Η καρδιά της βυζαντινής Κωνσταντινούπολης χτυπά στον πρώτο λόφο, εκεί όπου βρίσκεται ο ναός της Αγίας Σοφίας, μνημείο που συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του κόσμου. Αυτή λοιπόν η γοητευτική ιστορική συνοικία σήμερα λέγεται Σουλτάναχμετ (Sultanahmet).
Ονομάστηκε έτσι προς τιμή του σουλτάνου Αχμέτ· κατά δική του παραγγελία χτίστηκε το ονομαστό Μπλε Τζαμί που βρίσκεται απέναντι από την Αγία Σοφία.
Κατά τη βυζαντινή εποχή το σημερινό Σουλτάναχμετ ήταν η τοποθεσία του Μεγάλου Παλατιού που όμοιό του δεν υπήρχε στην Ευρώπη. Σ’ αυτήν την περιοχή υπάρχουν μουσεία και τοποθεσίες που αξίζει κανείς να επισκεφθεί και να χαθεί στα βάθη της Ιστορίας, βλέποντας, αγγίζοντας και μυρίζοντας.
Λουτρά της Ρωξελάνης
Βρίσκονται ακριβώς απέναντι από την Αγία Σοφία. Χτίστηκαν τον 16ο αιώνα από τον μεγάλο αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν για λογαριασμό της συζύγου του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, Ρωξελάνης της δολοπλόκου.
Η Ρωξελάνη από παλλακίδα στο χαρέμι έγινε σύζυγος του σουλτάνου. Ήταν ρωσικής καταγωγής και η πρώτη σύζυγος που της επιτράπηκε να κατοικήσει εντός των τειχών του Παλατιού Τοπκαπί. Ήταν φιλόδοξη και δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα προκειμένου να καταφέρει αυτό που ήθελε, εξού και το προσωνύμιο δολοπλόκος.
Όταν ο Ιμπραήμ Πασάς, μέγας βεζίρης του Σουλεϊμάν και παιδικός του φίλος, έγινε απειλή για τη Ρωξελάνη, εκείνη έπεισε τον σουλτάνο να τον στραγγαλίσουν. Αργότερα τον έπεισε να βάλει ανθρώπους να δολοφονήσουν και τον όμορφο και δημοφιλή διάδοχο Μουσταφά, ώστε ν’ ανοίξει ο δρόμος διαδοχής για τον δικό της γιο, Σελίμ.
Τα λουτρά ήταν ακριβώς απέναντι από την Αγία Σοφία για τις ανάγκες των προσκυνητών όταν λειτουργούσε ως τζαμί. Είχε όμως και τμήμα γυναικών. Μέχρι και το 2011 εκεί στεγαζόταν κρατική επιχείρηση χαλιών, ενώ σήμερα ο χώρος λειτουργεί από ιδιώτη και πάλι ως χαμάμ, με την ονομασία «Hürrem Sultan Hamamı».
Μουσείο Μωσαϊκών
Το Μουσείο Μωσαϊκών βρίσκεται στην πίσω πλευρά της Αγοράς του Ιππόδρομου. Δημιουργήθηκε για να στεγάσει τα διασωθέντα μωσαϊκά του Μεγάλου Παλατιού των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, τα οποία ανακαλύφθηκαν το 1930.
Στην ακμή του το παλάτι είχε εκατοντάδες δωμάτια σε πολλά από τα οποία υπήρχαν χρυσά μωσαϊκά.
Μοναδικού κάλλους είναι το ψηφιδωτό δάπεδο του Μεγάλου Παλατιού: Πουθενά αλλού στην Αυτοκρατορία δεν μπορούμε να βρούμε πάτωμα σε αυτό το μέγεθος και την ποιότητα του μωσαϊκού. Άλλωστε, για να δημιουργηθεί αυτό το κόσμημα κλήθηκαν οι καλύτεροι τεχνίτες της εποχής.
Στο ψηφιδωτό παρουσιάζονται περίπου 150 φιγούρες ανθρώπων και ζώων σε σκηνές κυνηγιού με τίγρεις, λιοντάρια, λεοπαρδάλεις και γαζέλες. Επίσης απεικονίζονται κυνηγοί αρματωμένοι, έφιπποι ή πεζοί, σκηνές από τη βουκολική, αλλά και καθημερινή ζωή.
