Και ξαφνικά, πέντε χρόνια μετά το θάνατό του (23 Αυγούστου 2016), το όνομα του Ανδρέα Μπάρκουλη ακούγεται παντού.
Η παρουσία του γιου του Νικόλα σε τηλεοπτικό σόου, αλλά και ένα γαϊτανάκι με παιδιά, σύζυγο και κείμενα έχουν επαναφέρει τη ζωή του αιώνιου ζεν πρεμιέ σε πρώτο πλάνο.
Όχι ότι ο ίδιος θα ήταν χαρούμενος με όλα αυτά, αν ζούσε. Άλλωστε είχε βιώσει το «ας λέγεται το όνομά μου, αρκεί να λέγεται σωστά»· και δεν του βγήκε σε καλό.
Πόνος, λύπη και ελπίδα
Ο γιος δύο εκπαιδευτικών γεννήθηκε με μια σκιά πάνω του, το χαμό της αδελφής του. Η μητέρα του δεν το ξεπέρασε, γι’ αυτό –όπως τόνισε ο Ανδρέας Μπάρκουλης στη βιογραφία του– τον έντυνε μικρό με τα ρούχα του κοριτσιού που είχε χαθεί.
Μεγάλωσε στον Πειραιά και ήταν παιδί της Κατοχής. (Είναι σε αυτή τη γενιά του ’30 που όταν άρχισε να περπατάει έπεσε πάνω στη δίνη του πολέμου.)
Όμως ένα παιδί δεν παύει να μεγαλώνει, να παίζει και να ονειρεύεται. Ασχέτως αν δίπλα του μπορεί να σκάνε βόμβες ή να πεθαίνουν άνθρωποι. Ο Ανδρέας στην εφηβεία του έζησε την ανεμελιά και την αλητεία της νιότης. Και ερωτεύτηκε το θέατρο.
Και μπορεί ένας ήλιος αισιοδοξίας μετά την Κατοχή και τον εμφύλιο να υπήρχε στον ουρανό, όμως ο πατέρας Μπάρκουλης ούτε που ν’ ακούσει ότι ο γιος του θα γίνει ηθοποιός.
Μπάρκουλης εναντίον Μπάρκουλη, αλλά ο μικρός δεν μασούσε.
«Κορίτσια, ο Μπάρκουλης»
Το ντεμπούτο στο θέατρο έγινε στον Κορυδαλλό του Ανούιγ. Έχοντας σπουδάσει στη σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη, και με τη βοήθεια και τις ευχές ανθρώπων όπως ο Μάνος Κατράκης, ετοιμάστηκε για το μεγάλο ταξίδι στην υποκριτική.
Και κάπου εκεί καραδοκούσε ο νεόκοπος εγχώριος κινηματογράφος. Πρώτη εμφάνιση στη Μαρία Πενταγιώτισα, δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Μαζί της όχι μόνο πρωταγωνίστησε σε αρκετές ταινίες, αλλά δίπλα της το 1964 ανανέωσε την κινηματογραφική του καριέρα.
Αλλά ως τότε ο Μπάρκουλης έπαιξε σχεδόν παντού, και σε μικρότερες εταιρείες παραγωγής. Αυτό βέβαια δεν τον εμπόδισε να γίνει σούπερ σταρ.
https://www.youtube.com/watch?v=bQgvk07j6NM
Ζεν πρεμιέ, αλλά για τους προσεκτικούς και ζεν κομίκ. Προσπάθησε να κάνει διαφορετικά πράγματα στο θέατρο, όμως άμα σε θέλει η επιτυχία τι να κάνεις; Η επιτυχία είναι ικανή μέχρι και μαθητική παρέλαση να χαλάσει.
Το περιβόητο «Κορίτσια, ο Μπάρκουλης» συνέβη όταν έτυχε να περνάει ο ηθοποιός κατά τη διάρκεια παρέλασης.
Τον στάμπαρε μία μαθήτρια, πέταξε την… ατάκα, και οι υπόλοιπες άρχισαν να τρέχουν ξοπίσω του. Ιστορική στιγμή, αλλά νά, κάτι τέτοια φοβόταν και δεν άντεχε ο πατέρας Μπάρκουλης.
Ναι μεν, αλλά
Να πούμε μια μικρή αλήθεια; Οι ηθοποιοί εκείνης της εποχής μπορεί να έγιναν εξώφυλλα, να έπαιξαν σε φαινομενικά «ελαφρά» έργα –κυρίως στο σινεμά, όπου κάποια στιγμή η εγχώρια κινηματογραφική βιομηχανία έφτασε να παράγει πάνω από 100 ταινίες το χρόνο–, αλλά είχαν σπουδαίες βάσεις και σπουδαίους δάσκαλους.
