Την υπερασπιστική γραμμή ότι δεν είχε σκοπό να σκοτώσει την Ιωάννα Παλιοσπύρου, πάνω στην οποία βάσισε και το αίτημά της για ευνοϊκότερη ποινική μεταχείριση, ακολούθησε κατά την απολογία της ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου η 37χρονη Έφη Κακαράντζουλα.
«Την παρακολουθούσα έναν χρόνο πριν. Είχα εμμονή μαζί της. Όλα ξεκίνησαν όταν γνώρισα τον Νώντα», είπε στους δικαστές, αναφερόμενη στον 40χρονο που επίσης κατέθεσε στο δικαστήριο.
Απέδωσε την πράξη της στη ζήλια και είπε ότι η ιδέα για το βιτριόλι «της καρφώθηκε» όταν είδε μια εκπομπή στην τηλεόραση, μιας και το παρουσίαζαν ως μέσο εκδίκησης μεταξύ γυναικών. «Δεν σκέφτηκα ότι θα πεθάνει. Από τα ακούσματα που είχα δεν προτεινόταν σαν φονικό όπλο, μόνο ως μέσο εκδίκησης. Δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να καταπιεί. Δεν είμαι δολοφόνος. Ήμουν υπάκουη στους νόμους και είχα ήρεμη ζωή», υποστήριξε.
Στην ανακρίτρια που χειρίστηκε την υπόθεσή της η 37χρονη έλυσε τη σιωπή της 11 μήνες μετά την προφυλάκισή της. Ωστόσο δεν είχε αποκαλύψει από πού προμηθεύτηκε το καυστικό υγρό, με αποτέλεσμα η πολιτική αγωγή να επιμένει στην ύπαρξη συνεργού.
Στη σημερινή της κατάθεση είπε ότι το αγόρασε από έναν Πακιστανό, ο οποίος έπειτα από συνεννόηση συναντήθηκε μαζί της στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Γερανίου.
Η σχέση με τον Νώντα
Με τον 40χρονο, σύμφωνα με την ίδια, γνωρίστηκαν το 2017 και ανέπτυξαν ερωτική σχέση. Παρά το γεγονός ότι εκείνος κατέθεσε πως δεν είχαν δεσμό, αλλά μια χαλαρή σχέση, περιστασιακά ερωτική, η Έφη Κακαράντζουλα τόνισε πως από τις τηλεφωνικές συνομιλίες προκύπτει ότι βρίσκονταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
«Τον ρώτησα ευθέως τι συμβαίνει με την Ιωάννα, αλλά δεν μου απάντησε. Όσες φορές τον ρώτησα, δεν μου είπε. Μου άφησε αμφιβολίες. Προσπάθησα να απομακρυνθώ γιατί δεν με άφηνε να προχωρήσω στη ζωή μου. Αργότερα τους παρακολούθησα. Την παρακολούθησα για να δω αν βρίσκεται μαζί του, όχι για να της επιτεθώ. Με είχε διαβεβαιώσει ότι δεν είχε σχέση με αυτόν τον άνθρωπο και είδα από τη δραστηριότητα στο Facebook ότι δεν ευσταθούσαν αυτά. Ήμασταν γνωστές και δεν υπήρχε λόγος να μην με σεβαστεί» ανέφερε.
Τόσο ο 40χρονος όσο και η Ιωάννα Παλιοσπύρου στις καταθέσεις τους ανέφεραν ότι είχαν κάποιες σποραδικές συνομιλίες μέσω των social media και ότι ποτέ μέχρι την ημέρα της δίκης δεν είχαν συναντηθεί από κοντά.
«Με περιέπαιζε και η Ιωάννα και ο Νώντας» είπε στον εισαγγελέα η κατηγορούμενη. Απαντώντας σε ερώτηση που δέχθηκε ανέφερε ότι είχε βάλει σύστημα GPS στα αυτοκίνητά τους και ότι τον Δεκέμβριο του 2019 είχε δει κάποια «στίγματα από το κινητό του Νώντα στο σπίτι της Ιωάννας».
Το βιτριόλι
Η Έφη Κακαράντζουλα αφού αποφάσισε ότι ήθελε να εκδικηθεί τη συντοπίτισσά της προσπάθησε να βρει το βιτριόλι.