Το δάπεδο χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ. και λέγεται ότι κοσμούσε το περιστύλιο που οδηγούσε από τ’ αυτοκρατορικά διαμερίσματα στο αυτοκρατορικό θεωρείο δίπλα στον Ιππόδρομο.
Το Μουσείο Μωσαϊκών είναι ένας ιδιαίτερος χώρος που πρέπει ο καθείς να τον επισκεφθεί. Παρόλο που συνάντησα αρκετούς επισκέπτες, δυστυχώς ήμουν η μοναδική Ελληνίδα. Είναι ανοιχτό Τρίτη έως Κυριακή, από τις 09:30 έως τις 16:30.
Ιππόδρομος
Ο Ιππόδρομος βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του Μπλε Τζαμιού. Υπήρξε κατά τους βυζαντινούς χρόνους το κέντρο κάθε δραστηριότητας της Πόλης – το ίδιο συνέβαινε και κατά τους πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας. Σήμερα ελάχιστα στοιχεία του απομένουν.
Θεμελιώθηκε από τον αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο τον 3ο αιώνα μ.Χ. Κατόπιν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος τον επέκτεινε και συνέδεσε το αυτοκρατορικό θεωρείο (το Κάθισμα) με το γειτονικό Μέγα Παλάτιο.
Εικάζεται πως ο Ιππόδρομος είχε χωρητικότητα 100.000 ατόμων.
Ο Κωνσταντίνος, θέλοντας να προσδώσει μια αίσθηση ιστορικότητας στη νέα του πρωτεύουσα, διακόσμησε τον κεντρικό διάδρομο του σταδίου με οβελίσκους, με μαρμάρινα και μπρούντζινα αγάλματα, και με κίονες από την αρχαία Αίγυπτο και την Ελλάδα.
Τρία αρχαία μνημεία που παραμένουν σήμερα στον Ιππόδρομο είναι ο Αιγυπτιακός Οβελίσκος, η Στήλη των Όφεων και η Στήλη του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου.
Ο Αιγυπτιακός Οβελίσκος χτίστηκε το 1500 π.Χ. και προτού τον φέρει ο Κωνσταντίνος στην Πόλη βρισκόταν έξω από το Λούξορ. Δίπλα του βρίσκεται η Στήλη των Όφεων που χρονολογείται από το 479 π.Χ. και μεταφέρθηκε από τους Δελφούς.
Η Στήλη του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου ονομάστηκε έτσι προς τιμή του αυτοκράτορα που την ανέγειρε τον 10ο αιώνα μ. Χ. Λέγεται και Χάλκινη Στήλη γιατί πιστεύεται ότι κάποτε καλυπτόταν από χάλκινες πλάκες.
Ο Ιππόδρομος υπήρξε το σκηνικό του πιο αιματοβαμμένου περιστατικού στην ιστορία της Πόλης που έλαβε χώρα το 532 μ.Χ. και είναι γνωστό ως Στάση του Νίκα*. Σήμερα είναι ένας επιμήκης δημόσιος κήπος που ονομάζεται Ατ Μεϊντανί (At Meydani), δηλαδή Πλατεία των Αλόγων.
Μουσείο Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης
Το συγκεκριμένο μουσείο είναι το μοναδικό στην Τουρκία που παρουσιάζει εκθέματα τουρκικής και ισλαμικής τέχνης μαζί. Βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον Ιππόδρομο.
Οι προετοιμασίες για την ίδρυσή του άρχισαν στα τέλη του 19ου αιώνα και ολοκληρώθηκαν το 1913.
Παλιά ήταν γνωστό ως Μουσείο Ισλαμικών Ιδρυμάτων. Αρχικά στεγάστηκε σ’ ένα λαμπρό οικοδόμημα του 16ου αιώνα εντός του συγκροτήματος του τεμένους του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Το τέμενος αυτό βρίσκεται στη συνοικία της Αγοράς και είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του μεγάλου αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν.
Άνοιξε τις πύλες του πρώτη φορά για το κοινό το 1914. Το 1983 μεταφέρθηκε στο παλάτι του Ιμπραήμ Πασά και μετονομάστηκε σε Μουσείο Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης.
