Κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, μία από τις βασικές αποστολές του ελληνικού στόλου ήταν η απόλυτη κυριαρχία στο Αιγαίο και ο έλεγχος των γραμμών μεταξύ της Μικράς Ασίας και της ευρωπαϊκής Τουρκίας, ώστε να εμποδιστεί η μεταφορά τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Η απελευθέρωση του νησιωτικού συμπλέγματος του Βορείου Αιγαίου συνοδεύτηκε από δύο ναυμαχίες καθοριστικής σημασίας, της Έλλης και της Λήμνου.
Η πρώτη έλαβε χώρα στις 3 Δεκεμβρίου 1912, ενώ πιο πριν υπήρχαν ήδη πληροφορίες από τα τέλη Νοεμβρίου που έλεγαν ότι οι Τούρκοι θα επιχειρήσουν να βγάλουν το στόλο τους στο Αιγαίο.
Στις 08:00 έγιναν αντιληπτά τα θωρηκτά «Χαϊρεδίν Βαρβαρόσας», ναυαρχίδα του Ραμίζ Μπέη, «Τουργκούτ Ρέις», «Μεσουντιέ», «Ασαρ -ι- Τεφίκ», το καταδρομικό «Μετζηδιέ» και μερικά αντιτορπιλλικά. Ο ελληνικός στόλος του Αιγαίου αποτελείτο από τη ναυαρχίδα «Αβέρωφ», τα τρία παλιά θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά», τέσσερα ανιχνευτικά, δύο αντιτορπιλικά και οκτώ παλαιότερα μικρά αντιτορπιλικά.
Τα τουρκικά θωρηκτά ακολούθησαν πορεία προς βορρά, ενώ το καταδρομικό και τα αντιτορπιλικά παρέμειναν στην έξοδο των Στενών. Τα ελληνικά πλοία που περιπολούσαν ανατολικά της Ίμβρου αντιλήφθηκαν την κίνηση των τουρκικών θωρηκτών και άρχισαν να συγκλίνουν προς αυτά. Στις 9:22 τα τουρκικά θωρηκτά άνοιξαν πυρ από απόσταση 12 χιλιομέτρων.
Τα ελληνικά σκάφη ανταπέδωσαν τα πυρά ύστερα από τρία λεπτά.
Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», θέτοντας σε εφαρμογή τις οδηγίες μάχης του υποναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, απομακρύνθηκε από τα υπόλοιπα πλοία του ελληνικού σχηματισμού και κατευθύνθηκε βόρεια, προς τη ναυαρχίδα των Τούρκων
Ο Τούρκος ναύαρχος, αιφνιδιασμένος από τον ελιγμό του αντιπάλου του, διατάσσει διαδοχική στροφή των πλοίων κατά 180 μοίρες προς τα δεξιά. Η εξέλιξη αυτή σήμανε τη διάσπαση της γραμμής και την άτακτη υποχώρησή του προς τα Στενά γύρω στις 10:00.
Τα τουρκικά πλοία επέστησαν βαρύτατες ζημιές, αλλά και απώλειες στο έμψυχο δυναμικό τους, με 58 νεκρούς και 40 τραυματίες. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε δύο νεκρούς, τον σηματωρό Κατζιτζάρη και τον ανθυποπλοίαρχο Μαμούρη, που πέθανε λίγες ημέρες αργότερα από μόλυνση του τραύματός του. Οι τραυματίες ανήλθαν στους επτά.
Ο ελληνικός στόλος παρέμεινε κοντά στα Στενά έως τις 14:30, οπότε αποχώρησε με πορεία προς τον Μούδρο, όπου κατέπλευσε νωρίς το βράδυ, με μία ακόμη λαμπρή σελίδα να προστίθεται στη ναυτική ιστορία της Ελλάδας.
Η επικράτηση του ελληνικού στόλου οφειλόταν κατά ένα μεγάλο μέρος στον τολμηρό ελιγμό του Κουντουριώτη, αλλά και την υπεροχή του «Αβέρωφ» έναντι των πλοίων του τουρκικού στόλου.
Η Ναυμαχία της Έλλης αποτέλεσε στρατηγικής σημασίας νίκη του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Ο έλεγχος του Αιγαίου παγιώθηκε, ενώ οι Τούρκοι δεν μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν τον θαλάσσιο δρόμο, ώστε να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους που μάχονταν σε Μακεδονία και Θράκη.