«Είχα καταλάβει ότι ήταν δύσκολο. Βρήκα έναν πακιστανικής καταγωγής άνδρα έξω από ένα μαγαζί και μου είπε ότι θα το βρει. Σε τρεις μέρες δώσαμε ραντεβού και μου το έφερε. Τον ρώτησα αν μπορούσε να μου βρει κάποιον να μου κάνει μια δουλειά, χωρίς να του πω λεπτομέρειες, μόνο ότι θα πληρωθεί. Μου έδωσε το τηλέφωνο ενός άλλου Πακιστανού, αλλά δεν μπόρεσα να επικοινωνήσω γιατί μιλούσε φαρσί. Όταν πήρα το υγρό το μετάγγισα σε ένα μεταλλικό ποτήρι, όχι 1 λίτρο, γιατί θα χρειαζόμουν τεράστιο δοχείο και θα το έβλεπε η Ιωάννα. Ήταν 300 με 500 ml, με καπάκι μπλε ήταν».
Απαντώντας σε ερωτήσεις διευκρίνισε ότι το υγρό το προμηθεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2020, ότι ο άνδρας της έδωσε ένα βαρύ μπουκάλι λευκού χρώματος ζητώντας 18 ευρώ και ότι εκείνη του έδωσε 40.
Στην απολογία της, παρά τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμώνων, επέμεινε ότι ήταν μικρή η ποσότητα που χρησιμοποίησε και ότι ήθελε να πονέσει η Ιωάννα, όπως πόνεσε η δική της ψυχή. Αυτή τουλάχιστον την εκδοχή έδωσε όταν ρωτήθηκε γιατί στόχευσε στο πρόσωπο και όχι στα πόδια.
Η ημέρα της επίθεσης
Για τα όσα έγιναν στις 20 Μαΐου 2020 στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου στεγάζεται η εταιρεία που δούλευε η Ιωάννα Παλιοσπύρου, η κατηγορούμενη είπε: «Κατέβηκα στο υπόγειο και την περίμενα. Αυτή στέκονταν στο ασανσέρ, ακριβώς μπροστά. Ήμουν από το πλάι της, δεν είχα οπτική επαφή μαζί της. Όπως της το έριξα εκείνη γύρισε αριστερά και την πέτυχε στο υπόλοιπο πρόσωπο. Έτρεξα, μπήκα στο ταξί, με άφησε σε ένα σημείο άσχετο, να μην φαίνεται πού πηγαίνω, και πήρα μετά άλλο ταξί».
Απαντώντας σε ερωτήσεις του προέδρου είπε ότι γνώριζε τι ώρα πήγαινε για δουλειά επειδή την είχε παρακολουθήσει και ότι είχε επιχειρήσει να της επιτεθεί και την προηγούμενη ημέρα, αλλά το μετάνιωσε. Εξήγησε ότι από τη σκάλα του υπογείου έβλεπε ποιος περίμενε το ασανσέρ, ότι φορούσε σκούρα γυαλιά και ότι δεν της μίλησε καθόλου.
Στο γιατί αφού την προηγούμενη είχε μετανιώσει, την επόμενη ημέρα εκτέλεσε κανονικά το σχέδιο της, κατέθεσε: «Με κυρίευσε το αίσθημα της εκδίκησης. Την μία μέρα ήξερα ότι ήταν κάτι κακό και την επόμενη μέρα άλλαξα γνώμη. Μου έγινε εμμονή. Δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά».
Η κατηγορούμενη παραδέχθηκε ότι είχε διερευνήσει το χώρο του σπιτιού της Ιωάννας, αλλά αρνήθηκε ότι επιχείρησε να της επιτεθεί ξανά όσο εκείνη νοσηλευόταν. Για τις συνομιλίες που είχε με την ξαδέρφη του θύματος είπε ότι είναι παιδικές φίλες και ότι ρωτούσε να μάθει από ενδιαφέρον για την πορεία της υγείας της, διότι –όπως επανέλαβε– ήθελε να την τραυματίσει και όχι να τη σκοτώσει.
«Της έδειξαν φωτογραφίες μου και έμεινε απαθής και ατάραχη»
Ο πρόεδρος της Έδρας έδειξε στην κατηγορούμενη φωτογραφίες του θύματός της μετά την επίθεση με το βιτριόλι αλλά και μετά τις επεμβάσεις.
Η Ιωάννα Παλιοσπύρου βγαίνοντας από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο χαρακτήρισε την 37χρονη ως «αμετανόητη», ενώ σχολιάζοντας την απολογία της τόνισε πως ακόμα και όταν είδε τις φωτογραφίες «έμεινε απαθής και ατάραχη».
Σε ερώτηση εάν δέχεται την συγγνώμη της κατηγορούμενης, η Ιωάννα απάντησε χαρακτηριστικά: «Ευχαριστώ πολύ…».
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 21 Οκτωβρίου με τις αγορεύσεις του εισαγγελέα και των συνηγόρων.