Η οικογένεια Μηνόγλου εγκατέλειψε οριστικά το Χονάζ της Τουρκίας πριν από 98 χρόνια, κατά την ανταλλαγή πληθυσμών.
Πεπεισμένοι ότι μια μέρα θα επέστρεφαν στον τόπο τους, εμπιστεύτηκαν τα προικιά των κοριτσιών της οικογένειας στον Τούρκο γείτονά τους Κεμάλ Γκατζάρογλου.
Έπειτα από 74 χρόνια ο εγγονός του Κεμάλ Γιαλτσίν εκπλήρωσε την επιθυμία του παππού του να επιστραφούν τα προικιά στην οικογένεια, εντοπίζοντας απογόνους των Μηνογλαίων στον Βόλο το 1998.
Την ιστορία αυτή κατέγραψε στο βιβλίο του, με τίτλο «Μια προίκα αμανάτι», το οποίο έχει βραβευτεί με το βραβείο ελληνοτουρκικής φιλίας «Αμπντί Ιπεκτσί» καθώς και με βραβείο του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού.
Σήμερα, η τουρκικής καταγωγής Γερμανίδα υπήκοος σκηνοθέτιδα/σεναριογράφος Γκıουλσέλ Οζκάν σχεδιάζει, σε συνεργασία με τον Κεμάλ Γιαλτσίν, να μεταφέρει την ιστορία στη μεγάλη οθόνη.
Πριν προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου, επισκέφτηκε περιοχές της Τουρκίας και στις 19 Ιανουαρίου έρχεται μαζί με τον Κεμάλ Γιαλτσίν στη χώρα μας, προκειμένου να δει περιοχές της Βόρειας Ελλάδας όπου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες, να συνομιλήσει με απογόνους προσφύγων αλλά και με ιστορικούς και εκπροσώπους προσφυγικών συλλόγων.
Ο μεγάλος ξεριζωμός
«Τον πατέρα Μηνόγλου τον είχαν εκτοπίσει μαζί με όλους τους άντρες του χωριού, ενώ τη γυναίκα και τις κόρες του τις κρατούσαν κλεισμένες για τρεις μήνες σε ένα αχούρι μαζί με τις άλλες Ρωμιές. Η γιαγιά μου, η Αϊσέ, έστελνε κάθε μέρα με τον πατέρα μου ψωμί στη Μηνόγλαινα και τις κόρες της. Όταν δόθηκε η εντολή να μεταφερθούν, ακούστηκε μια κραυγή που συγκλόνισε το χωριό, είπε ο Κεμάλ Γιαλτσίν σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Ο πατέρας μου, που ήταν παιδί τότε, φοβήθηκε, άφησε το παιχνίδι κι έτρεξε στο σπίτι. Σε λίγο, έφτασαν στο σπίτι της γιαγιάς μου, η Μηνόγλαινα κρατώντας ένα μεταξωτό πάπλωμα και οι δύο κόρες της, βαστώντας από ένα τσουβάλι. “Αδελφή μου Ασά”, είπε η Μηνόγλαινα, “τούτα είναι τα προικιά των κοριτσιών μου. Σου τα αφήνω αμανάτι. Φεύγουμε και μπορεί να μην ξαναγυρίσουμε, μπορεί να γυρίσουμε και να μην ξαναϊδωθούμε. Αν έρθουμε μας δίνεις τα προικιά. Αν πάλι δεν ξαναγυρίσουμε δώστα σε κανέναν φτωχό”. Ύστερα αγκαλιάστηκαν, κλαίγοντας», εξιστορεί.
«Ο παππούς μου, ο Κεμάλ Γκατζάρογλου και η γιαγιά μου, η Αϊσέ, κράτησαν φυλαγμένη σε μια γωνιά της ψυχής τους την ανάμνηση των γειτόνων τους, των Μηνογλαίων, μαζί με τα προικιά που τους εμπιστεύτηκαν πριν φύγουν για πάντα για μια άλλη πατρίδα»
«Τις αναμνήσεις, μαζί με τα προικιά, τις παρέδωσαν στον πατέρα μου, τον Ραμαζάν. Κι ο πατέρας μου, εκφράζοντας την τελευταία του επιθυμία, μού είπε: “Κεμάλ, γιε μου, να βρεις τους Μηνογλαίους και να τούς παραδώσεις τα προικιά”. Ο πατέρας μου, όταν έφυγαν οι Μηνογλαίοι, ήταν 10 χρονών και αγαπούσε τη Σοφία Μηνόγλου. Μια αγάπη που δεν έσβησε ποτέ», λέει.
Αναζητώντας τους Μηνογλαίους
Ο Κεμάλ Γιαλτσίν ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1994, αναζητώντας ανάμεσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες τους γείτονες του παππού του χωρίς να έχει κανένα στοιχείο, πέρα από το όνομα και την καταγωγή τους. Σε εκείνο το ταξίδι συνάντησε τους τελευταίους εναπομείναντες από τη γενιά που ήρθε με την Ανταλλαγή. Τους γείτονες του παππού του δεν τους βρήκε.
Επέστρεψε στην Τουρκία κι άρχισε να αναζητά κι εκεί τους πρόσφυγες που είχαν έρθει με την Ανταλλαγή. Τους βρήκε και κατέγραψε τις ιστορίες τους.
Δύο χρόνια αργότερα ξαναήρθε στη χώρα μας αλλά δεν βρήκε τον Μηνόγλου, γιατί δεν είχε καταφέρει να φτάσει στην Ελλάδα. Η γυναίκα και οι κόρες του είχαν έρθει αλλά δεν ζούσαν. Όμως κάποιοι μακρινοί συγγενείς τους ζούσαν στον Βόλο και έτσι τους παρέδωσε αργότερα, το 1998, τα προικιά των κοριτσιών του Μηνόγλου.
«Εκείνο που με συγκλόνισε είναι οι αφηγήσεις των προσφύγων που συνάντησα, αναζητώντας την οικογένεια Μηνόγλου», λέει ο Κεμάλ Γιαλτσίν και προσθέτει: «Ποτέ δεν θα ξεχάσω όσα μού διηγήθηκε ο Βασίλης Βασιλειάδης, που παιδί ακόμη, φεύγοντας κυνηγημένος μαζί με τους άλλους Ρωμιούς, έγινε μάρτυρας φρικιαστικών σκηνών. Μάζεψαν τους συγχωριανούς του και αφού τους γύμνωσαν, τους έβαλαν στην εκκλησία και τους έκαψαν ζωντανούς. Τον ίδιο και την οικογένειά του, τούς έσωσε ένας Τούρκος φίλος τους».
Ο Κεμάλ Γιαλτσίν το καλοκαίρι του 2021, δώρισε στον δήμο Χονάζ ένα οικόπεδο που κληρονόμησε από τον πατέρα του προκειμένου να δημιουργηθεί ένα Μουσείο Προσφύγων της Ανταλλαγής με στόχο να αρχίσει να λειτουργεί το 2024.