1972, ένα χρόνο μετά την Υπολοχαγό Νατάσα που έχει σπάσει τα ρεκόρ εισπράξεων. Σε ερώτηση δημοσιογράφου για αυτό, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, απαντά: «Και να φανταστείτε ότι παραλίγο να μας ξεπεράσει σε εισιτήρια, η Χούλια». Όπου Χούλια, η Χούλια ή Χουλγιά Κότσιγιτ.
Το αστέρι του Βοσπόρου
Η ιστορία της Χούλια σε δεύτερο επίπεδο, είναι και η ιστορία ενός κοριτσιού που κυνήγησε το όνειρό της, σε μια εποχή και χώρα που δεν ήταν και πολύ στο πλευρό της.
Γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1947. «Μεγάλωσα στο Βόσπορο, στην περιοχή Κουζγκουντζούκ όπου υπήρχαν πολλοί Ρωμιοί. Παίζαμε μαζί στη γειτονιά και τα καλοκαίρια τα περνούσαμε στα Πριγκιποννήσια πάλι μαζί», είχε δηλώσει σε ελληνικό έντυπο. Πανέμορφη, ονειρεύεται καριέρα ηθοποιού, όσο δύσκολο και αν είναι αυτό για ένα κορίτσι στα 60s στη συντηρητική Τουρκία. Και η καριέρα της αρχίζει από πολύ νωρίς. Στην εφηβεία και συγκεκριμένα σε μια σπουδαία ταινία που βραβεύτηκε στο Βερολίνο και στην ουσία, ήταν το «άνοιγμα» της γείτονος στο διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα, τo Άνυδρο καλοκαίρι.
Είναι νέα, όμορφη και οι υπεύθυνοι πιστεύουν ότι «τα λέει». Και από μια ταινία τέχνης, περνάει σε εμπορικά φιλμ. Κυρίως μελό. Και γίνεται σταρ άμα τη εμφανίσει της. Τα περιοδικά σκοτώνονται για ένα εξώφυλλο της, οι ταινίες γίνονται και σινερομάντζα, ενώ όταν προκύπτει ειδύλλιο και δη με ποδοσφαιριστή της Φενέρ Μπαχτσέ, τον Σελίμ Σοϊντάν με τον οποίο και παντρεύτηκε, η δημοφιλία της ανεβαίνει στα ουράνια.
Η αγαπημένη των Ελλήνων
Στην δεκαετία του ’60, με το ελληνικό κινηματογραφικό star system να κυριαρχεί και τον κινηματογράφο πιο κοντινών μας σε κουλτούρα λαών (Ιταλία, Γαλλία) να είναι σε άνθηση, το Χόλιγουντ δεν είχε τρελή πέραση στην Ελλάδα. Π.χ., τη Νάταλι Γουντ τη θεωρούσαν οι παλιοί διανομείς και αιθουσάρχες… κλεισοσπίτισσα. Δηλαδή δεν έκοβαν εισιτήρια οι ταινίες της. Από την άλλη μπορεί κατά καιρούς να είχαμε προβλήματα με τους Τούρκους, αλλά κακά τα ψέματα, είχαμε –και έχουμε– πολλά κοινά στο γούστο. Ειδικά στο λαϊκό σινεμά. Το ίδιο συνέβη και με τα φιλμ της Χούλια.
«Έπαιρνα πολλά γράμματα από την Ελλάδα, και οι ταινίες μου όχι μόνο ήταν τρομερά επικερδείς στην Ελλάδα αλλά με το που ξεκινούσε να παίζεται μία, οι Έλληνες διανομείς ζητούσαν αμέσως την επόμενη. Μέχρι που μου ζήτησαν να έρθω και να κάνω την επίσημη πρεμιέρα μιας ταινίας μου εδώ. Ήρθα, και δεν θα το ξεχάσω ποτέ! Ήταν καλοκαίρι σε θερινό κινηματογράφο και το πλήθος του κόσμου ήταν τόσο μεγάλο που τέτοια υποδοχή δεν έχω ζήσει ούτε στην Τουρκία ούτε πουθενά αλλού. Ήταν τόσοι πολλοί μέσα κι έξω του κινηματογράφου που αναγκάστηκαν να φέρουν έφιππη αστυνομία να βάλει τάξη», δήλωσε σε επίσκεψή της, το 2013 στην Αθήνα.
