Η καταστροφή της Σμύρνης και η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου το 1922 σήμανε ουσιαστικά με το τέλος της ελληνικής και της αρμενικής παρουσίας στη Σαμψούντα (Αμισό) του Πόντου. Η θέση των χριστιανικών πληθυσμών έγινε ακόμα πιο επισφαλής, κάτι που επιβεβαιώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου όταν ήταν πλέον σαφές πως υπήρχαν μόνο δύο επιλογές: εγκατάλειψη των πατρογονικών εστιών ή βίαιη αφομοίωση.
Στην περιοχή βρισκόταν ήδη η αμερικανική Near East Relief, που μόνο εκείνη την περίοδο είχε αναλάβει τη φροντίδα τουλάχιστον 1.200 παιδιών που έμειναν ορφανά κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας.
Στο λιμάνι της Σαμψούντας στις αρχές Νοεμβρίου είχε αγκυροβολήσει προερχόμενο από τη Γλασκόβη το ατμόπλοιο Belgravia. Η αμερικανική οργάνωση είχε σκοπό να στείλει με αυτό στην Ελλάδα τα ορφανά ελληνικών οικογενειών, ωστόσο σύντομα διαφάνηκε ότι δεν επρόκειτο να υπάρξει άλλο πλοίο και έτσι ένα 24ωρο πριν από τον απόπλου αποφασίστηκε να συμπεριληφθούν και παιδιά αρμενικών οικογενειών.
Επιβάτες του Belgravia, εγκαταλείποντας και αυτοί τη Σαμψούντα, ήταν οι Αρμένιοι αδελφοί Διλδιλιάν, Τσολάκ και Αράμ, μαζί με τις συζύγους, τα παιδιά και την οικογένεια της αδελφής τους. Με καταγωγή από τη Σεβάστεια ήταν φημισμένοι φωτογράφοι· για δεκαετίες φωτογράφιζαν στην Κεντρική Ανατολία και στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Επίσης βοήθησαν πολύ στο έργο περίθαλψης των ορφανών, ιδίως στο Κολέγιο Ανατόλια της Μερζιφούντας.
Όπως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και τα μέλη της οικογένειας Διλδιλιάν είχαν ελάχιστες ώρες στη διάθεσή τους για να αποφασίσουν τι θα κουβαλήσουν στο ταξίδι προς το άγνωστο και τι θα αφήσουν πίσω. Πήραν μαζί τις φωτογραφικές τους μηχανές και γυάλινα αρνητικά· χάρη στον Τσολάκ έχουμε σήμερα φωτογραφία από το Belgravia. Και όχι μόνο: οι φωτογραφίες μαζί με τα απομνημονεύματά τους ουσιαστικά είναι μια ιστορική καταγραφή της Γενοκτονίας, του ξεριζωμού από τον Πόντο και της άφιξης στην Ελλάδα.
Όπως περιέγραψαν, το ταξίδι με το ατμόπλοιο κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν. Οι επιβάτες βρίσκονταν στοιβαγμένοι σε κάθε διαθέσιμο χώρο, με ελάχιστα αποθέματα σε νερό και φαγητό. Λόγω καταιγίδας το Belgravia αγκυροβόλησε στην Οδησσό και πέντε μέρες αργότερα έφτασε στην Κωνσταντινούπολη «με σπασμένο κατάρτι και τα πεινασμένα ορφανά σε απόγνωση», σύμφωνα με τους αδελφούς Διλδιλιάν.
Παρά την απελπισία των επιβαινόντων, οι Αρχές δεν έδωσαν την άδεια να βγουν στη στεριά· έτσι παρέμειναν στο πλοίο για μέρες. Επίσης δεν έδωσαν την άδεια να γίνουν επισκευές, με αποτέλεσμα μέχρι τον Πειραιά τα μεγαλύτερα αγόρια να κάνουν βάρδιες αδειάζοντας νερά από το Belgravia.
Τελικά, το ατμόπλοιο έπιασε λιμάνι και οι επιβάτες του βρέθηκαν σε μια νέα πραγματικότητα, αυτή της Ελλάδας που δεν μπορούσε να απορροφήσει το τεράστιο προσφυγικό κύμα.