Οι Τούρκοι μετά την οριστική κατάληψη του Πόντου επιδόθηκαν σε δύο τομείς δραστηριότητας: τον κορεσμό των παθών τους, με σφαγές και λεηλασίες και τον εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του ελληνικού στοιχείου, μέσω του μουσουλμανισμού.
Για τους Έλληνες εφεξής εκμουσουλμανισμός θα σήμαινε ζωή και άρνηση αυτού θάνατος.
Πολλοί ήταν αυτοί που σφαγιάστηκαν, ενώ με αφορμή αυτή την πρακτική, αρκετοί που τράπηκαν σε φυγή προκειμένου να σωθούν. Μία μεγάλη μερίδα Ελλήνων απαρνήθηκε τη χριστιανική θρησκεία στους εξωτερικούς τύπους, για να σώσουν τους εαυτούς τους, εσωτερικά όμως παρέμειναν λάτρεις της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, περιμένοντας κάποια στιγμή να περάσουν τα δεινά της δοκιμασίας. Παρά το ότι δηλαδή εν προκειμένω εξωτερικά και κυρίως κατά την ημέρα λάτρευαν τη μουσουλμανική θρησκεία, τις νύχτες συσπειρώνονταν σε κατακόμβες και λάτρευαν την πατρώα θρησκεία τους.
Στους δύσκολους χρόνους της Τουρκοκρατίας το φαινόμενο της αποδοχής του μουσουλμανισμού από τους απελπισμένους ραγιάδες επεκτάθηκε σχεδόν σε όλες τις τουρκοκρατούμενες περιοχές, με μεγαλύτερη συχνότητα στην περιοχή του Πόντου. Το φαινόμενο παρουσιάστηκε και σε άλλους βαλκανικούς λαούς (Βούλγαρους, Αλβανούς, Σέρβους κ.τλ). Οι ραγιάδες με τη λύση του κρυπτοχριστιανισμού συμβίβασαν τη συνείδησή τους και γλίτωσαν από πολλά δεινά.
Η «αποκρυφία» και η στάση της εκκλησίας
Πριν ακόμη από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν υπαρκτός ο κίνδυνος να αφανιστεί η χριστιανική πίστη. Εφόσον δεν υπήρχε άλλη οδός σωτηρίας, ο Πατριάρχης Ιωάννης ΙΔ΄ με αφορμή τα γεγονότα που ακολούθησαν την κατάκτηση της Νίκαιας από τους Οθωμανούς συμβούλευσε το ποίμνιό του να ακολουθήσει το δρόμο της «αποκρυφίας». Κάπου εκεί βρίσκονται και οι πρώτες μαρτυρίες κρυπτοχριστιανισμού.
Η εκκλησία ενίσχυσε, ως όφειλε τους κρυπτοχριστιανούς, τους έδωσε μάλιστα την οδηγία να τηρούν τις εντολές του Θεού.
Οι αρχιερείς συντελούσαν πολλές φορές στη μετάνοια και στη μυστική επαναφορά στο πατρώο δόγμα των κρυπτοχριστιανών, ενώ τους κοινωνούσαν τακτικά. Ήταν ένα επικίνδυνο αλλά και παρήγορο καθήκον για τους ιερείς γενικά. Η πατριαρχική πράξη του Ιωάννη αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τους εκκλησιαστικούς ηγέτες, όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στον κρυπτοχριστιανισμό.
Δημιουργήθηκε ακόμη και η τάξη των περιοδευόντων μυστικών αποστόλων για την εξυπηρέτηση των κρυπτοχριστιανών. Αυτοί προέρχονταν κυρίως από μονές, ήταν δηλαδή μοναχοί που μάθαιναν τη μουσουλμανική λατρεία και την τουρκική γλώσσα, και χτένιζαν τη Μικρά Ασία προσποιούμενοι τους δερβίσηδες. Στις μονές επίσης κρατούνταν και ληξιαρχικοί κατάλογοι των κρυπτοχριστιανών, οι οποίοι για λόγους ασφαλείας ήταν κρυπτογραφημένοι.
