Σε γενικές γραμμές η κριτική που γίνεται στην ελληνοαμερικανική Συμφωνία έχει τρία σημεία:
- Μειώνει την ανεξαρτησία της χώρας
- Φέρει σε μεγαλύτερο κίνδυνο τη χώρα από τη δραστηριότητα των ΗΠΑ
- Θα μπορούσε να είναι ικανοποιητικότερη.
1. Σε ό,τι αφορά την ανεξαρτησία και την κυριαρχία. Δεν χάνεις κάτι που δεν το έχεις και δεν μπορείς να το αποκτήσεις. Σήμερα, μεγάλες και ισχυρές χώρες δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι είναι ανεξάρτητες. Όλες οι χώρες αλληλοεξαρτώνται. Και σε έναν βαθμό κάνουν διαφορετικά πράγματα από όσα θα επιθυμούσαν λόγω των διεθνών αλληλεξαρτήσεων και των ορίων τους. Η Ελλάδα στο θέμα αυτό είναι δεδομένη, χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτε. Και από τις δυνατότητες ισχύος που μπορεί να προβάλλει και από τα μνημόνια που υπέγραψε. Η ανεξαρτησία είναι κάτι που απωλέσθηκε για τη χώρα.
2. Ο κίνδυνος για τη χώρα, και μιλάμε για τον κίνδυνο από τη Ρωσία, κυρίως, δεν μεγαλώνει σε σχέση με το παρελθόν. Αν υπάρχει κίνδυνος σήμερα, υπήρχε και χθες. Στην Ελλάδα υπήρχε και πριν τη Συμφωνία και NATOϊκή παρουσία και αμερικανική. Αν συνέβαινε κάτι με τη Ρωσία υπήρχαν δυνάμεις που θα ενεργούσαν από την Ελλάδα. Άρα, επί της ουσίας, τίποτε δεν άλλαξε από αυτής της πλευράς. Το ότι προστέθηκε και η Αλεξανδρούπολη στις πόλεις με αμερικανική παρουσία, διεύρυνε, απλώς, τον αριθμό των πόλεων που θα είναι στοχευμένες. Έχει καμιά σημασία για την Ελλάδα, ως χώρα, το ποιες πόλεις και περιοχές θα βρίσκονται στο στρατιωτικό ενδιαφέρον άλλης δύναμης;
Ο ρόλος της Κρήτης και της Λάρισας είναι γνωστός. Το καινούριο είναι η αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη. Και η παρουσία αυτή, φαίνεται, να έχει να κάνει με την άμεση αμερικανική παρέμβαση σε περιοχές των βόρειων παραλίων του Ευξείνου, της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλτικών χωρών. Με την παράκαμψη των Στενών. Οι περιοχές αυτές είναι άμεσου ρωσικού ενδιαφέροντος και αναμένουμε να δούμε την αντίδραση της Μόσχας. Η αμερικανική παρουσία υπήρχε και το προηγούμενο διάστημα. Με τη συμφωνία επεκτάθηκε για 5+ 2 χρόνια, κατά την ελληνική εκδοχή, επ’ αόριστον κατά την αμερικανική.
3. Πάμε στο τρίτο σημείο που είναι και το πιο ενδιαφέρον.
- Η συμφωνία πράγματι κάνει αναφορά στην κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας την οποία οι ΗΠΑ εγγυώνται αλλά αυτή η εγγύηση υπήρχε και με παλαιότερες επιστολές. Ακόμη και του Κίσινγκερ.
- Επεκτείνει το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τα κυριαρχικά δικαιώματα και τις περιοχές δικαιοδοσίας της Ελλάδας. Τέτοιο ενδιαφέρον των ΗΠΑ μπορεί να μην υπήρχε ρητά καταγεγραμμένο σε προηγούμενες συμφωνίες αλλά κατά την τελευταία κρίση με την Τουρκία υπήρχαν συνεχείς παρεμβάσεις του Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα με τις οποίες καλούσε την γειτονική χώρα να σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.
- Το σημαντικό είναι τι εννοεί η Ουάσιγκτον όταν αναφέρεται σε κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας; Η παράγραφος της επιστολής Μπλίνκεν στον πρωθυπουργό «εκτιμούμε ιδιαίτερα τη σταθερή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για διάλογο με τους γείτονές της και την προσήλωσή της στην επίλυση των διαφορών ειρηνικά μέσω διπλωματίας και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο» προδικάζει, κατά την άποψή μου, την αμερικανική θέση στο θέμα «ναι, έχετε δίκαιο, σας το αναγνωρίζουμε αλλά πάρτε υπόψη τις ευαισθησίες των γειτόνων σας (Τουρκία) και τις ιδιαίτερες συνθήκες στην περιοχή (έκταση τουρκικής ακτογραμμής) και ελάτε σε διάλογο».