Το παλάτι είναι ένα λαμπρό δείγμα οθωμανικής αρχιτεκτονικής του 16ου αιώνα. Η ακριβής ημερομηνία που κατασκευάστηκε παραμένει άγνωστη. Πάντως το 1520 παραδόθηκε ως κατοικία από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή στον Ιμπραήμ Πασά ο οποίος τον υπηρέτησε ως μέγας βεζίρης για 13 χρόνια.
Εικάζεται από τους ιστορικούς ότι το παλάτι του Ιμπραήμ Πασά ήταν πιο μεγαλοπρεπές και από το παλάτι Τοπκαπί, καθώς και σημείο πολλών και μεγάλων τελετών. Διατήρησε την ονομασία του και μετά τη δολοφονία του ενοίκου του το 1536.
Αφού χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως κατοικία πετυχημένων μεγάλων βεζίρηδων, άλλαξε διάφορες χρήσεις: από στρατόπεδο και κατοικία ξένων πρεσβευτών, έως εργοστάσιο ενδυμάτων και φυλακή.
Η κτηριακή αποκατάσταση, αναπαλαίωση και συντήρηση ξεκίνησε το 1966 και ολοκληρώθηκε το 1983, όποτε μεταφέρθηκε εκεί μόνιμα το μουσείο. Μόνο μέσα στους τεράστιους χώρους του ανακαινισμένου παλατιού μπορούσε εξ ολοκλήρου να παρουσιαστεί η τεράστια και σημαντική συλλογή των 40.000 εκθεμάτων.
Στις αίθουσες του πρώτου ορόφου παρουσιάζονται μινιατούρες και μεγάλη συλλογή εγγράφων, καθώς και αντικείμενα από μέταλλο, ξύλο, γυαλί, κεραμικά, γλυπτά και κοσμήματα από τον 7ο ως τον 20ό αιώνα, από την εποχή των Σελτζούκων, των Μαμελούκων, των Περσών και των Οθωμανών.
Κάθε μία αίθουσα αναφέρεται σε διαφορετική χρονική περίοδο ή γεωγραφική περιοχή του ισλαμικού κόσμου.
Στην μεγάλη αίθουσα βρίσκεται η τεράστια και σπάνια συλλογή από χαλιά-αντίκες, η οποία είναι πασίγνωστη και εκτός Τουρκίας.
Στο ισόγειο του μουσείου, απέναντι από το γραφικό καφέ και αφού ο επισκέπτης διασχίσει ένα μέρος του κήπου, βρίσκεται το Εθνογραφικό Τμήμα.
Εκεί εκτίθενται κιλίμια, αργαλειοί, εργαλεία βαφής μαλλιού και γενικότερα αντικείμενα της καθημερινής ζωής των νομάδων της ανατολικής και κεντρικής Ανατολίας.
Το μουσείο είναι ανοιχτό Τρίτη έως Κυριακή, από τις 9:00 έως τις 17.00.
Βασιλική Δεξαμενή ή Κιστέρνα
Απέναντι από την Αγια-Σοφιά βρίσκεται το Μίλιον. Πρόκειται την πέτρινη μνημειακή στήλη απ’ όπου μετρούσαν οι Βυζαντινοί τις αποστάσεις.
Ακριβώς κάτω από το πάρκο που βρίσκεται η στήλη υπάρχει ένα μοναδικό δάσος από κίονες. Είναι η Βασιλική Δεξαμενή ή Κιστέρνα, όπως είναι η λατινική ονομασία της, γνωστή πλέον ως Yerebatan Saray (υπόγειο παλάτι) ή Yerebatan Sarnıcı (υπόγεια δεξαμενή).
Αυτή η μεγάλη υπόγεια δεξαμενή, πανέμορφο δείγμα βυζαντινής μηχανικής, είναι το πιο ασυνήθιστο αξιοθέατο της Πόλης.
Είναι από τις μεγαλύτερες της εποχής της, αρχικά ανεγέρθηκε επί των ημερών του Μεγάλου Κωνσταντίνου, αλλά αποπερατώθηκε επί Ιουστινιανού και διανοίχτηκε ακόμα περισσότερο, για να καλυφθούν οι ανάγκες του Μεγάλου Παλατιού.
