Σε διψήφιο ποσοστό του πληθυσμού ανέρχονται, σήμερα, οι Έλληνες που ασχολούνται με την αγοραπωλησία κρυπτονομισμάτων, σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών στο χώρο της τεχνολογίας.
Τα κρυπτονομίσματα είναι ουσιαστικά ψηφιακό χρήμα που αποτελείται από μια αλυσίδα μαθηματικών εξισώσεων.
Το μεγάλο πλεονέκτημα τους είναι ότι δεν ελέγχονται από κανέναν και ότι είναι πλήρως αποκεντρωμένα, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε τράπεζα.
Πολλοί άνθρωποι, αντιλαμβανόμενοι νωρίς την υπερτίμηση που θα υποστεί η τεχνολογία blockchain, που χρησιμοποιούν τα νομίσματα αυτού του τύπου, άρχισαν να τα εξορύσσουν(mining), κάποιοι χρησιμοποιώντας τον προσωπικό τους υπολογιστή, ενώ άλλοι επενδύοντας πολλά χρήματα σε εγκαταστάσεις με τεράστιο αριθμό μηχανημάτων.
Για την εξόρυξη κρυπτονομισμάτων θεωρείται αναγκαίος ένας υπολογιστής υψηλών προδιαγραφών, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να λύσει συγκεκριμένα μαθηματικά προβλήματα. Η επιβράβευσή του για την εύρεση της λύσης είναι το ότι «ξεκλειδώνει» έναν κρίκο από την αλυσίδα εξισώσεων, ο οποίος μεταφράζεται σε παραστατικό χρήμα (δολάριο,ευρώ,γιεν).
Το πρόβλημα με το mining, εκτός από τον ακριβό τεχνολογικό εξοπλισμό που απαξιώνεται σχετικά εύκολα, είναι το κόστος του ρεύματος που καταναλώνουν οι υπολογιστές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ειδικά στην Ελλάδα που το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι υψηλό. Μόνο η συντήρηση του συστήματος ενός κρυπτονομίσματος, όπως το Bitcoin, καταναλώνει ετησίως το ίδιο απόθεμα ενέργειας με την Φιλανδία.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, είναι εύλογο να αναρωτιέται κανείς εάν είναι συμφέρουσα η εξόρυξη κρυπτονομισμάτων. Ενδεικτικό είναι ότι για παράδειγμα, αν κάποιος επενδύσει 20.000 ευρώ για τη δημιουργία ενός μικρού κέντρου εξόρυξης Ethereum (δεύτερο μεγαλύτερο κρυπτονόμισμα στον κόσμο), δεδομένης της σημερινής του αξίας και τις τρέχουσας τιμής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, το καθαρό κέρδος ανέρχεται περίπου τα 600 ευρώ ανά μήνα.