Όσον αφορά τις κονσέρβες ροδάκινου, η Ελλάδα κατάφερε να κυριαρχήσει στην Κορέα. Συγκεκριμένα η χώρα μας κατέχει μερίδιο της τάξης του 75%, έχοντας θέσει σχεδόν πλήρως στο περιθώριο τις παραδοσιακές ανταγωνίστριες χώρες (Κίνα, Νότια Αφρική, Χιλή) ενώ το μερίδιο της εξακολουθεί να παρουσιάζει ανοδικές τάσεις.
Αυτό σημειώνεται στην «Έρευνα Αγοράς Κονσέρβας Ροδάκινου 2021» του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων, Σεούλ.
Σύμφωνα με την έρευνα, η πανδημία δεν επηρέασε καθόλου την δυναμική των ελληνικών εξαγωγών προς τη συγκεκριμένη χώρα κατά το παρελθόν έτος. Αντίθετα, κατά το 2020, οι εξαγωγές μας σημείωσαν ιστορικά υψηλά των 6.400 τόνων αξίας 7,15 εκ. δολάρια Η.Π.Α. (αύξηση 40,9% σε σχέση με το 2019).
Όπως σημειώνεται, οι κονσέρβες φρούτων είναι ιδιαίτερα δημοφιλές προϊόν για το καταναλωτικό κοινό της Νότιας Κορέας ενώ υπογραμμίζεται ότι ο σταδιακός μηδενισμός του εισαγωγικού δασμού για τις ελληνικές κονσέρβες ροδάκινου, στο πλαίσιο της Συμφωνίας Ελευθέρου Εμπορίου ΕΕ- Ν. Κορέας, είχε εξαιρετικά ευνοϊκές συνέπειες για τις ελληνικές εξαγωγές.
Πιο αναλυτικά, αναφέρεται ότι η Ελλάδα έχει όλες τις προϋποθέσεις να κυριαρχήσει στην κορεατική αγορά κονσέρβας ροδάκινου και κατά τα προσεχή χρόνια. Στην πραγματικότητα, το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ελληνικές εξαγωγές είναι η έλλειψη ενίοτε επαρκούς αριθμού εισερχόμενων στην χώρα μας κοντέινερ για να εξυπηρετήσουν τις εξαγωγικές μας ανάγκες, και βέβαια η μεγάλη άνοδος των θαλάσσιων ναύλων μεταφοράς λόγω πανδημίας, καθώς πρόκειται για προϊόν με χαμηλά περιθώρια κέρδους στο οποίο η συνολική κερδοφορία συναρτάται άμεσα από τον όγκο των εξαγωγών.
Προκειμένου να ισχυροποιηθεί περαιτέρω η θέση μας στην κορεάτικη αγορά, εκτιμάται ότι απαιτείται η δραστηριοποίηση περισσότερων ελληνικών εταιρειών του κλάδου, οι οποίες θα πρέπει να αποστέλλουν τους διευθυντές εξαγωγών τους στην Κορέα τουλάχιστον δύο φορές ετησίως προκειμένου να διερευνήσουν την αγορά και να πραγματοποιήσουν στοχευμένες επιχειρηματικές συναντήσεις με την αρωγή και του Γραφείου ΟΕΥ Σεούλ.
Ιδιαίτερη προσοχή, όπως σημειώνεται, θα πρέπει να αποδίδεται επίσης στην εξασφάλιση αυστηρών διαδικασιών ποιοτικού ελέγχου και στην αποφυγή αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των ελληνικών εταιρειών εις βάρος της ομολογουμένως υψηλότατης ποιότητας του προϊόντος και της αντίστοιχης εκτίμησης που χαίρει στην απαιτητική κορεατική αγορά.