Το βράδυ της 18ης Οκτωβρίου 1912, κι ενώ ο Ά Βαλκανικός Πόλεμος βρισκόταν σε εξέλιξη, μία ισχυρή έκρηξη συγκλόνισε την υπό τουρκική κατοχή Θεσσαλονίκη. Το τουρκικό θωρηκτό «Φετχί Μπουλέντ», που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της πόλης, είχε χτυπηθεί και βυθιζόταν στον πάτο του Θερμαϊκού.
Οι κάτοικοι ξύπνησαν έντρομοι, νομίζοντας πως η πόλη δέχεται επίθεση. Οι Τούρκοι έκπληκτοι, καθώς δεν περίμεναν επίθεση από τη θάλασσα, αδυνατούσαν να συνειδητοποιήσουν τι είχε συμβεί.
Το σαμποτάζ είχε πραγματοποιηθεί από τον υποπλοίαρχο Νικόλαο Βότση, γιο του γιατρού Ιωάννη Βότση και της Μαρίας Κουντουριώτη, αδελφής του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη. Παππούς του ήταν ο Νικόλαος Βότσης, θρυλικός αξιωματικός του Nαυτικού κατά την ελληνική Eπανάσταση.
Η αποστολή που ανατέθηκε αρχικά στον υποπλοίαρχο ήταν η επιτήρηση της ακτογραμμής της Κατερίνης, ώστε να παρεμποδιστούν οι γραμμές ανεφοδιασμού τον Τούρκων, αρμοδιότητα που ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν είναι αρμόζουσα στη μεγάλη εμπειρία του.
Έτσι, ο ίδιος πίεσε επανειλημμένα το υπουργείο Ναυτικών να του αναθέσει τη διεξαγωγή επιχείρησης εναντίον του τουρκικού στόλουσε κάποιο από τα λιμάνια του εχθρού, αίτημα το οποίο και εγκρίθηκε για την περιοχή του Θερμαϊκού Κόλπου.
Ο στόχος, το «Φετχί Μπουλέντ», ήταν ένα παροπλισμένο θωρηκτό και σύμβολο της οθωμανικής δύναμης που χρησιμοποιούταν ως διοικητική βάση των Τούρκων.
Ο Νικόλαος Βότσης το βράδυ της 18ης Οκτωβρίου προσέγγισε το τουρκικό πλοίο στο ναρκοθετημένο λιμάνι της πόλης, με χαμηλή ταχύτητα και σβηστά τα φώτα για να μη γίνει αντιληπτός, από τους δύο τεράστιους προβολείς που επιτηρούσαν την περιοχή από το φρούριο του Καραμπουρνού. Είχε επιστρατεύσει και δύο ναυτικούς από το Λιτόχωρο ώστε να τον βοηθήσουν με την πλοήγηση, τους Νικόλα Βλαχόπουλο και Μιχάλη Κουφό.
Το «Τορπιλοβόλο-11» έριξε τρεις τορπίλες στις 23:35, με τις δύο να χτυπάνε το «Φετχί Μπουλέντ» και την τρίτη να εκρήγνυται στον κυματοθραύστη της παραλίας. Το τουρκικό πλοίο άρχισε να βυθίζεται γέρνοντας προς τα δεξιά. Φεύγοντας από το λιμάνι ο Έλληνας αξιωματικός έριξε μία κανονιά προς το Καραμπουρνού, σαν νικητήρια ιαχή προς τον εχθρό.
Η βύθιση του πλοίου-συμβόλου των Τούρκων είχε τεράστιο αντίκτυπο στη ψυχολογία των χερσαίων στρατευμάτων τους και ήταν ο προάγγελος της απελευθέρωσης της πόλης, μία εβδομάδα αργότερα.
Ο Νικόλαος Βότσης μετέπειτα, το 1920, διετέλεσε κυβερνήτης του θωρηκτού «Κιλκίς», ύπατος αρμοστής Κωνσταντινούπολης το 1921, ενώ συμμετείχε και στη μεταφορά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας με το θωρηκτό «Λήμνος» το 1922.
Όντας αντίθετος στο κίνημα των Πλαστήρα, Γονατά και Φωκά, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή αποσύρθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό και από την πικρία του έφυγε στην Γαλλία, όπου και πέθανε μόνος.
Το κεντρικό κατάρτι-λάφυρο του «Φετχί Μπουλέντ» τοποθετήθηκε με την ελληνική σημαία στην κορυφή του Λευκού Πύργου.