Οι κατηγορίες των κρυπτοχριστιανών και ο χαρακτηρισμός τους ως «κλώστοι»
Οι Τούρκοι ονόμασαν τους αποκαλυφθέντες κρυπτοχριστιανούς «Τενεσούρ Ρουμ», δηλαδή «κλώστους».
Η λέξη «κλώστοι» προέρχεται από το ρήμα της ποντιακής διαλέκτου «κλώθω», που έχει την έννοια του γυρίζω, επιστρέφω, είναι στην ουσία η λέξη «γυριστοί».
Οι «κλώστοι», κατά τους Μωαμεθανούς, υποκρίνονταν μία τους μουσουλμάνους και μία τους χριστιανούς ενώ διακρίνονταν σε τρεις γενικές κατηγορίες:
- Αυτοί που απώλεσαν γλώσσα και θρησκεία, διατήρησαν όμως ελληνικά και χριστιανικά έθιμα με μουσουλμανικό μανδύα.
- Εκείνοι που απομακρύνθηκαν από τη χριστιανική θρησκεία αλλά δεν τη λησμόνησαν και διατήρησαν ταυτόχρονα στα παιδιά τους την ανάμνηση της. Αυτοί διακατέχονται από ένα αυξημένο αίσθημα σεβασμού, κατά βάση για τη Θεοτόκο. Διατήρησαν επίσης και την ελληνική γλώσσα, την οποία ομιλούν στα σπίτια τους αλλά και την αγορά. Ενώ ακόμη φυλάσσουν διάφορα κειμήλια όπως ευαγγέλια, δισκοπότηρα κ.τλ.
- Η κατηγορία αυτή που διατήρησε αμείωτο και μάλλον ενέτεινε το ζήλο για τη θρησκεία και τα ιδανικά της φυλής και παρέμεινε αμετάθετα χριστιανική. Διασπαρμένη μέχρι σήμερα σε όλο τον Πόντο, και κυρίως στο ανατολικό τμήμα του.
Οι «κλώστοι» πάντρευαν τα παιδιά τους στις κατακόμβες, στις κηδείες κατά την περιφορά και ενώ ο Χότζας τελούσε το τυπικό της μουσουλμανικής θρησκείας, υπήρχε και συνόδευε ιερέας που έψαλε κρυφά τη νεκρώσιμη ακολουθία. Τα αγόρια τα έκαναν περιτομή αλλά και τα βάφτιζαν ταυτόχρονα, και πολλά άλλα.
Όπως γίνεται αντιληπτό ήταν αναγκαία η υποκριτική τους στάση καθώς και η κατ’ επίφαση αποδοχή και εξάσκηση του μωαμεθανισμού. Οι κρυπτοχριστιανοί λάμβαναν επιμελώς μέτρα προφύλαξης. Π.χ. έφεραν αναγκαστικά δύο ονόματα, ένα επίσημο μουσουλμανικό και ένα χριστιανικό, το οποίο χρησιμοποιούσαν κατά την τέλεση των χριστιανικών καθηκόντων τους. Δε χρησιμοποιούσαν ονόματα των ιδρυτών και υπέρμαχων της ισλαμικής θρησκείας όπως Μεχμέτ, Αλή, Αϊσέ, Φατμέ κ.τλ. Η απαρίθμηση των μέτρων προφύλαξης θα ήταν ανούσια, καθώς μπορεί κανείς να φανταστεί ότι τα μέτρα ασφαλείας θα ήταν αναρίθμητα.
Οι «κλώστοι» κατά το 19ο αιώνα
Το 1839 ο σουλτάνος Αμπντούλ Μεσίτ κήρυξε την ισότητα έναντι του νόμου όλων των πολιτών με το λεγόμενο «Χάτι Περίφ» του «Γκιουλ Χανέ». Στόχο των Οθωμανών αποτέλεσε η θρησκευτική ελευθερία καθώς και η προστασία της τιμής και της περιουσίας όλων των πολιτών, ώστε να μετατραπεί η αυτοκρατορία σταδιακά σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Ένα χρόνο μετά εκδόθηκε από την Πύλη το «Τανζιμάτ», ο οργανικός χάρτης των μεταρρυθμίσεων που καθόριζε τις λεπτομέρειες της ελευθερίας και της ισότητας που είχε αναγνωριστεί.
