Απαντήσεις για την εμφάνιση και τον τρόπο ταρίχευσης του φαραώ Αμενχοτέπ Α’ έδωσε στους Αιγύπτιους ερευνητές η ψηφιακή τεχνολογία, καθώς με τις σύγχρονες τομογραφίες μπόρεσαν να δουν με με ακρίβεια το εσωτερικό της μούμιας χωρίς να αφαιρέσουν τους επιδέσμους.
Ο βασιλιάς της 18ης Δυναστείας κυβέρνησε την Αίγυπτο γύρω στο 1525-1504 π.Χ. Ήταν γιος του ιδρυτή του Νέου Βασιλείου, Άμωση Α’.
Η μούμια του Αμενχοτέπ (ή Αμένωφις, όπως ήταν το εξελληνισμένο όνομά του) φέρει πλούσιο διάκοσμο στους λινούς επιδέσμους και την ταφική μάσκα. Βρέθηκε μαζί με μούμιες άλλων βασιλιάδων και βασιλισσών σε μία κρύπτη στο Λούξορ το 1881.
Όπως αναφέρεται στην επιθεώρηση Frontiers in Medicine, εξαιτίας του διάκοσμου στους επιδέσμους είναι μία από τις ελάχιστες βασιλικές μούμιες που δεν έχουν ξετυλιχθεί.
Το 2019 ο αιγυπτιολόγος Ζάχι Χάουας και η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Καΐρου Σαχάρ Σαλίμ χρησιμοποίησαν έναν τομογράφο για να δουν ψηφιακά τη μούμια προτού να μεταφερθεί στη νέα κατοικία της, στο Εθνικό Μουσείο Αιγυπτιακού Πολιτισμού του Καΐρου.
Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της μελέτης τους που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα, το πρόσωπο του Αμενχοτέπ έμοιαζε με εκείνο του πατέρα του. Εκτιμάται ότι πέθανε σε ηλικία περίπου 35 ετών, αλλά τα αίτια του θανάτου δεν ήταν εμφανή.
Επίσης, φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος φαραώ που μουμιοποιήθηκε με τα μπράτσα σταυρωμένα στο σώμα και ο εγκέφαλός του δεν είχε αφαιρεθεί, σε αντίθεση με τους άλλους φαραώ του Νέου Βασιλείου.
Οι τομογραφίες αποκάλυψαν ακόμα 30 φυλαχτά ή κοσμήματα που είχαν θαφτεί μαζί του, όπως μία ζώνη με 34 χρυσές χάντρες, κάτι που δείχνει ότι οι ιερείς της 21ης Δυναστείας –οι οποίοι ξανατύλιξαν αργότερα τη μούμια–, φρόντισαν να διατηρήσουν τα κοσμήματά της.
Σε αυτή τη «δεύτερη ταφή», οι ιερείς των Θηβών επανακόλλησαν το κεφάλι του Αμενχοτέπ και επιδιόρθωσαν ορισμένα μεταθανάτια τραύματα που πιθανότατα προκλήθηκαν από τυμβωρύχους.