Με μεγάλο σεβασμό, αγάπη, αλλά και με… βιασύνη για να προλάβει να τη χαρεί πριν γυρίσει ο πατέρας του από τη δουλειά, έπαιρνε την κεμεντζέ στα χέρια του, το 1981, ο 6χρονος Γιώργος Ατματσίδης. Την «γρατζουνούσε» μόλις επέστρεφε από το σχολείο και πετούσε τη σάκα, στο σπίτι του στο Λαύριο Αττικής. Επειδή δεν ήταν καλός μαθητής, ο πατέρας του τού απαγόρευε να παίζει λύρα.
Μάλιστα, «σημάδευε» και το μέρος που την άφηνε, προκειμένου να καταλάβει, αν ο μικρός Γιώργος τον είχε παρακούσει και είχε ασχοληθεί με την κεμεντζέ, όσο εκείνος έλειπε αγωνιζόμενος για το μεροκάματο. Κι επειδή η παρακοή στο θέμα αυτό ήταν ο κανόνας στο σπίτι, ο Γιώργος Ατματσίδης συχνά τα άκουγε από τον πατέρα του.
Ένα απόγευμα, επίσης στα έξι του χρόνια, ο Γιώργος Ατματσίδης ξεχάστηκε και δεν κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα για να γυρίσει ο πατέρας από τη δουλειά.
Όταν μπήκε ο τελευταίος στο σπίτι, άκουσε το μικρό να «πιάνει» σε πολύ ικανοποιητικό ρυθμό έναν κότσαρι.
Ήταν η στιγμή –αλλά και η αφορμή– που κατάλαβε την κλίση του παιδιού του αλλά και την αγάπη του για την κεμεντζέ και από τότε τον άφηνε να την… «γρατζουνάει» συνέχεια.
Ο τελευταίος από έξι αδέλφια ήταν ο λυράρης Γιώργος Ατματσίδης, με καταγωγή από τα Κοτύωρα (σήμερα Ορντού), και από τις δύο πλευρές, ο οποίος γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1975 στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Λαύριο. Εγγονός, γιος και αδελφός μουσικών –όλοι τους έπαιζαν και λύρα εκτός από άλλα μουσικά όργανα– ήταν σχεδόν νομοτελειακό να γοητευτεί από πολύ μικρή ηλικία από την κεμεντζέ.
Μάλιστα, από τεσσάρων ετών θυμάται τον εαυτό του να παίρνει δύο ξύλα στα χέρια και να κάνει ότι παίζει λύρα, «σχηματίζοντας» τους ήχους της με τη φωνή του. Μαζί με φιλαράκια του σε εκείνη την ηλικία είχαν δημιουργήσει κι ένα… μουσικό γκρουπάκι, αφού με ξύλα και οι υπόλοιποι έκαναν ότι παίζουν και εκείνοι μουσικά όργανα.
«Οι γονείς μου ήρθαν στην Ελλάδα το 1966 από τη Ρωσία. Δεν πρόλαβα να γνωρίσω τους παππούδες μου, όμως ξέρω ότι ο ένας έπαιζε λύρα. Ο πατέρας μου έπαιζε, επίσης, λύρα, αλλά κυρίως ήταν πολύ καλός ακορντεονίστας. Στη Ρωσία, όταν κάποια ζευγάρια ήθελαν να παντρευτούν, πρώτα τον πατέρα μου έκλειναν και μετά την εκκλησία. Από εκείνον πήρα τα ακούσματά μου και ξεκίνησα από μικρή ηλικία. Τον έβλεπα να παίζει λύρα μετά τη δουλειά, όπως έβλεπα και τα αδέλφια μου να κάνουν το ίδιο. Τα αδέλφια μου ήταν εκείνα που με βοήθησαν και έμαθα να παίζω», λέει στο pontosnews.gr ο Γιώργος Ατματσίδης.
Από τα μόλις οκτώ του χρόνια ο Γιώργος Ατματσίδης ήταν λυράρης στο μικρό χορευτικό του Συλλόγου Ποντίων Λαυρίου, ενώ λίγα χρόνια αργότερα έγινε ο βασικός λυράρης του συλλόγου.