Προσέξατε τι είπε; Πρεμιέρα σε θερινό κινηματογράφο. Οι ταινίες της δεν παιζόντουσαν στα μεγάλα σαλονάτα σινεμά του κέντρου, αλλά στις συνοικιακές αίθουσες. Σε όλη την Ελλάδα, που γέμιζαν ασφυχτικά.
Και φυσικά ο Τύπος τη συγκρίνει με την Αλίκη. Ασχέτως ότι διαφέρουν οπτικά στα χρώματα. «Τη Βουγιουκλάκη την ήξερα σαν θαυμάστριά της και θεατής των ταινιών της. Παρακολουθούσα πιο στενά τη Ζωή Λάσκαρη».
Οι μεγάλες αλλαγές
Είσαι η πριγκίπισσα της καρδιάς μου, οι Πονεμένες καρδιές, Η μητριά, Η νύφη –που δηλώνει ότι είναι η αγαπημένη της– είναι μερικοί από τους τίτλους των ταινιών της.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 αλλάζουν και οι ταινίες της. Μπαίνει λίγη αστυνομική πλοκή, μια εσάνς ερωτισμού ότι κυριαρχούσε δηλαδή εκείνη την εποχή. Η επιτυχία της, στη χώρα μας συνεχίζεται αμείωτη. Η Χούλια κυριαρχεί παντού ακόμα και στις επιθεωρήσεις.
1974. Η τραγωδία της Κύπρου αλλάζει τα πάντα. Μπορεί στην επιστράτευση του ’74 οι Έλληνες στρατιώτες πάνω στον ενθουσιασμό τους για τον επικείμενο πόλεμο με τη γείτονα χώρα να έγραφαν επάνω στα παρμπρίζ «Χούλια σου ερχόμαστε», όμως οι εισαγωγείς ταινιών έχουν άλλη άποψη. Σταματάνε οι εισαγωγές των φιλμ και κάπου εκεί τελειώνει το sucess story της Χούλια στη χώρα μας.
Και η ζωή συνεχίζεται
Στο δεύτερο μισό των 80s, με την άνθηση της βιντεοκασέτας, αρχίζουν να κυκλοφορούν παλαιότερες και μεταγενέστερες ταινίες της. Γνωρίζουν κάποια επιτυχία, αλλά η περίοδος των λαϊκό μελό έχει περάσει. Το 1986 κατεβαίνει υποψήφια για το Κοινοβούλιο της χώρας της, αλλά –όπως λέει η ίδια– ευτυχώς δεν εξελέγη. Το 1991 ανακηρύσσεται «εθνική καλλιτέχνις της Τουρκίας», παρόλο που σιγά-σιγά φεύγει από το σινεμά που τόσο αγάπησε και αγαπήθηκε. Την τηλεόραση πάντως δεν την αγάπησε, τη βαριόταν. Εξού και έκανε λίγα πράγματα.
Το 2014 ύστερα από 4 δεκαετίες επέστρεψε στην Αθήνα, καλεσμένη στις εκδηλώσεις που είχαν γίνει στην Ταινιοθήκη για τα 100 χρόνια του τούρκικου κινηματογράφου. Κομψή, ευγενέστατη, δεν έκρυψε τη συγκίνηση της για την επίσκεψη της, αλλά και τον θαυμασμό που δέχθηκε.
Το 2017 χειρουργήθηκε στην Αμερική για καρκίνο στους πνεύμονες. Με επιτυχία. Δηλώνει οικολόγος –είχε συμμετάσχει στις διαμαρτυρίες για το πάρκο Γκεζί. Στεναχωριέται για την έλλειψη σεβασμού στα παλιά κτήρια της Κωνσταντινούπολης, ζει τη ζωή μιας γυναίκας της ηλικίας της, χαίρεται για την λατρεία που τρέφουν οι συμπατριώτες της για εκείνη. Και ίσως να επαναφέρει στο νου της, μια πρεμιέρα σε αθηναϊκό καλοκαιρινό σινεμά στα τέλη των 60s με πλήθος κόσμου να την επευφημεί.
Σπύρος Δευτεραίος