Όλα αυτά όμως υπήρξαν νεκρό γράμμα, στην πραγματικότητα κυριαρχούσε η τρομοκρατία. Το 1843 με αφορμή το φόνο ενός εξισλαμισθέντα –που κατόπιν μεταμελήθηκε και επανήλθε στο χριστιανισμό– Αρμένιου από Τούρκους, η εφαρμογή του διατάγματος έγινε ζήτημα από την Αγγλία και τη Γαλλία. Το αιματηρό γεγονός και οι πιέσεις που ακολούθησαν είχαν αποτέλεσμα τελικά, την κατάργηση της διάταξης του μουσουλμανικού κώδικα που τιμωρούσε με θάνατο όποιον προσχωρούσε στη μουσουλμανική πίστη και κατόπιν επέστρεφε ξανά στο χριστιανισμό.
Προκηρύχτηκε Διεθνής Επιτροπή προκειμένου να εξετάσει την εφαρμογή του Τανζιμάτ, καθώς και τα έκτροπα των Οθωμανών. Μετά την προκήρυξη της Διεθνούς Επιτροπής οι κρυπτοχριστιανοί της παραλίας και του εσωτερικού άρχισαν να εμφανίζονται αθρόοι κατά χιλιάδες και δήλωναν ενώπιων της ότι είναι Έλληνες στην εθνικότητα και χριστιανοί στο θρήσκευμα. Η τουρκική κυβέρνηση αντιλαμβανόμενη τον κίνδυνο, πέτυχε με πλάγιους τρόπους τη διάλυση της επιτροπής, ο τουρκισμός στηρίζονταν στο μουσουλμανισμό και πλέον μεγάλο μέρος των μουσουλμάνων μπορούσε πια να αποδειχθεί ελληνοχριστιανικό. Μετά τη διάλυση της επιτροπής άρχισαν τα αντίποινα από τους Οθωμανούς: φυλακίσεις, θανατώσεις, βασανισμοί κλπ. Η πλειοψηφία των κακοποιημένων έμειναν όμως ακλόνητοι στην πίστη τους.
Ο Κριμαϊκός πόλεμος (1853-56) και η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σ΄ αυτόν, οδήγησε το Σουλτάνο στην έκδοση του Χάτι Χουμαγιούν (Χάρτης Ανεξιθρησκίας), το 1856. Ο Σουλτάνος προέβη στην κίνηση αυτή προκειμένου να εξευμενίσει τις Μεγάλες Δυνάμεις, για όσα διεπράχθησαν σε βάρος των χριστιανών κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στην πράξη ο Χάρτης Ανεξιθρησκίας ήταν πάλι νεκρό γράμμα. Το 1860 συστήθηκε εκ νέου Διεθνής Επιτροπή προκειμένου να εφαρμοστεί το Δόγμα της Ελευθερίας Συνειδήσεως που διακηρύχτηκε στο λαό, ενέργεια που τελικά ανακούφισε τους χριστιανούς.
Πού βρίσκονταν οι περισσότεροι «κλώστοι»
Οι περισσότεροι «κλώστοι» βρίσκονταν στην περιοχή της Αργυρούπολης (στα χωριά Σταυρίν, Κρώμνη, Σάντα, Ματσούκα και Τόνγια). Οι πιο γνωστοί «κλώστοι» βρίσκονταν στο χωριό Σταυρίν, πολλοί από τους οποίους μετανάστευσαν στο Ακ Νταγ της περιοχής της Άγκυρας.
Οι Σταυριώτες απασχόλησαν ιδιαίτερα την εκκλησία, καθώς έκαναν μακροχρόνιους αγώνες προκειμένου να αναγνωριστούν ως χριστιανοί, συνεχώς όμως συναντούσαν εμπόδια και προέκυψε έτσι το «Σταυριωτικό ζήτημα». Η τύχη των Σταυριωτών της Τραπεζούντας ρυθμίστηκε με το Χάτι Χουμαγιούν.
