Η Ελλάδα επί δεκαετίες απέφευγε να θέσει σε επίπεδο ΝΑΤΟ, αλλά και σε διάφορα διεθνή φόρα και συναντήσεις, το θέμα της τουρκικής επιθετικότητας. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν ο υποχρεωτικός ετεροκαθορισμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όπως αυτός επιβαλλόταν από την από κοινού συμμετοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.
Το έχουμε ξαναπεί και θα το επαναλάβουμε: Για το ΝΑΤΟ και την Ουάσινγκτον η γεωγραφική περιοχή που καταλαμβάνουν οι εθνικές επικράτειες της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι ένας ενιαίος χώρος, ένα σύνολο με δύο υποσύνολα.
Το δεύτερο υποσύνολο, η τουρκική επικράτεια, έχει μεγαλύτερη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία για το ΝΑΤΟ λόγω της γειτνίασης επί Ψυχρού Πολέμου με τη Σοβιετική Ένωση και τώρα με τη Ρωσία.
Αυτό η Τουρκία το εκμεταλλεύθηκε επί δεκαετίες και προώθησε –όσο της το επέτρεπε η πολιτική του κατευνασμού και των μικροϋποχωρήσεων των ελληνικών κυβερνήσεων– τους εθνικούς της στόχους, μέχρι που φτάσαμε στη… «Γαλάζια Πατρίδα» και στο τουρκολυβικό μνημόνιο, αλλά και στα φανερά της σχέδια για έλεγχο το συνόλου της Κύπρου.
Όλα αυτά τα χρόνια που η Τουρκία προκαλούσε είχε την εύνοια –ή την ευμενή ουδετερότητα– των ΗΠΑ και της Αγγλίας, ενώ τα «χέρια» της Ελλάδας ήταν στην ουσία δεμένα, αφού ούτε μπορούσε να αντιδράσει αποτελεσματικά, ούτε να καταγγείλει την τουρκική επιθετικότητα, για να μην αποδυναμωθεί η ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ, η οποία σημειωτέο ήταν και παραμένει διαχρονικός στόχος της Μόσχας.
Τα τελευταία χρόνια όμως τα πράγματα αλλάζουν. Από τη μία το ΝΑΤΟ έχει βάλει «πόδι» στον Εύξεινο Πόντο με τη συμμετοχή στη Βορειοατλαντική Συμμαχία της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας και την ισχυρή παρουσία της Δύσης στην Ουκρανία, ενώ από την άλλη η Τουρκία αποδυναμώνει η ίδια με τις πολιτικές της την ΝΑ πτέρυγα, ειδικά μετά το παρατεταμένο φλερτ του Ερντογάν με τον Πούτιν.
Σε αυτή τη φάση, και ενώ η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας ανησυχεί σοβαρά και απειλεί τα συμφέροντα της Γαλλίας, του αραβικού κόσμου και των ΗΠΑ, η Ελλάδα αλλάζει εξωτερική πολιτική.
Εγκαταλείπει την πολιτική του «καλού και υπάκουου παιδιού» του ΝΑΤΟ και από τη μία πλευρά ενεργοποιείται και συνάπτει συμφωνίες με χώρες των οποίων τα συμφέροντα πλήττονται από την πολιτική της Τουρκίας, και από την άλλη αρχίζει να καταγγέλλει και να αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο της Άγκυρας διεθνώς.
Η αρχή έγινε στην τουρκική πρωτεύουσα, όπου ο Δένδιας «ξεβράκωσε» τον Τσαβούσογλου και την ίδια την Τουρκία, αναφέροντας μόνο μέρος των προκλήσεων και των παραβιάσεων που διαπράττονται εναντίον της Ελλάδας.
Στη συνέχεια η πολιτική των καταγγελιών συνεχίστηκε –και ελπίζουμε να συνεχιστεί– από τον κ. Μητσοτάκη και από τον κ. Δένδια. (Ελπίζουμε μεθοδευμένα και με στρατηγικό σχεδιασμό και όχι αποσπασματικά.)
Κυπριακό, Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Θράκης και της Μικράς Ασίας, παραβιάσεις εθνικού εναέριου χώρου και υπερπτήσεις τουρκικών μαχητικών πάνω από ελληνικά νησιά, απειλή πολέμου (casus belli), παράνομες έρευνες στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας και παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις στην υφαλοκρηπίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας, εισβολή στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, αποβατικές ασκήσεις με ολοφάνερο στόχο ελληνικά νησιά, συντήρηση αποβατικού στόλου και αποβατικής δύναμης μια ανάσα από τα ελληνικά νησιά, συνεχιζόμενη πολιτική εθνοκάθαρσης των Ελλήνων της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου, συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή της Κύπρου, μεθοδευμένη αποστολή «στρατιών» παρανόμων μεταναστών στην Ελλάδα και την Κύπρο, και πόσα άλλα.
Όλα αυτά πρέπει να ενταχθούν σε ένα στρατηγικό σχεδιασμό διεθνών καταγγελιών από επίσημα χείλη, για να μπορέσουμε να υπερασπιστούμε με επιτυχία τα εθνικά μας συμφέροντα.
Θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης γιατί αναφέρουμε όλα αυτά στο σημερινό μας άρθρο. Μα γιατί ακριβώς πίσω από τις καταγγελίες Δένδια κρύβεται ο… πόνος του Τσαβούσογλου, όπως αισθάνθηκε την ανάγκη να τον εκφράσει σε συνέντευξη που έδωσε στο CNN Türk.
Εκεί, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών ερωτηθείς για τις σχέσεις με την Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο ανέφερε προκλητικά: «Στην Ανατολική Μεσόγειο δεν θα επιτρέψουμε να καταπατηθούν τα δικαιώματά μας. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών συμπεριφέρεται σαν μικρό παιδί, αν δεν κλαφτεί πέντε φορές την ημέρα και δεν παραπονεθεί για την Τουρκία, δεν μπορεί να σταματήσει. Αυτό δείχνει κόμπλεξ κατωτερότητας και φόβο».
Είναι φανερό ότι ο Τσαβούσογλου ενοχλήθηκε και πόνεσε πολύ από τις διεθνείς καταγγελίες του Έλληνα ομολόγου του. Δεν το είχε συνηθίσει βλέπετε.
Πονάν’ ωρέ Αχμέτ τα παλικάρια;