Πολιούχος της πόλης της Ζακύνθου, ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε το 1547 και εκοιμήθη στις 17 Δεκεμβρίου 1622. Έζησε και έδρασε στο νησί του Ιονίου έως τις αρχές του 17ου αιώνα ενώ διατέλεσε επίσκοπος Αιγίνης.
Το όνομά του ήταν Γραδενίγος –άλλες πηγές τον αναφέρουν ως Δραγανίγο– Σιγούρος.
Η οικογένειά του ήταν εύπορη, με καταγωγή από την Δυτική Ευρώπη και με προγόνους του Καθολικού Δόγματος, και κατείχε μεγάλη έκταση γης, ενώ οι γονείς του συμμετέχοντας στους πολέμους των Βενετών κατά των Τούρκων απέκτησαν και αριστοκρατικό αξίωμα. Ο πατέρας του λεγόταν Μούκιος (ή Μώκιος) και η μητέρα του Παυλίνα, ενώ είχε άλλα δύο αδέλφια τον Κωνσταντίνο και τη Σιγούρα. Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις της Ζακύνθου, που δεν επιβεβαιώνονται ιστορικά, ο Άγιος είχε για ανάδοχο τον Άγιο Γεράσιμο.
Από μικρή ηλικία, η οικογένειά του τού παρείχε χριστιανική ανατροφή ενώ είχε προσλάβει και ένα δάσκαλο ονόματι Καιροφυλά. Απέκτησε σημαντική μόρφωση, τουλάχιστον με τα δεδομένα της εποχής, αφού πέραν των ελληνικών και ιταλικών είχε εξαιρετικό χειρισμό της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γλώσσας, ενώ μια διασωθείσα επιστολή με υπομνηματισμούς πάνω στον Γρηγόριο το Θεολόγο, αναδεικνύει την ευρεία θεολογική μόρφωση που είχε ήδη αποκτήσει.
Μετά το τέλος της ζωής των γονιών του, σε ηλικία 20 ετών, αποφασίζει να πάρει το μοναχικό σχήμα.
Αυτό προκύπτει από τη δωρεά όλης της περιουσίας στον αδελφό του με ιδιαίτερη μνεία για την αποκατάσταση της αδελφής του. Παρότι πλούσιος αποφάσισε να γίνει μοναχός και εκάρη στη μονή Στροφάδων, νησί νότια της Ζακύνθου, παίρνοντας το όνομα Δανιήλ. Έτσι αφιερώθηκε στην προσευχή, την μελέτη των γραφών και διήγαγε ασκητικό βίο, που τόσο ποθούσε. Σύντομα μάλιστα φάνηκε και η πνευματική πρόοδός του, με αποτέλεσμα 2 έτη αργότερα να γίνει ηγούμενος της μονής.
Το 1577 όμως θέλησε να πάει στους Αγίους Τόπους. Περνώντας από την Αθήνα θέλησε να πάρει την ευλογία του επισκόπου Νικάνορα. Ο Νικάνωρ όμως εντυπωσιάστηκε από την παιδεία, την μόρφωση και τη στωικότητα του Αγίου και θέλησε να τον προάγει σε επίσκοπο Αιγίνης, καθώς η επισκοπή βρισκόταν σε χηρεία. Έτσι έγραψε στον Πατριάρχη Ιερεμία υπέρ της υποψηφιότητας του Δανιήλ. Ο Ιερεμίας συναίνεσε τελικά και ο Άγιος εχρίσθη επίσκοπος Αιγίνης, λαμβάνοντας το όνομα Διονύσιος. Το έργο που επιτέλεσε στο νησί της Αίγινας ήταν σημαντικό τόσο από πνευματικής απόψεως, όσο και στην ανακούφιση των καταπονημένων και φτωχών.