Αξίζει να αναφέρουμε και την Κρώμνη (Korum ή Kurum), την ιστορική κωμόπολη του Πόντου, μια κιβωτό του Ελληνισμού, που υπήρξε κραταιά κοινότητα κρυπτοχριστιανών, μεταλλωρύχων. Η Κρώμνη ήταν και ονομαστό, λόγω του κλίματος της, θέρετρο των πλουσίων της Τραπεζούντας.
Οι Κρυπτοχριστιανοί της Τουρκίας σήμερα
Στη σημερινή Τουρκία οι κρυπτοχριστιανοί αποτελούν κλειστές κοινωνικές ομάδες, στις οποίες επικρατεί η ενδογαμία, ενώ διακρίνουν τον εαυτό τους από τους Τούρκους. Επιπρόσθετα είναι φιλέλληνες και υποδηλώνονται ως Ρωμαίοι, πολλοί από αυτούς είναι ελληνόφωνοι.
Υπάρχουν ποντιόφωνοι κρυπτοχριστιανοί, Πόντιοι που μιλάνε σε υπόγεια ποντιακά. Η Ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, έγινε με βάση το φανερό θρήσκευμα των Ελλήνων. Πολλοί ήταν αυτοί που κράτησαν μυστική την ορθόδοξη πίστη τους, πολλές γυναίκες είχαν παντρευτεί με ή χωρίς βία Τούρκους και έτσι δε θεωρήθηκαν ανταλλάξιμες, συνέχισαν να διατηρούν τον κρυπτοχριστιανικό τρόπο ζωής και τον μετέδωσαν στις επόμενες γενιές. Κρυφές πρόχειρες εκκλησίες, ελληνικά ήθη και έθιμα, ελληνική λαϊκή παράδοση και καθημερινή χρήση της ποντιακής διαλέκτου απαντάται σήμερα σε διάφορες περιοχές κυρίως του Πόντου.
Η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη ομάδα ελληνογενών εξισλαμισθέντων κατοικεί στον Πόντο. Υπάρχει και διασπορά των εξισλαμισθέντων στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες αστικές περιοχές. Κοινότητες τους επίσης βρίσκονται στην κατεχόμενη Κύπρο, στην Ίμβρο και στη Γερμανία, καθώς και στην Ελλάδα.
Ο καθηγητής Φωτιάδης υπολογίζει τους κρυπτοχριστιανούς σε 2.000.000 υπολογίζοντας τους, με βάση το γεγονός ότι το πατριαρχείο αναγνώρισε 180.000 Έλληνες που δεν μπόρεσαν να έρθουν στην Ελλάδα το 1923, ενώ τότε οι κρυπτοχριστιανοί ήταν 43.000 σε πληθυσμό 12.000.000. Αναλογικά λοιπόν σήμερα, σύμφωνα με τον καθηγητή, υπάρχουν περίπου 2.000.000 κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.
Παύλος Παπαδόπουλος, ανώτερος αξιωματικός της Αστυνομίας, πτυχιούχος ανθρωπιστικών σπουδών
Πηγές:
- Σεβαστείας Γερβάσιος, Οι Σταυριώται, Απρίλιος 1919
- Νίκος Μηλιώρης, «Οι Κρυπτοχριστιανοί», Εκδόσεις Τσουκάτου, Β’ Έκδοση, 2017
- Αρχιμανδρίτη Πανάρετου Τοπαλίδη, Ο Πόντος Ανά τους Αιώνες, Δράμα 1929
- Φίλων Κτενίδης, «Οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου», διάλεξη στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 20/5/1954
- Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Εξισλαμισμοί της Μικράς Ασίας και Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, Εκδ. Αφοι Κυριακίδη, Αθήνα 2008
- https://www.protothema.gr/stories/article/839604/oi-kruptohristianoi/