Η Γερμανοί ψήφισαν την Κυριακή γνωρίζοντας ότι η χώρα εισέρχεται σε μια περίοδο αβεβαιότητας.
Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τον αμφίρροπο αγώνα που επρόκειτο να εξελιχθεί ανάμεσα στους δυο πολιτικούς «γίγαντες», του κεντροαριστερού SPD και του χριστιανοδημοκρατικού CDU της απερχόμενης καγκελαρίου.
Το αποτέλεσμα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί έως σήμερα το πρωί, δείχνει τους Σοσιαλδημοκράτες να βρίσκονται δύο μονάδες μπροστά από το CDU, με τους Πράσινους και το φιλελεύθερο FDP να παρουσιάζουν αρκετά υψηλά ποσοστά, αφήνοντας πίσω το ακροδεξιό κόμμα. Έτσι, ο ηγέτης του SPD και υπουργός οικονομικών Όλαφ Σολτς, θα έχει την ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση πλειοψηφίας, πράγμα το οποίο ο ίδιος δήλωσε ότι δεν γνωρίζει αν κάτι τέτοιο είναι δυνατό. «Θα ήθελα να αποκλείσω το ενδεχόμενο του να βγάλει η Άνγκελα Μέρκελ τον χριστουγεννιάτικο λόγο της καγκελαρίας, όσο τα κόμματα προσπαθούν ακόμα να σχηματίσουν κυβέρνηση», δήλωσε σε δημοσιογράφους την Κυριακή.
Η συνεργασία SPD, FDP και Πρασίνων είναι η πρώτη επιλογή του Όλαφ Σολτς, παρά τις σημαντικές ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των κομμάτων, καθώς ο νικητής των εκλογών θα το προτιμούσε απ’ ότι μια συμμαχία μεταξύ κεντροδεξιάς / κεντροαριστεράς, παρόλο που αποτελεί τον ίδιο συνασπισμό που κυβερνούσε τη Γερμανία την περασμένη δεκαετία.
«Θα είναι μια μεγάλη εκλογική νύχτα αυτό που είναι ξεκάθαρο μέχρι τώρα είναι ότι οι ψηφοφόροι θέλουν μια αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας και ότι θέλουν ο επόμενος καγκελάριος να ονομάζεται Όλαφ Σολτς», δήλωσε ο ηγέτης του SPD την Κυριακή το απόγευμα.
«Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα μπορούσε να μας προσφέρει ο κ. Σολτς και οι Πράσινοι, ώστε το FDP να συνεργαστεί μαζί τους», δήλωνε ο Κρίστιαν Λιντνερ σε συγκέντρωση υποστηρικτών του. Ενδεχομένως αυτός να ήταν ο πρόλογος έντονων διαπραγματεύσεων που θα ακολουθήσουν στο άμεσο μέλλον.
Το σίγουρο είναι ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και ο σημαντικότερος ίσως πολιτικός παράγοντας στην ήπειρο βυθίζεται στην αβεβαιότητα. Η παρουσία της Μέρκελ όλα αυτά τα χρόνια ταυτίστηκε στη γερμανική πολιτική σκηνή με την έννοια της σταθερότητας, αλλά πάνω απ’ όλα ήταν μια Ευρωπαϊκή προσωπικότητα, μια ανεπίσημη ηγέτιδα της ηπείρου.
Οι προσδοκίες είναι πολύ μεγάλες και πολλοί πιστεύουν ότι η απερχόμενη καγκελάριος είναι αναντικατάστατη από ένα μόνο άτομο. Όχι όμως και το μέλος των Σοσιαλδημοκρατών Γιενς Γκάιερ, ο οποίος δήλωσε σε περιοδικό ότι η Γερμανία υπό τον Όλαφ Σολτς θα είναι πολύ πιο ενεργή στα Ευρωπαϊκά θέματα και δεν θα ακολουθήσει την πορεία της Άνγκελα Μέρκελ.
«Η καγκελάριος καθυστερούσε να λάβει αποφάσεις στα ευρωπαϊκά θέματα ώστε να αποφύγει τη σύγκρουση, κάτι το οποίο έκανε εις βάρος δημοκρατικών θεσμών σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία». Στους κύκλους του Βερολίνου εξαιτίας αυτής της πολιτικής δημιουργήθηκε και το ρήμα «Μερκελίζω», δηλαδή καθυστερώ κάτι για να αγοράσω χρόνο.
«Ενώ η Μερκελ έψαχνε την ισορροπία, η καινούργια κυβέρνηση πρέπει να πάρει αποφάσεις – “κλειδιά” που θα αναγκάσουν τη Γερμανία να διαλέξει πλευρά στη διεθνή σκακιέρα», έγραψε ο Άρον Άλεν του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ανάλυσης. «Σε κάθε περίπτωση, πολλοί Γερμανοί έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την αξιοπιστία των ΗΠΑ, δεδομένου του ευρωσκεπτικισμού του Ντόναλντ Τραμπ και τους χειρισμούς του Τζο Μπάιντεν. Οι διατλαντικές συμμαχίες θα παραμείνουν σε κεντρικό πλάνο, ωστόσο η Γερμανία μπορεί να αρχίσει να κινείται πιο ανεξάρτητα».