για πού.
Κλασικό παράδειγμα το 1981 που έμεινε άστεγη η «Ελεύθερη σκηνή» (Φασουλής, Παναγιωτοπούλου, Παπακωνσταντίνου, Αδαμάκη)· τους διεκδίκησε και τους πήγε στο «Σμαρούλα» με την υπερπετυχημένη παράσταση Της Ελλάδος το κάγκελο.
Τότε στο θίασο είχε μπει σαν ηθοποιός και συγγραφέας ένας νεαρός ερχόμενος από το Θεσσαλικό Θέατρο, ο Λάκης Λαζόπουλος. Όταν ο τελευταίος ήρθε σε ρήξη με τον Σταμάτη Φασουλή, ο Λειβαδάς τού έδωσε στέγη στο θέατρο «Βέμπο», ρισκάροντας τρελά. Και δικαιώθηκε, αφού η «ένωση» νέων δυνάμεων με βετεράνους του είδους έκανε το ΠΑΣΟΚ της Χάιδως τρελή επιτυχία.
Η «κόντρα» με την Αλίκη
Έχοντας εγκαταλείψει τον κινηματογράφο από τα μέσα των ’60s η Σμαρούλα Γιούλη αναδείχθηκε σε σπουδαία ρολίστρια. Από το δράμα στην κωμωδία, από την Αγία Αθανασία του Αιγάλεω σε επιθεώρηση.
Μάλιστα δεν δίστασε να μπει και δεύτερο όνομα όταν ο σύζυγός της ανέβασε τον Τρελό του λούνα παρκ με τον Θανάση Βέγγο, που έγινε η μεγαλύτερη θεατρική επιτυχία του σπουδαίου κωμικού μας.
Από την άλλη, το μιούζικαλ στη χώρα μας, πλην Αλίκης, δεν είχε σχεδόν καθόλου επιτυχία. Το καλοκαίρι του 1982 το ζευγάρι αποφάσισε να ρισκάρει και ανέβασε το Σικάγο. Ναι, αυτό που 20 χρόνια μετά μεταφέρθηκε στο σινεμά κερδίζοντας Όσκαρ.
Ο Κώστας Ταχτσής υπέγραφε τη μετάφραση, ενώ τα πάντα, από κοστούμια μέχρι σκηνοθέτη, ήρθαν από το εξωτερικό και προσγειώθηκαν στην καλοκαιρινή Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το πρώτο… πασοκικό καλοκαίρι με τις επιθεωρήσεις να κυριαρχούν και την Αλίκη απέναντι να συνεχίζει το θρίαμβο της με την Εβίτα, το Σικάγο στην αρχή ζορίστηκε.
Όμως οι κριτικές και το «από στόμα σε στόμα» βοήθησαν την παράσταση. Μάλιστα στο καμαρίνι της Σμαρούλας φωτογραφήθηκαν οι τότε πολιτικοί αντίπαλοι για τον δήμο της Αθήνας, Δημήτρης Μπέης και Τζάνης Τζανετάκης.
Το επόμενο καλοκαίρι ανέβασε την Γυναίκα της χρονιάς και τη μεθεπόμενη ίσως το πιο πετυχημένο μιούζικαλ. Το Μάγκες και κούκλες ήταν μια σπουδαία στο είδος της παράσταση, κόσμημα για τον τρόπο που ανεβαίνει το μιούζικαλ.
Αργότερα η Σμαρούλα ανέβασε το Hello Dolly και το καλοκαίρι εν μέσω πολλών ατυχιών το Sweet charity που έγινε και αυτό επιτυχία. Όμως το ελληνικό θέατρο είχε αρχίσει να αλλάζει.
Τα πρώτα δείγματα
Υπήρξαν και χρονιές που η Σμαρούλα Γιούλη δεν έπαιζε αλλά σκηνοθετούσε ή συμμετείχε στην παραγωγή. Η δεκαετία του ’80 τελείωσε με μια τεράστια επιτυχία που πήγε… τρένο δύο σεζόν. Το Αταίριαστο ζευγάρι μαζί με τη Μίρκα Παπακωνσταντίνου.
Είμαστε στις αρχές των ’90s. Η είσοδος της ιδιωτικής τηλεόρασης άλλαξε τα πάντα, ακόμα και στο ελληνικό θέατρο. Από τη μία κάποιοι επιχειρηματίες έδιναν γη και ύδωρ σε τηλεαστέρες, οι οποίοι όμως δεν γέμιζαν το θέατρο. Άλλο το τζάμπα της τηλεόρασης και άλλο το θεατρικό εισιτήριο.