Ο Άγιος της συγγνώμης
Οι οικογένειες Σιγούρου και Μονδίνου από διασωθέντα έγγραφα που ανάγονται στα αρχεία της Βενετίας, φαίνεται να είχαν θανάσιμο μίσος. Συμπλοκές μεταξύ των δυο οικογενειών συνέβαιναν διαρκώς. Σε μια από αυτές ο αδελφός του Αγίου, Κωνσταντίνος, δολοφονήθηκε. Στην προσπάθεια όμως να διαφύγει ο (αγνώστου ονόματος) δολοφόνος του Κωνσταντίνου, αναζήτησε καταφύγιο στο μοναστήρι που βρισκόταν ο Άγιος, χωρίς όμως να γνωρίζει τη συγγένεια. Όταν ο δολοφόνος έφτασε στη Μονή απάντησε πως τον κυνηγούσαν οι Σιγούροι, ενώ ομολόγησε ότι δολοφόνησε τον Κωνσταντίνο Σιγούρο.
Ο Διονύσιος παρά τη θλίψη του, όχι μόνο έκρυψε τον δολοφόνο, αλλά και τον φυγάδευσε.
Έτσι με αυτόν τρόπο κατάφερε να αποτρέψει ένα ακόμη έγκλημα και ταυτόχρονα να δώσει τη δυνατότητα μετανοίας στον δολοφόνο, παρά την πικρία για το χαμό του αδελφού του, δίνοντας ένα παράδειγμα συγχώρησης και υψηλής εφαρμογής της χριστιανικής αγάπης. Τα παραπάνω στηρίζονται αποκλειστικά στην προφορική παράδοση του νησιού, καθώς απουσιάζουν τα τεκμήρια από το Αρχειοφυλάκιο Ζακύνθου (δεν εντοπίστηκαν, παρόλες τις σχετικές προσπάθειες, ακόμη και πριν την καταστροφή του στον σεισμό-πυρκαγιά του 1953).
Αναγνωρίστηκε η αγιότητά του
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε αποσυρθεί στο μοναστήρι της Θεοτόκου της Αναφωνήτριας. Πολύς κόσμος τον επισκέπτετο για να λάβει συμβουλές, αλλά και να εξομολογηθεί. Τελικά πέθανε σε ηλικία 75 ετών, στις 17 Δεκεμβρίου του 1622, με τελευταία του επιθυμία να ταφεί στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Στροφάδων και συγκεκριμένα στο νησί Σταμφάνη, όπου και χειροτονήθηκε ιερέας. Τρία έτη μετά εξετάφη και το λείψανό του στην ανακομιδή ευρέθη άφθαρτο. Μετά την τουρκική επίθεση στα Στροφάδια τον 18ο αιώνα και την αποκοπή των χεριών του λειψάνου από τους επιτιθέμενους, το σώμα του Αγίου παρεδόθη όπου και παραμένει μέχρι και σήμερα, εκτιθέμενο στον ναό του Αγίου στην Ζάκυνθο. Είναι ένα από τα τρία άφθορα λείψανα στο Ιόνιο: αυτά είναι του Άγιου Σπυρίδωνα, του Άγιου Γεράσιμου και του Αγίου Διονυσίου.
Η αγιότητά του αναγνωρίσθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1703, αλλά στο νησί, ένεκα του βίου του αλλά και του λειψάνου του, ετιμάτο ως άγιος αρκετά νωρίτερα.
Ο Άγιος Διονύσιος τιμάται επίσης με λαμπρότητα και στο Ιερό Μετόχιο της ομώνυμης Μονής Ζακύνθου, που βρίσκεται στον Πύργο Ηλείας. Στο Μετόχι του Αγίου στην πόλη του Πύργου φυλάσσεται απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου. Το ιερό λείψανο του Αγίου Διονυσίου φυλάσσεται και βρίσκεται άφθορο στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Ζακύνθου, το δεξί χέρι του Αγίου Διονυσίου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας στο Άγιον Όρος, ενώ μέρος του χεριού του Αγίου Διονυσίου φυλάσσεται στη Μονή Παναχράντου Άνδρου.
- Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα της μητροπόλεως Ζακύνθου imzante.gr/zakynthos-metropolis/agios-dionysios.