Η ανάγκη για τη δημιουργία των δεξαμενών ξεκίνησε από το γεγονός του ότι δεν υπήρχε μέσα στα τείχη πόσιμο νερό που να ελέγχεται η καθαρότητά του· σε καιρούς πολέμου ή πολιορκίας είτε καταστρέφονταν τα υδραγωγεία είτε οι εχθροί έριχναν δηλητήριο.
Έτσι, με την κατασκευή της Βασιλικής Δεξαμενής σε έκταση περίπου 9.800 τ.μ. συγκεντρωνόταν το νερό που ερχόταν από το Δάσος του Βελιγραδίου –βρίσκεται 20 χλμ νοτίως της Πόλης–, αφού περνούσε από το υδραγωγείο του Ουάλεντος.
Η δεξαμενή έχει μήκος 143 μ. και πλάτος 65 μ., ενώ οι τοίχοι της έχουν πάχος 4,8 μέτρα. Η χωρητικότητα ήταν περί τα 80.000 κ.μ.
Η στέγη της στηρίζεται σε 336 κίονες μοιρασμένους σε 12 σειρές – κάθε κίονας έχει ύψος 8 μέτρα. Τα 98 κιονόκρανα είναι κορινθιακού ρυθμού, τα υπόλοιπα ιωνικού, ελάχιστα δωρικού.
Δύο μόνο κίονες, στο αριστερό άκρο, στηρίζονται σε βάσεις που φέρουν ανάγλυφη την κεφαλή της Μέδουσας.
Πιθανολογείται ότι προέρχονται από μνημείο της Ελληνιστικής Εποχής. Τοποθετήθηκαν στο συγκεκριμένο σημείο –και μάλιστα η μια κεφαλή ανάποδα και άλλη πλαγίως– είτε γιατί αυτοί οι δύο κίονες ήταν πιο κοντοί, είτε προς τιμή των νυμφών των υδάτων. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Μέδουσα μπορούσε να μετατρέψει σε πέτρα τους καχύποπτους.
Η δεξαμενή χρησιμοποιήθηκε μέχρι τον 16ο αιώνα. Επί έναν αιώνα μετά την Άλωση οι Οθωμανοί αγνοούσαν την ύπαρξή της. Ανακαλύφθηκε ξανά όταν είδαν κατοίκους της περιοχής να προμηθεύονται νερό.
Κατά καιρούς έγιναν αναστηλώσεις. Πιο συγκεκριμένα, ξεκίνησαν τον 18ο αιώνα από τον Σουλτάνο Αχμέτ Γ’, τον Σουλτάνο Αμπντουλχαμίτ Β’ τον 19ο αιώνα, και τελευταία το 1985 από τον Μητροπολιτικό Δήμο Κωνσταντινούπολης.
Η είσοδος της δεξαμενής βρίσκεται επί της οδού Yerebatan Caddesi. Οι πύλες της είναι ανοιχτές για το κοινό καθημερινά από τις 09:30 έως τις 16:30 (τους καλοκαιρινούς μήνες έως τις 17:30).
Η περιήγηση στην υπόγεια δεξαμενή είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Παλαιότερα γινόταν με βάρκα, αλλά σήμερα έχουν τοποθετηθεί ξύλινοι διάδρομοι κατά μήκος.
Πρόκειται για έναν χώρο που ευωδιάζει Βυζάντιο. Ο αρμονικός ήχος του νερού σε συνδυασμό με τους ήχους της κλασσικής ή της οθωμανικής μουσικής σού προκαλεί δέος. Αγγίζοντας τους κίονες έχεις την αίσθηση ότι περπατώντας στους διάδρομους θα συναντήσεις κάποιον Βυζαντινό να σε καλωσορίζει.
Με αυτή την αίσθηση και μόνο έχεις ήδη καταφέρει να πραγματοποιήσεις και ένα ταξίδι στα βάθη της Ιστορίας!
Θωμαΐδα Κιζιρίδου
—
* Η Στάση του Νίκα ήταν εξέγερση που κράτησε μία εβδομάδα. Θεωρείται η πιο βίαιη ταραχή στην ιστορία της Κωνσταντινούπολης, με τη μισή σχεδόν πόλη να καίγεται ή να καταστρέφεται και με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να σκοτώνονται.