Από την άλλη, δημιουργήθηκαν νέες πιάτσες, μακριά από το ιστορικό κέντρο. Κλασικά κεντρικά θέατρα πήγαν να προσαρμοστούν στις νέες καταστάσεις και έχασαν την ταυτότητά τους. Οι παλαιοί θεατρικοί επιχειρηματίες προσπαθούσαν να επιβιώσουν.
Μια αθέτηση συμφωνίας από την μεριά πολύ γνωστής ηθοποιού έκανε τον Βαγγέλη Λειβαδά να χάσει ένα από τα θέατρα.
Τότε σκέφτηκε τη νεο-ρετρό κατάσταση. Κοινώς την επαναφορά κλασσικών ελληνικών έργων που έγιναν και ταινίες σε νέα βερσιόν. Το πείραμα πέτυχε και οι θεατρικές επιχειρήσεις πήραν μια μικρή ανάσα.
Ο πόνος του «Σμαρούλα»
Το καλοκαίρι του 1974 η δημοκρατία επέστρεψε στη χώρα και ο Βαγγέλης Λειβαδάς εγκαινίασε στην Ευελπίδων το θέατρο «Σμαρούλα». Το όνομα της γυναίκας της ζωής του που πρωταγωνιστεί και στο πρώτο έργο που ανέβηκε, την Εθνική κωμωδία.
Αρκετά κοντά με το «Αττικόν», ένα καλοκαιρινό κομψοτέχνημα που ανέβαζε κυρίως μπουλβάρ και σε συνδυασμό με το «Λουζιτάνια» κάνουν την περιοχή υπολογίσιμη θεατρική καλοκαιρινή πιάτσα.
Όμως από την δεκαετία του ’90 άρχισαν τα προβλήματα και για τα καλοκαιρινά θέατρα του κέντρου που ερήμωσαν σιγά-σιγά.
Το καλοκαίρι του 2006 η Μις Πέπσι με πρωταγωνίστρια την Μπέσυ Μάλφα ήταν η τελευταία παράσταση που ανέβηκε εκεί. Το θέατρο γκρεμίστηκε για να γίνει γκαράζ. Το ζευγάρι έδωσε αγώνες για να κριθεί διατηρητέο, αλλά δεν…
Δύο χρόνια μετά, το φθινόπωρο του 2008, λόγω υψηλού μισθώματος ο Λειβαδάς αναγκάστηκε να μην ανανεώσει τη συνεργασία του με το «Βέμπο». Το θέατρο έμεινε κλειστό για 6 χρόνια. Ούτε εκείνος ούτε εκείνη έζησαν για να το δουν να ξανανοίγει, έστω και από άλλους επιχειρηματίες.
Ένα τεράστιο γιατί
«Ναι, έχω παράπονο από τους ανθρώπους του θεάτρου. Όταν σε έχουν ανάγκη είναι όλο αγάπες! Έχουν εξαφανιστεί όλοι. Δεν τους παρεξηγώ, αντίθετα τους συγχωρώ», είχε δηλώσει τότε ο Βαγγέλης Λειβαδάς σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις. Το ζευγάρι απομονώθηκε ενώ οι φήμες για προβλήματα υγείας έδιναν και έπαιρναν.
27 Νοεμβρίου 2011. Ο Βαγγέλης Λειβαδάς έσβησε από αναθυμιάσεις του αερόθερμου, στο σπίτι τους στην Γλυφάδα.
Η Σμαρούλα, που είχε υποστεί ισχυρό σοκ βλέποντας τον σύζυγό της νεκρό μέσα στα κλινοσκεπάσματά του, δεν μπόρεσε ποτέ να βγάλει από το μυαλό της αυτές τις τραγικές εικόνες.
Στοίχειωσαν μέσα της, τη βασάνιζαν και δεν μπορούσε να βρει την ηρεμία ως και την τελευταία πνοή της ζωής της στις 7 Μαρτίου 2012. Η μεγάλη κυρία του θεάτρου πέθανε σε γηροκομείο. Χωρίς τη φωνή της και χτυπημένη από την άνοια κοιτούσε συνέχεια προς την πόρτα. Σαν να περίμενε τον άντρα της ζωής της να μπει μέσα. Αλλά εκείνος είχε ήδη φύγει.
Σπύρος Δευτεραίος