- Κατά την έγκυρη Καθημερινή οι ΗΠΑ αντιτίθενται, εμμέσως, στο «casus belli», φαντάζομαι με την δέσμευσή τους να προασπίσουν την ακεραιότητα της Ελλάδας αν ασκήσει την κυριαρχία της όπου της δίνει δικαίωμα το Δ.Δ. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι οι ΗΠΑ έχουν αλλάξει την θέση τους η Ελλάδα να μην επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια. Βεβαίως, αυτό δεν λέγεται δημοσίως, αλλά από το 1995 υπάρχουν παρασκηνιακές πιέσεις να μην συμβεί αυτό.
- Θα είχε ενδιαφέρον να διευκρινιστεί από την Ουάσιγκτον, με βάση τη Συμφωνία, κατά πόσο θα υπάρξει αμερικανική υποστήριξη σε περίπτωση έμπρακτης παρέμβασης, εκ μέρους της Ελλάδας, για την ακύρωση του τουρκολιβυκού συμφώνου.
- Μια κρίσιμη παράγραφος της επιστολής Μπλίνκεν είναι: «η πρόσφατα ενημερωμένη MDCA εμφανίζει προφανώς την απόλυτη αποφασιστικότητα μας για αμοιβαία διασφάλιση και προστασία της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας των χωρών μας από ενέργειες που απειλούν την ειρήνη, συμπεριλαμβανομένης της ένοπλης επίθεσης ή της απειλής». Προκύπτει από αυτήν ότι θα υπάρξει στρατιωτική συνδρομή των ΗΠΑ στην Ελλάδα ή, η όποια υποστήριξη θα είναι διπλωματική;
- Παρόλο που η ελληνική πλευρά επεδίωξε να διασφαλίσει στη Συμφωνία την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ σε νησιά, όπως η Σκύρος δεν γίνεται καμιά συγκεκριμένη αναφορά. Απλώς, επισημαίνεται δημοσιογραφικά, ότι «η συμφωνία δεν αποκλείει την μελλοντική αμερικανική παρουσία στα ελληνικά νησιά, πέραν της Κρήτης… Υπάρχει ρητή πρόβλεψη στη συμφωνία για επέκταση και σε άλλες εγκαταστάσεις… Στην παρούσα συγκυρία, η αμερικανική πλευρά, για λόγους στρατηγικούς που αφορούν τις αμερικανικές γεωγραφικές επιλογές γενικότερα, αλλά και για οικονομικούς λόγους, δεν επιθυμούσε, στην παρούσα τουλάχιστον συγκυρία, να δεσμευτεί άμεσα για άλλες περιοχές». Δεν θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ικανοποιητική η αναφορά.
- Η περαιτέρω προσέγγιση Ελλάδας-ΗΠΑ στον στρατιωτικό τομέα και στην αμερικανική παρουσία στη χώρα πρέπει να έχει και αφανείς διαστάσεις απαγορευτικές για κοινοποίηση που έχουν να κάνουν με τις αμερικανικές βάσεις στο Ιντζιρλίκ και την Κρήτη.
Εν κατακλείδι, η ελληνοαμερικανική προσέγγιση γίνεται μεγαλύτερη. Η αντίστοιχη αμερικανοτουρκική χαλαρώνει περισσότερο.
Η αμερικανική παρουσία προσθέτει στις δυνατότητες εκπαίδευσης και αποτελεσματικότητας των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, δεν θα έλεγα ότι δένει περισσότερο την Ελλάδα με τις ΗΠΑ, το δέσιμο αυτό έχει συμβεί εδώ και μερικά χρόνια και το έφθασε στο αποκορύφωμά του η αριστερή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι μια αναγκαστική επιλογή με βάση τις απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα που την εντάσσει στην ομάδα δυνάμεων που αφήνουν στην περιοχή οι ΗΠΑ καθώς μειώνουν την παρουσία τους. Μια επιλογή που θα περιλάβει την Ελλάδα στο ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών χωρών να ανασυγκροτήσουν την ευρωπαϊκή άμυνα.