Όμως είπαμε: όταν σε θέλει η μαζική επιτυχία, ο Άμλετ κάπου χάνεται. Εντούτοις δεν ξεχνιέται.
1964 και ο Ανδρέας Μπάρκουλης πέρασε για πρώτη φορά από τη Φίνος Φιλμ. Όχι όμως ως πρωταγωνιστής, αλλά στο ρόλο-κλειδί του φίλου του Βαγγέλη Βουλγαρίδη, ο οποίος αναγνωρίζει το «αμαρτωλό» παρελθόν της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Είναι αυτοί οι ρόλοι που όταν ερμηνεύονται σωστά στα Όσκαρ χτυπιέται 5άδα υποψηφιότητας.
Ο Σακελλάριος τον ήθελε, το ίδιο και η Αλίκη. Ο Φίνος είχε τους δισταγμούς του γιατί ο Μπάρκουλης, όπως είπαμε, έπαιζε σχεδόν παντού.
Όλα τα παραπάνω έγιναν στο Δόλωμα που στην ουσία ήταν το διαβατήριο του για τον Φίνο. Και την επόμενη χρονιά έγινε πρωταγωνιστής στο Τζένη-Τζένη. Και εδώ προέκυψε επιτυχία πρώτης γραμμής.
Μαλιστα, με την Τζένη Καρέζη προέκυψε σχέση, σύμφωνα με τα όσα έγραψε ο ίδιος στη βιογραφία του. Σύντομη μεν, αλλά σχέση με αμοιβαία εκτίμηση.
Και δεν ήταν ο μόνος δεσμός του Ανδρέα Μπάρκουλη με επώνυμη. Από τη Ματούλα –που επειδή ήταν ανήλικη προέκυψαν θέματα με τον πατέρα της–, μέχρι τη Μαίρη Χρονοπούλου, ασχέτως ότι και οι δυο τους δεν είχαν τις καλύτερες μνήμες από αυτή τη φάση της ζωής τους.
Αλλά προέκυψαν και ερμηνείες που έχουν περάσει στην ιστορία. Όπως για παράδειγμα δίπλα στη Ρένα Βλαχοπούλου – χωρίς να έχει το κλασικό στιλ κωμικού, κεντάει σε άλλους τόνους.
Τι συνέβη στα ’70s
Το οικοδόμημα του ελληνικού κινηματογράφου άρχισε να ραγίζει. Ο Μπάρκουλης εξακολουθούσε να παίζει σε πλήθος ταινιών προκειμένου να έχει χρήματα για το θέατρο.
Ανάμεσα σε αυτές ήταν και μερικές από τις καλτ σήμερα ταινίες του Όμηρου Ευστρατιάδη.
Και ξαφνικά στις 7 Νοεμβρίου 1973 ο ηθοποιός φιγούραρε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Όχι όμως για κάποια νέα σχέση του.
Όπως περιέγραψε στο βιβλίο του: «Μου την έστησαν. Η πρώην ιερόδουλος Ελένη Καραγιαννίδου-Ντρέβις ομολόγησε εμπόριο ναρκωτικών, τους οδήγησε σε εμένα. Η αστυνομία ήρθε στο θέατρο την ώρα που έμπαινα στο αυτοκίνητό μου, με συνέλαβαν. Βρήκαν πάνω μου δυο τσιγαριλίκια, κι ένα μικρό κομμάτι χασίς στο καμαρίνι μου.
»Παρόλο που μετέπειτα [σ.σ. η Καραγιαννίδου-Ντρέβις] είπε πως εν αγνοία μου άφησε τα ναρκωτικά, δεν μέτρησε. Ήμουν όμως ο Μπάρκουλης, ήταν επιτυχία να με βάλουν στο εδώλιο. Ο επίλογος αυτής της ιστορίας ήταν πως προφυλακίστηκα στα κρατητήρια της Αίγινας, βγήκα με εγγύηση 50.000 δραχμών και στις 16 Απριλίου 1974 έφυγα στο εξωτερικό».
Στην Αμερική εργάστηκε κυρίως σαν τραγουδιστής, αφού διέθετε και καλή φωνή.
Οι πιο προσεκτικοί ίσως είχαν εντοπίσει ότι στα τελευταία του φιλμ προτού φύγει το μαλλί σαν να μην ήταν δικό του. Ναι, ο Ανδρέας Μπάρκουλης φορούσε περουκίνι. Και το πέταξε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Στο βιβλίο του έγραψε χαρακτηριστικά: «Έμπαινα στη ντισκοτέκ και δεν γύριζε κανένας να δει τον “Κορίτσια, ο Μπάρκουλης”. Γύριζαν να δουν αυτόν που ήμουνα, και είχα, δόξα τω Θεώ, πολύ νταλαβέρι εκεί.