«Τότε δεν υπήρχαν πολλοί λυράρηδες στην Αττική. Ακόμα και το μεγάλο χορευτικό αναγκαζόταν να κάνει πρόβες με κασέτες, ενώ για εκδηλώσεις καλούσε ο σύλλογος λυράρηδες από αλλού. Εκείνη την εποχή με τα αδέλφια μου είχαμε δημιουργήσει κι ένα συγκρότημα ποντιακής μουσικής και παίζαμε σε γάμους, χορούς και άλλες εκδηλώσεις», θυμάται.
Στη σκηνή και τη δισκογραφία από τα 17 του
Στις οικοδομές ως σιδεράς εργαζόταν στα 17 του χρόνια ο Γιώργος Ατματσίδης, όταν έκανε και τα πρώτα του βήματα ως λυράρης στη σκηνή του ποντιακού κέντρου «Τρυγόνα».
«Ένας συνάδελφός μου, με τον οποίο δουλεύαμε μαζί ως σιδεράδες στην οικοδομή και… ψιλοτραγουδούσε, μου είπε ότι θα πάει στην «Τρυγόνα», προκειμένου να τον ακούσουν, μήπως και τον προσλάβουν. Με ρώτησε, αν θέλω να πάω μαζί του ως ο λυράρης του. Ήταν το όνειρό μου και πήγαμε μαζί. Περάσαμε από οντισιόν και την πρώτη μέρα μας έβαλαν στο πρόγραμμα και μας έβγαλαν στη σκηνή. Ήταν Σαββατόβραδο και είχε πολύ κόσμο το μαγαζί. Την επόμενη σεζόν ξεκινήσαμε να παίζουμε εκεί. Από το 1992, από τα 17 μου μέχρι σήμερα, δουλεύω ως επαγγελματίας λυράρης», λέει ο Γιώργος Ατματσίδης.
Στην «Τρυγόνα» ξεκίνησε με τον Γιώργο Δημητριάδη και τον Γιώργο Νικολαΐδη, τη θέση του οποίου στη μέση της σεζόν πήρε ο Κώστας Θεοδοσιάδης. Στα 17 του ο Γιώργος Ατματσίδης έκανε και την πρώτη του δισκογραφική δουλειά, σε συνεργασία με τον Γιώργο Δημητριάδη. Ονομάζεται Τριαντάφυλλα τη στράτα’ς θα γομώνω.
Ένα χρόνο αργότερα βρέθηκε στο ποντιακό κέντρο «Λεμόνα», όπου συνεργάστηκε πάλι με τον Γιώργο Δημητριάδη αλλά και με τους Θεόφιλο Σεχίδη και Γιώργο Σιδηρόπουλο. Το 1994 κατατάχθηκε στο στρατό, ωστόσο, στις άδειές του έπαιζε λύρα στη «Λεμόνα». Στο εν λόγω ποντιακό κέντρο έμεινε μέχρι το 1998 και μεταξύ άλλων συνεργάστηκε με τους Μπάμπη Ιορδανίδη, Χρήστο Παπαδόπουλο, Κώστα Καραπαναγιωτίδη, Θεόδωρο Παυλίδη και Γιώτη Γαβριηλίδη.
Οι συνεργασίες που τον στιγμάτισαν
Η συμμετοχή του στο δίσκο «Ποντιακή Ραψωδία» το 1997, στον οποίο τραγούδησε, μεταξύ άλλων ο τεράστιος Στέλιος Καζαντζίδης, ήταν μία από τις δύο δουλειές του, που στιγμάτισαν τον Γιώργο Ατματσίδη. Στην «Ποντιακή Ραψωδία» συμμετείχαν, επίσης, η Πίτσα Παπαδοπούλου, ο αείμνηστος Χάρρυ Κλυν, ο Στάθης Νικολαΐδης και ο γνωστός ηθοποιός Τάκης Βαμβακίδης.
«Μέσω του pontosnews.gr θέλω να ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου τον Τάκη Βαμβακίδη, διότι εκείνος ήταν η αιτία να γνωρίσω τον Μάκη Ερημίτη, ο οποίος ήταν ο συνθέτης, ο στιχουργός και παραγωγός της συγκεκριμένης δουλειάς», υπογραμμίζει ο Γιώργος Ατματσίδης.
Την ίδια χρονιά συμμετείχε και στο δίσκο του Θανάση Τσολερίδη «Μιθριδάτης του Πόντου», στον οποίο τραγούδησαν ο Στάθης Νικολαΐδης, η σύζυγός του, Σοφία και η κόρη του, Ανθούλα, ο Αλέξης Παρχαρίδης αλλά και ο μεγάλος Πόντιος ηθοποιός Νίκος Ξανθόπουλος.
