Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού αφιερωμένο σε όλους τους μάρτυρες που μαρτύρησαν για του Χριστού την πίστη την Αγία. Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας.
Προοίμιο Ι
Όπως τα πρώτα πρόσφορα απ’ τους καρπούς της φύσης, οι άνθρωπ’ αφιέρωναν στον Πλαστουργό της κτίσης,
έτσι σε Σένα Κύριε προσφέρει η οικουμένη τους θεοφόρους Μάρτυρες.
Χάρη στις ικεσίες τους, δώσε πλουσιοπάροχα στην Εκκλησία ειρήνη,
κι αυτήν την Πολιτεία Σου, με της Θεοτόκου την ευχή, διατήρησέ τη σώα, Χριστέ μας
Πολυέλεε.
Προοίμιο ΙΙ
Τόσα βασανιστήρια οι μάρτυρες τραβήξαν∙ κι Εσύ τα καταπράυνες, Χριστέ μου και Θεέ μου, γιατί από τη φύση Σου υπάρχεις ελεήμων.
Κι έτσι αυτοί διατράνωναν την πίστη τους σε Σένα, μπροστά στον κάθε τύραννο.
Αλλ’ όπως σ’ αυτούς δώρισες τούτην την ευλογία
της άγιας υπομονής που’ ταν στερεωμένη σε μία γνώση του Θεού δοσμένη από πάνω,
έτσι ζητάμε και σ’ εμάς το δώρο αυτό να δώσεις Δεσπότη
Πολυέλεε.
Οίκοι
α’. Όσοι απανταχού της γης έχουνε μαρτυρήσει και εκεί ψηλά στους ουρανούς έχουνε μετοικήσει∙
όσοι τα Πάθη του Χριστού μιμήθηκαν με ζήλο κι αντίβαρο έτσι βάλανε στα πάθη τα δικά μας∙
εδώ όλοι συναθροίζονται σήμερα για να δείξουν, ποιοι είναι οι πρωτότοκοι αυτής της Εκκλησίας
που προτυπώνει ασφαλώς την άκτιστη, την «άνω»∙ κι όλοι μαζί φωνάζουνε και στον Χριστό έτσι λένε: «Εσύ ‘σαι ο Θεός μου Χριστέ μου
πολυέλεε».
β’. Εδώ ‘ρθαν και μαζεύτηκαν π’ όλης της γης τις πόλεις∙ κι όμως, όλοι γινήκανε μ’ εμάς συμπατριώτες.
Από τον κόσμο απανταχού ήρθαν εδώ κοντά μας∙ την μία κοσμιότητα –την που στ’ αλήθεια αξίζει– μάς φέραν
στην πανήγυρη γιορτάζοντας μαζί μας. Κι έτσι, ομού γιορτάζουνε τα πάνω με τα κάτω.
Γιατί μαζί μας, πράγματι, υμνούνε κι οι αγγέλοι:
«Βλέποντας τους Αγίους Σου, πιο εύκολα το νιώθουμε, κατανούμ’ αλήθεια το πόσο είσαι Θαυμαστός, Κύριε
Πολυέλεε».
γ’. Γεύμα πλουσιοπάροχο και πανευλογημένο ας κάνουμε εδώ σήμερα, καθώς με επουράνια τα επίγεια ήρθαν και μοιάζουν.
Στο ουράνιο στερέωμα φεγγοβολούν τ’ αστέρια. Στις εκκλησιάς το πλήρωμα οι μάρτυρές μας λάμπουν.
Λάμπουνε και φεγγοβολούν, σαν φάροι ξεχωρίζουν, την οικουμέν’ ολάκερη με Άγιο φως φωτίζουν.
Και δικαιώνετ’ ο Δαβίδ∙ κι αυτός μαζί μας ψέλνει, κείνο που ο ίδιος έγραψε σ’ έναν απ’ τους ψαλμούς του:
«Οι αστραπές Σου φώτισαν ολάκερη τη γη μας», Χριστέ μας
Πολυέλεε.
δ’. Ακούστε τώρα πράγματα παράδοξα και δείτε τα τόσα ανεξήγητα, θείες θαυματουργίες.
Παντού στον κόσμο τα αίματα των Άγιων μαρτύρων σαν θεία τριαντάφυλλα –μόνο χωρίς αγκάθια– κατάσπαρτα ανθίζουνε και γιατρικά αναβλύζουν∙ την ευωδιά αποπνέουνε των θείων χαρισμάτων.
Κι αυτά όσοι τα πάρουνε γλιτώνουν απ’ τα πάθια και στο Θεό μας ψέλνουνε:
«Όλο μεγαλοπρέπεια η χείρα βοηθείας που μας προσφέρεις Συ Θεέ μας
πολυέλεε».
ε’. Οι αγώνες π’ όλοι δώσατε και λάβατε στεφάνια, οι κόποι κι ο ιδρώτας σας, τα τόσα θάυματά σας,
σε μια κουβέντα δεν χωρούν, ούτε και σ’ έναν τόπο.
Χαίρετ’ η Εκκλησία μας τα κατορθώματά σας και τα φορά καμαρωτά σαν χρυσαφιά πλουμίδια,
καθώς καμιά βασίλισσα που λαμπροφορομένη σε Σένα δίπλα στέκεται,
που είσ’ ο Βασιλιάς της· ο Αθάνατος, ο Άφθαρτος Θεός μας και Πατέρας, Συ μόνος
πολυέλεε.
ς’. Ορθοπρεπώς ας ψάλλουμε στον Κύριο και Θεό μας∙ γιατί τη Χάρη Του Αυτός πλούσια μας την παρέχει,
όπως απ’ τα πολύ παλιά το είχε προφητέψει κείος ο Προφήτης ο Ιωήλ: «θα ανοίξω ‘γώ την κάνουλα, ώστ’ αφειδώς να τρέχει το Πνεύμα μου το Άγιο
κι οι δούλοι μου κι οι δούλες μου να παίρνουν όσο θέλουν». Έτσι, μ’ αυτήν την Χάρη, βρήκαν ισχύ οι μάρτυρες και γίναν αθλοφόροι, καθώς αυτή τους έδωσε και δύναμη και λόγο.
Και φράξανε τα στόματα όσων τους σηκωθήκαν Εσέ να πολεμήσουνε, Θεέ μας
πολυέλεε.
ζ’. Δεν ξεγελάστηκαν αυτοί απ’ τ’ άφθονα τα πλούτια, γιατί τη Βασιλεία Σου το πιο πολύ αγαπήσαν.
Τα κοσμικά είναι πρόσκαιρα, γι’ αυτό τα λησμονούσαν∙ τα άφθαρτα κρατούσανε με πείσμα στο μυαλό τους και σε αυτά προσβλέπανε.
Σ’ αυτά να φτάσουν βιάζονταν και να πεθάνουν ήθελαν πιότερο απ’ το να ζήσουν,
για να κερδίσουνε Εσέ που είσαι η Ζωή στ’ αλήθεια,
και ν’ απολαύσουν τ’ αγαθά που μόνο Εσύ παρέχεις Θεέ μας
πολυέλεε.