»Όταν ζούσα στην Αμερική έκανα παρέα σχεδόν αποκλειστικά με έγχρωμους. Τότε φορούσα ακόμα περούκα και όλοι με αποκαλούσαν “silver man”. Ένα βράδυ, λοιπόν, που έπινα σε ένα μαγαζί, βλέπω ένα υπέροχο θηλυκό με ξυρισμένο κεφάλι να με… παίζει.
»Δεν τολμούσα να πλησιάσω, μην βρεθώ ξαφνικά με κανένα μαχαίρι καρφωμένο στην πλάτη μου. Στο τέλος μού κάνει νόημα και πάμε στην τουαλέτα. Της είπα πως ήταν κούκλα και πως θέλω να της κάνω έκπληξη. Τράβηξα την περούκα και τα έχασε. Την έβαλα στην τσέπη και από τότε δεν την ξαναφόρεσα ποτέ.
»Άρχισα να βρίσκω κάτι βαθύτερο μέσα μου, μάλλον έναν εαυτό που μόλις μου συστηνόταν. Γεια σου μάγκα μου. Είσαι πιο πολλά απ’ όσα νόμιζες…».
Η επιστροφή του άλλου Ανδρέα
1983. Στην τηλεόραση έκανε πρεμιέρα η σειρά Αστέρια από χώμα .Το comeback του Ανδρέα Μπάρκουλη έγινε χωρίς περουκίνι πια. Ήταν η εποχή που οι πρώην σταρ του κινηματογράφου προσπαθούσαν (άδικα) να αποστασιοποιηθούν από το παρελθόν τους.
Το ίδιο έκανε και στο θέατρο. Από τις μεγάλες σάλες στα μικρά θέατρα, όπως αυτό της «3ης Σεπτεμβρίου».
Ακολούθησαν οι Ακρότητες με την Κάτια Δανδουλάκη και μετά το Σλουθ δίπλα στον Βασίλη Διαμαντόπουλο, που θα θυμίσει σε όλους πως με ή χωρίς μαλλί ο Μπάρκουλης ήταν πρωτίστως ένας πολύ καλός ηθοποιός.
Την ίδια περίοδο προβλήθηκε στις αίθουσες το Μ’ αγαπάς του Γιώργου Πανουσόπουλου.
Εκεί υποδύεται έναν μεσήλικα, αιώνιο λάτρη του γυναικείου φύλου, ο οποίος προκειμένου να θαυμάσει μια γυμνή στάρλετ χάνει τη ζωή του. Και είναι απλά απολαυστικός στην ερμηνεία του.
https://www.youtube.com/watch?v=Nmtecee3sAQ
Η τελευταία του εμφάνιση έγινε λίγα χρόνια αργότερα, το 2001 στο Αλέξανδρος και Αϊσέ του Δημήτρη Κολλάτου, όπου υποδύεται ντουμπλαρισμένος έναν Τούρκο αξιωματικό.
Όμως νωρίτερα η ζωή του είχε πάει αλλού.
To σκοτάδι, το φως και το τέλος
Στα ’90s άρχισε να φεύγει σιγά-σιγά από το χώρο. Κάποιες εμφανίσεις σε σειρές και that’s all.
Η εξάρτηση από το ποτό έγινε εντονότερη, καθώς και η επιθετική συμπεριφορά, γεγονότα που τον οδήγησαν το 1997 σε ψυχιατρική κλινική και στο Δρομοκαΐτειο, ύστερα από καταγγελία της τότε συντρόφου του.
Τον Ιούλιο του 1998, και ενώ νοσηλευόταν στο Δρομοκαΐτειο, γνώρισε τη Μαρία. Εκείνη δήλωσε εντυπωσιασμένη από το μύθο του και παρά τη διαφορά ηλικίας κατά δεκάδες χρόνια τυφλώθηκε από το μεγαλείο της ψυχής και των εμπειριών του.
Τον Οκτώβριο του 1998 έγιναν ζευγάρι, το 2000 γεννήθηκε ο γιος τους Νικόλας, ενώ τον Ιούνιο του 2015 παντρεύτηκαν.
Και ναι, το φινάλε του δεν ήταν όμορφο. Φτώχειες, αρρώστιες, αλλά και μία οικογένεια και κάποιοι (λίγοι) φίλοι που ήταν στο πλευρό του, όπως η Άννα Φόνσου.
Κορίτσια, ο Μπάρκουλης δεν πέθανε μόνος του, είχε αγάπη γύρω του. Και αυτό είναι τελικά ένα καλό φινάλε.
Σπύρος Δευτεραίος