Πώς μπορεί να προστατευθεί η προσφυγική οικιστική ταυτότητα σε μια συνοικία όπως η Νίκαια και με ποιον τρόπο; Σχεδόν 100 χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ενσωμάτωση των Μικρασιατών προσφύγων στον εθνικό κορμό, το ερώτημα αυτό μοιάζει να απασχολεί έντονα την επιστημονική κοινότητα, η οποία συνδιαλέγεται με τους τοπικούς και συλλογικούς φορείς.
Αυτό φάνηκε άλλωστε και στην ημερίδα που διοργανώθηκε την περασμένη Τετάρτη στον Πολυχώρο «Μάνος Λοΐζος», με θέμα τα σπίτια της Νίκαιας, της άλλοτε Κοκκινιάς.
Στην ημερίδα συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, η εμβληματική ανθρωπολόγος Ρενέ Χίρσον-Φιλιππάκη (συγγραφέας του βιβλίου Οι κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Brooks της Οξφόρδης), και οι καθηγητές Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ Νίκος Μπελαβίλας και Σταύρος Σταυρίδης.
Τα προσφυγικά στη Νίκαια υπολογίζονται περί τα 1.200, είτε με τη μορφή των μονοκατοικιών είτε με εκείνη των πολυκατοικιών. Έτσι, το οικιστικό απόθεμα είναι μεγαλύτερο από εκείνο που υπάρχει σε άλλες συνοικίες προσφύγων στην Αττική, όπως η Νέα Ιωνία, η Νέα Φιλαδέλφεια και η Καισαριανή.
«Είναι πολύ ωραίο να κάνεις σχέδια, αλλά πολύ δύσκολο να τα υλοποιήσεις» είπε απευθυνόμενος στους δύο καθηγητές του Πολυτεχνείου ο δήμαρχος Νίκαιας – Αγ. Ιωάννη Ρέντη Γιώργος Ιωακειμίδης.
Στα σχέδια της δημοτικής Αρχής είναι να ανακαινιστεί ένα «γερμανικό», ωστόσο μετά από τρία χρόνια δεν έχει βρεθεί κάποιο που να είναι προς πώληση.
Τα «γερμανικά» –σε ένα από αυτά έζησε και η Ρενέ Χίρσον-Φιλιππάκη στις αρχές της δεκαετίας του ’70– είναι τα προκατασκευασμένα σπίτια που τοποθετήθηκαν στην ομώνυμη γειτονιά της Νίκαιας· πήραν το όνομά τους από το πρωτοποριακό πρόγραμμα που είχε εφαρμοστεί στο Μεσοπόλεμο στη Γερμανία.
Επίσης, εξετάζεται η ανακαίνιση μίας προσφυγικής πολυκατοικίας με δώδεκα διαμερίσματα, ώστε να γίνει Μουσείο Μικρασιατικού Ελληνισμού. Οι πολυκατοικίες, όπως δήλωσε ο δήμαρχος, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως φοιτητικές εστίες. «Πρέπει να βρούμε χρήστες που να μπορούν να μείνουν σε αυτά τα σπίτια, κάτι που δεν είναι πάντα αυτονόητο», πρόσθεσε.
Το 2008, σχεδόν 40 χρόνια μετά την πρώτη της διαμονή στα «γερμανικά», η Ρενέ Χίρσον-Φιλιππάκη προχώρησε σε μια εκ νέου αποτύπωση της περιοχής που με δραματικό τρόπο έδειχνε το μέγεθος της κοινωνικής, πολιτισμικής και οικιστικής μεταβολής. Από τα αρχικά σπίτια του 1928, είχε απομείνει το 31%.
«Το 1928 αντιστοιχούσαν 552 οικογένειες στα αρχικά σπίτια, και 1.071 το 1971. Είχε δηλαδή διπλασιαστεί ο αριθμός των ατόμων που έμεναν στα ίδια σπίτια. Αυτό δημιουργούσε στους ανθρώπους ασφυξία και την ανάγκη να δώσουν τα σπίτια για αντιπαροχή ακόμη και αν το οικόπεδο ήταν μόλις 4×4 μέτρα» είπε.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ομάδα καθηγητών της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ έθεσε το ερώτημα πώς ενώ χτίζεται μία άλλη πόλη, θα διασωθούν τα προϋπάρχοντα κτίσματα. Ο Νίκος Μπελαβίλας αναφέρθηκε σε διάφορες πετυχημένες πρακτικές, όπως αυτή στη Νέα Ιωνία Βόλου όπου αγοράστηκαν κτήρια σε μικρές ενότητες, ή όπως έγινε στη Θήβα με την ανασύσταση ενός ολόκληρου οικισμού, ωστόσο παραδέχθηκε ότι στην περίπτωση της Νίκαιας «το σχέδιο είναι πιο περίπλοκο».
Η ημερίδα διοργανώθηκε από την Ένωση Δαρδανελλιωτών «Άγιος Θεόδωρος» σε συνεργασία με την Ελληνοαρμενική Φιλολογική-Αθλητική Ένωση «Αραράτ», την Ένωση Ποντίων Νίκαιας-Κορυδαλλού και την Πρωτοβουλία Πολιτών «Στην Οδό(ς) 8», υπό την αιγίδα του Δήμου Νίκαιας – Αγ. Ιωάννη Ρέντη.