Ο τόπος που τον φιλοξενεί εδώ και 26 χρόνια, το Αρκαλοχώρι Κρήτης, παραλίγο να γίνει και ο τόπος όπου θα άφηνε την τελευταία του πνοή, στις 27 Σεπτεμβρίου όταν από τον ισχυρό σεισμό των 5,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ καταστράφηκε το κατάστημά του, μια επιχείρηση που έχει έστησε με κόπο για να φροντίσει τη σύζυγο και τα παιδιά τους.
Ο λόγος για τον Σάτζα Σπετίμ, με καταγωγή από την Αλβανία, ο οποίος είχε επιχείρηση με τζάμια από την οποία δεν θυμάται πώς κατάφερε να βγει ενώ όλα διαλύονταν στο πέρασμά του.
«Φοβήθηκα όσο δεν έχω φοβηθεί ποτέ στη ζωή μου. Βγήκα έξω και νόμιζα ότι δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Η συγκίνησή μου όμως ήταν ακόμη μεγαλύτερη, όταν άκουσα γείτονες που έβγαιναν από τα σπίτια τους -επίσης τρομαγμένοι- να φωνάζουν το όνομά μου. Ακόμη και μέσα στην ταραχή και τον φόβο τους, σκέφτηκαν να με αναζητήσουν, αντιλαμβανόμενοι ότι ο κίνδυνος να με πλακώσουν τα τζάμια ήταν ένας πιθανός κίνδυνος» λέει ο 47χρονος που δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή να κάνει κάτι διαφορετικό, από το να στηρίξει όσους μέχρι σήμερα είχαν στηρίξει και εκείνον.
Από την πρώτη κιόλας ημέρα του σεισμού, μαζί με άλλα άτομα που θέλησαν να συνεισφέρουν με όποιο τρόπο μπορούσαν, έστησαν την κουζίνα στο εκθεσιακό κέντρο Αρκαλοχωρίου, φτιάχνοντας το φαγητό που διανέμεται στους σεισμόπληκτους.
«Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο. Το γεγονός ότι κατάφερα να βγω ζωντανός μέσα από την επιχείρησή μου η οποία καταστράφηκε, ήταν για μένα ένα θαύμα», λέει ο Σάτζα Σπετίμ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Ουρανία Μωραΐτη, θέλοντας να ξεχάσει όχι μόνο την εικόνα, αλλά και τους ήχους από τους τόνους τζαμιών που έσκαγαν μπροστά στα πόδια του, την ώρα του σεισμού.
«Αφού είδα ότι ήμουν καλά και είδα από κοντά ότι είναι καλά τα παιδιά μου και η γυναίκα μου, δεν χρειάστηκε να σκεφτώ και πολύ για το τι θα πρέπει να κάνω. Ευτυχώς η πρόταση να φιλοξενηθούμε σε ξενοδοχείο ήρθε πολύ σύντομα, οπότε αφού πήγα τη σύζυγο και τα παιδιά μου εκεί, επέστρεψα στο Εκθεσιακό Κέντρο και άρχισα να μαγειρεύω», εξήγησε.
«Οι προσφορές σε υλικά ήταν από πολύ νωρίς, τεράστια. Αρχίσαμε να σχεδιάζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα συνεισφέραμε, και δεν σας κρύβω ότι ο τρόπος με τον οποίο μάς ευχαριστούσαν οι άνθρωποι, ήταν για εμάς μεγάλο κουράγιο. Νομίζω ότι με βοήθησε να εκτιμήσω ακόμη περισσότερο την ίδια τη ζωή και την έννοια της προσφοράς», δήλωσε στο ΑΠΕ -ΜΠΕ ο 47χρονος.
Μαζί με την οικογένειά του, αναμένει τις επόμενες ημέρες να δει αν θα καταφέρει να φιλοξενηθεί σε κάποιον από τους οικίσκους που έχουν φτάσει ή που θα φτάσουν το επόμενο διάστημα. Γνωρίζει ότι σύντομα την ευθύνη για την σίτιση των σεισμόπληκτων θα αναλάβουν catering, ο ίδιος όμως εξηγεί ότι αυτή η επιθυμία να προσφέρεις, δεν θα σταματήσει.
«Όπου και αν βρεθούμε, θα είμαστε πολλοί κάτοικοι του Αρκαλοχωρίου μαζί. Αυτό που ζήσαμε ήταν πολύ δραματικό και νομίζω ότι η ανάγκη να δίνουμε κουράγιο ο ένας στον άλλον, είναι κάτι που θα μας κρατήσει περισσότερο ενωμένους και λιγότερο απελπισμένους» συμπλήρωσε ο 47χρονος.Τα τελευταία χρόνια ο 47χρονος διατηρούσε στην περιοχή του Αρκαλοχωρίου τη δική του επιχείρηση με τζάμια. Την ώρα του σεισμού εργαζόταν και όπως εξηγεί, δεν θυμάται καν πώς κατάφερε μέσα από τα τζάμια που έπεφταν μπροστά του, να βγει μέσα από το χώρο.