«Οι δύο αυτές δουλειές αποτέλεσαν ορόσημο για μένα και αισθάνομαι ότι στιγμάτισαν την καριέρα μου. Ήταν πολύ σημαντικές και εγώ τότε ήμουν πολύ νέος», λέει ο Γιώργος Ατματσίδης, ο οποίος στη μέχρι τώρα καριέρα του έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 25 δισκογραφικές δουλειές, ποντιακές αλλά και λαϊκές στη νεοελληνική γλώσσα.
Το 1998 ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη μετά από πρόταση του Στάθη Νικολαΐδη, με τον οποίο συνεργαζόταν συνέχεια μέχρι το 2015. Αλλά και τα υπόλοιπα χρόνια συνεχίστηκε με πολύ μεγάλη επιτυχία η συνεργασία τους. Η πρώτη δισκογραφική δουλειά που έκαναν μαζί, ήταν η «Κιβωτός» το 1999.
Με Καρρά, Γονίδη και Βαρδή
Σε τραγούδι για τη Γενοκτονία του ποντιακού λαού συνεργάστηκε με τον Πόντιο στην καταγωγή πασίγνωστο τραγουδιστή Βασίλη Καρρά ο Γιώργος Ατματσίδης. Επίσης, συνεργάστηκε δισκογραφικά και με τον Σταμάτη Γονίδη, τόσο σε λαϊκούς δίσκους όσο και στον ποντιακό «Σον Θεόν εφτάγω τάμα», σε σύνθεση του Κυριάκου Παπαδόπουλου και σε μουσική του Γιώργου Μαυρίδη.
Παράλληλα, είχε συνεργασία με τον Αντώνη Βαρδή, με τον Χρήστο Χολίδη στη λαϊκή αλλά και στην ποντιακή μουσική, στο cd Ο Πόντος ζει, αλλά και με πολλούς άλλους γνωστούς καλλιτέχνες.
«Στροφή» σε στιχουργική και διδασκαλία
Θα συνεχίσει να ασχολείται στο μέλλον με τη λύρα του και να βιοπορίζεται από αυτήν ο Γιώργος Ατματσίδης, ωστόσο, τα τελευταία δύο-τρία χρόνια και κυρίως μετά την εμφάνιση της πανδημίας του κορονοϊού, έκανε «στροφή» και προς τη σύνθεση.
«Έχω γράψει δεκάδες τραγούδια για σχεδόν όλους τους γνωστούς Πόντιους τραγουδιστές. Μάλιστα, μέσα στην καραντίνα έγραψα και δύο τραγούδια, τα οποία τραγούδησα εγώ. Πρόκειται για το «Ουρανοπούλ’» και το «Του ήλ’ το φως». Πιστεύω ακράδαντα ότι η ποντιακή μουσική έχει μέλλον. Βλέπω πολλά παιδιά με ταλέντο να τραγουδάνε, να παίζουν λύρα αλλά και άλλα ποντιακά παραδοσιακά όργανα».
Από το 2004 ο Γιώργος Ατματσίδης ξεκίνησε να διδάσκει λύρα στο Σύλλογο Ποντίων Ασπροπύργου, ενώ σήμερα διατηρεί και σχολή εκμάθησης κεμεντζέ στον τόπο κατοικίας του, το Μενίδι. Παράλληλα, ξεκίνησε τη διδασκαλία λύρας και στο Σύλλογο Ποντίων «Αργοναύται Κομνηνοί».
«Ο Πόντος σημαίνει πάρα πολλά για εμένα. Είναι όλη μου η ζωή. Γι’ αυτό που στενοχωριέμαι, είναι ότι δεν έτυχε να πάω ακόμα στον Πόντο και να εκπληρώσω αυτό το όνειρό μου. Όμως, αυτό το ταξίδι βρίσκεται στα σχέδιά μου και πιστεύω ότι θα τα καταφέρω. Η ποντιακή παράδοση είναι κάτι το πολύτιμο. Πρέπει να τη φυλάμε σαν τα μάτια μας και να τη μεταδίδουμε στις επόμενες γενιές», καταλήγει ο Γιώργος Ατματσίδης.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης