«Γίνε ό,τι θέλεις. Αρκεί να είσαι πρώτος». Με αυτή την ατάκα ο Αλκίνοος Κούρκουλος, ο πατέρας του Νίκου, δέχτηκε την απόφαση του γιου του να γίνει ηθοποιός. Και έτσι έγινε.
Με μια τραγωδία για αφετηρία
Ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε σαν σήμερα και ήταν ο δεύτερος, από τα τέσσερα αγόρια ενός Κερκυραίου κουρέα. Ο Νίκος από μικρός έκανε δουλειές του ποδαριού για να συμβάλλει οικονομικά στο σπίτι. Το πρωί δουλειά, στη συνέχεια νυχτερινό σχολείο.
1952. Ένας τυφώνας χτυπάει το πλοίο στο οποίο ταξίδευε ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Σπύρος Κούρκουλος. Το γκαζάδικο πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο Σπύρος Κούρκουλος ως τρίτος πλοίαρχος κόπηκε στα δύο ανοιχτά της Βενεζουέλας.
«Ο πρώτος αδελφός μου, ο Σπύρος, ήταν ένα εξαίρετο παιδί, το καλύτερο παιδί ή εάν θέλεις, πολύ καλύτερο παιδί από μένα… Μετά από κάποια χρόνια, ένιωσα τύψεις για τη συμπεριφορά μου απέναντί του, και κάποια στιγμή του είπα: “Ποτέ δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου, που σου φέρθηκα έτσι σαν πιτσιρικάς”. Τον είχα πει κάποτε “χαραμοφάη”. Είναι πολύ σκληρά τα παιδιά. Μερικές φορές είναι κακά πολύ. Ο αδελφός μου σπούδαζε, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα τότε. Αυτός πήγαινε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, άρα χαραμοφάης, ενώ εγώ ήμουν ο δουλευταράς, που πήγαινε και στο νυχτερινό. Τι ανόητος που ήμουν τότε, Θεέ μου, και πόσο άδικος», είχε πει ο Νίκος Κούρκουλος σε συνέντευξή του στον Θανάση Λάλα, το 1998.
Πάμε Λεωφόρο
Νωρίτερα ο νεαρός Νίκος βρίσκει διέξοδο στο ποδόσφαιρο. Προπονητής του ο Γιόζεφ Στραντ, ο άνθρωπος που έθεσε τις βάσεις για τη λειτουργία της ακαδημίας του Παναθηναϊκού. Αγωνιζόμενος ως μεσοεπιθετικός, ο Κούρκουλος είχε ταλέντο και ανέβαινε γρήγορα τα ηλικιακά κλιμάκια ως την πρώτη ομάδα.
Τέλη δεκαετίας του ‘40 και αρχές δεκαετίας του ’50 ο Κούρκουλος έπαιζε σε φιλικά με τη δεύτερη ομάδα του Παναθηναϊκού και βρισκόταν στον «προθάλαμο» της πρώτης.
Και μιλάμε για μια φουρνιά με ονόματα, όπως Κώστας Λινοξυλάκης, Γιάννης Παπαντωνίου, Μαθιός Βιτάλης, Κώστας Χατζηνικολάου, Βαγγέλης Πανάκης, Γιώργος Ανδρέου, Δημήτρης Θεοφάνης, Μιχάλης Βουτσαράς.
Πάντως, ο Άγγλος τεχνικός Χάρι Γκέιμ τον είχε ξεχωρίσει και ίσως να του έδινε την ευκαιρία, αν δεν μεσολαβούσε κάτι άλλο: η αγάπη του Κούρκουλου για την υποκριτική.
Αλλά και μεγαλώνοντας τα δυο μεγάλα του παιδιά, ο Άλκης και η Μελίτα, φρόντισε να τους ενισχύσει την Παναθηναϊκή ιδεολογία.
Η εικόνα της οικογένειας Κούρκουλου στην εξέδρα ήταν συνηθισμένη για τους άλλους φίλους του Παναθηναϊκού. Ο Κούρκουλος πέθανε στις 30 Ιανουαρίου του 2007 και οι οπαδοί του Τριφυλλιού τον αποχαιρέτησαν με ένα πανό που έγραφε «Ωραίος, μάγκας και Παναθηναϊκός».
O κατήφορος που έγινε ανήφορος
1960. Ο Γιάννης Δαλιανίδης έχοντας σκηνοθετήσει σε μικρότερες εταιρείες, περνάει το κατώφλι της Φίνος Φιλμ. Έχοντας διαπρέψει στην κωμωδία, ο Φίνος τον φωνάζει για αυτό. Αλλά ο Δαλιανίδης του δείχνει ένα δραματικό σενάριο που έχει γράψει και λέγεται Κατήφορος. Είναι φρέσκο, μοντέρνο και τολμηρό. Ο παραγωγός το βρίσκει πολύ καλό, αλλά το φοβάται.
Και πού θα βρει ηθοποιούς; Η Αλίκη έχει αρνηθεί γιατί το βρίσκει πολύ τολμηρό, αλλά προκύπτει η ντεμπιντάντ Ζωή Λάσκαρη. Αλλά ο πρωταγωνιστής; Ήταν και οριακά κακός, σχεδόν εγκληματικός σαν χαρακτήρας ο ρόλος του Κώστα. Ο Δαλιανίδης προτείνει τον Κούρκουλο, ο Φίνος αρνείται γιατί παρόλο την φοίτηση του στο Εθνικό, το ντεμπούτο του δίπλα σε Χορν-Λαμπέτη, στο σινεμά δεν είχε κάνει κάτι που να του αρέσει. Εκείνη την περίοδο έπαιζε στο θέατρο δίπλα στην Έλσα Βεργή.
Μια μέρα ο Φίνος είδε τον Κούρκουλο σε ένα περιοδικό και είπε στον Δαλιανίδη «αυτόν θέλω για το ρόλο». Δεν τον είχε αναγνωρίσει και ο σκηνοθέτης δεν του είπε την αλήθεια. Ο Κούρκουλος πήρε τον πρωταγωνιστικό ρόλο και έπεισε με την ερμηνεία του, ενώ μετά την ταινία είδε τις μετοχές του να εκτοξεύονται επαγγελματικά και τη συνεργασία του με τον Φίνο να συνεχίζεται.
O «άλλος» Κούρκουλος
Ο ηθοποιός εκτοξεύεται στην κορυφή. Γίνεται από τα αγαπημένα παιδιά της Φίνος Φιλμ και ο παραγωγός του συγχωρεί και κάποιες δουλειές εκτός εταιρείας. Όπως τους Αδίστακτους που κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
https://www.youtube.com/watch?v=xq1lora3NpY
Και φυσικά η ανοδική τάση του περνάει και στο θέατρο. Με την Τζένη Καρέζη πρωταγωνίστησε στη Γειτονιά των αγγέλων το πρώτο δραματικό ελληνικό μιούζικαλ –που μετά έγινε και ταινία με τίτλο Γυμνοί στο δρόμο με παρτενέρ για δεύτερη φορά τη Ζωή Λάσκαρη»– αλλά και στο Δεσποινίς διευθυντής. Όταν όμως το 1964 το έργο μεταφέρθηκε στο κινηματογράφο, τόσο ο Φίνος, όσο και ο Κούρκουλος αποφάσισαν να μην παίξει στην ταινία γιατί ίσως το κοινό να μην τον δεχόταν σαν κωμικό.
Και φυσικά ακολουθώντας την μόδα της εποχής, κυκλοφόρησε και δίσκο όπου τραγουδούσε δημιουργίες του Μίμη Πλέσσα, σε ποίηση Καρυωτάκη και Μαλακάση. Μια όχι και τόσο πετυχημένη κίνηση, όπως είχε δηλώσει ο ίδιος με σαρκασμό μερικά χρόνια αργότερα.
Η «γειτονιά των αγγέλων» δεν ήταν όμως το μόνο μιούζικαλ που πρωταγωνίστησε ο Νίκος Κούρκουλος. Το 1967 η οικογένεια –γιατί το 1966 είχε παντρευτεί την Μελίτα Κουτσογιάννη– μετακομίζει στην Αμερική. Αιτία ήταν το Illya Darling, η θεατρική μεταφορά του Ποτέ την Κυριακή.
Το Illya Darling θα μπορούσε να γίνει ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία αλλά έπεσε πάνω στη χούντα και την ανάγκη της Μελίνας να μιλήσει και να διαμαρτυρηθεί. Από την άλλη και ο Νίκος Κούρκουλος δεν κυνήγησε την καριέρα στο εξωτερικό, αφού θα ήταν σαν να ξεκινούσε από το μηδέν, όταν στην χώρα του ήταν κορυφή.
Πάντως στη μεταπολίτευση συνεργάστηκε ξανά με την Μελίνα και τον Ντασέν. Στη μυθική Όπερα της πεντάρας του Μπρεχτ, στη θριαμβευτική επιστροφή της Μελίνας, τόσο στην πατρίδα όσο και στο ελληνικό θέατρο.
Ο αγαπημένος όλων
«Με τον Νίκο Κούρκουλο κλείναμε 52 χρόνια φιλίας, όταν πέθανε. Λατρεμένος πατέρας κι αδερφός που δεν είχα και λατρεμένη αδερφή που δεν είχε. Μου παρείχε προστασία, σκοτωνόταν για εμένα και το είχα ανάγκη αυτό. Δεν τον ερωτεύτηκα ποτέ, ήταν σαν αδερφός μου. Έπαιζε ξύλο με τους συντρόφους μου, όταν με καταπίεζαν κι ήταν το τέλειο παιδί», είχε δηλώσει πρόσφατα η Μαίρη Χρονοπούλου.
Αν και σκληρός στους ρόλους του, ακροβατώντας πολλές φορές στα όρια μεταξύ ήρωα και αδίστακτου, ο Νίκος Κούρκουλος ήταν στην πρώτη γραμμή των Ελλήνων ηθοποιών. Στο θέατρο μπόρεσε και έπαιξε διαφορετικά πράγματα, στο σινεμά που ήταν λίγο πιο μπετόν οι καταστάσεις, πάλεψε να κάνει και λίγο πιο διαφορετικά πράγματα. Όπως στον Αστραπόγιαννο με τη Νίκη Τριανταφυλλίδη στο πλευρό του, που αν ήταν στην Αμερική μια τέτοια ερμηνεία τον έστελνε κατευθείαν στα Όσκαρ.
https://www.youtube.com/watch?v=DFIE5ECX-MI
Αλλά και στην Κατάχρηση εξουσίας και βέβαια στο Ορατότης μηδέν που ο ήρωας και ο φιλόδοξος μπλεκόντουσαν και γινόντουσαν ένα. Και φυσικά αφιέρωμα στον Κούρκουλο, χωρίς το παρακάτω απόσπασμα δεν υφίσταται:
Οι μεγάλες αλλαγές
Το 1986 κατά τη διάρκεια παράστασης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, γνωρίζει τη Μαριάννα Λάτση. «Κάνω έτσι και παγώνω… Ξαφνικά βλέπω ένα πλάσμα να ανεβαίνει τις κερκίδες και αυτό ήταν», είχε δηλώσει σε μεταγενέστερη συνέντευξή του για την πρώτη φορά που γνωρίστηκαν.
Εκείνη την εποχή η Μαριάννα Λάτση ήταν παντρεμένη με τον δάσκαλο του σκι και δήμαρχο Βουλιαγμένης Γρηγόρη Κασιδόκωστα, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Πάρη ενώ το διαζύγιό τους βγήκε το 1987. Παράλληλα, ο Νίκος Κούρκουλος ζήτησε αμέσως διαζύγιο από τη σύζυγό του, Μελίτα. Διατήρησαν μία άψογη σχέση αγάπης και σεβασμού όλα τα μετέπειτα χρόνια.
Ο Νίκος Κούρκουλος είχε τέσσερα παιδιά. Δύο από τον πρώτο γάμο του με την Μελίτα, τη Μελίτα και τον ηθοποιό Άλκη Κούρκουλο και άλλα δύο από τον γάμο του με την Μαριάννα Λάτση –με την οποία παντρεύτηκε μετά τον θάνατο του πατέρα της–, την Εριέττα (1993) και τον Φίλιππο (1998).
Η τελευταία γυναίκα που «μπήκε» στη ζωή του Νίκου Κούρκουλου ήταν η εγγονή του, Αμαλία (2004). Καρπός του γάμου της κόρης του, Μελίτας με τον επιχειρηματία Μενέλαο Κυριακόπουλο.
Ο άνθρωπος που τα άλλαξε όλα
Το 1993 παίζει για τελευταία φορά στο θέατρο και δη τον Φιλοκτήτη. Την επόμενη χρονιά αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Ενός οργανισμού που μέχρι τότε ζούσε με τις μνήμες του παρελθόντος και είχε μετατραπεί σε δημόσια υπηρεσία.
Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι το Εθνικό Θέατρο χωρίζεται «προ και μετά Κούρκουλου». Τα σάρωσε και τα άλλαξε όλα. Και σε επίπεδο νοοτροπίας, έργων, ανθρώπων, κτηρίων. Το λησμονημένο Εθνικό μπήκε ξανά στο παιχνίδι, προκαλώντας φυσικά και αντιδράσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν όταν το 1997 ανέβηκε το Βίρα τις άγκυρες των Ρέππα-Παπαθανασίου που ήταν η ιστορία της ελληνικής επιθεώρησης. Πολλοί μίλησαν και έγραψαν για εμπορική παραχώρηση, βεβήλωση, τρίξιμο των κοκάλων (σ.σ.: αυτά τα κόκκαλα πια), και διάφορα άλλα φοκλόρ. Και μιλάμε για μια από τις πιο εμβληματικές παραστάσεις των τελευταίων χρόνων που πήγε δύο σεζόν φουλ.
Ο Νίκος Κούρκουλος τόλμησε σε επιλογές έργων, συντελεστών και δικαιώθηκε. Όταν ο καρκίνος χτύπησε την πόρτα του ο ίδιος δεν πτοήθηκε αλλά τον πάλεψε στα ίσα. Και φυσικά δεν παράτησε το Εθνικό Θέατρο. Πάντοτε ήταν παρών στην έναρξη των προβών, απλά ντυμένος να δει και να καλωσορίσει τους συντελεστές.
Δεν αισθανόταν σαν στο σπίτι του, ήταν στο σπίτι του.
Χαρακτηριστικό είναι το βίντεο με την επιτυχημένη προσπάθεια της αναστύλωσης του κτηρίου Τσίλερ. Ο ίδιος στο φινάλε δεν διστάζει να σαρκάσει την αρρώστια του. Όπως πάντοτε στην ζωή του, σε όποια φάση και αν βρισκόταν κοίταγε την αλήθεια κατάματα και πάλευε:
Σπύρος Δευτεραίος