Ο Αετόλοφος είναι ένας οικισμός που πρωτοδημιουργήθηκε περίπου το 1923 από ανθρώπους που κατάγονται κυρίως από το Γενίκιοϊ του Γαρς της επαρχίας Σαρήγαμι Καυκάσου. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Ροδόπης, 29 χιλιόμετρα από την Κομοτηνή.
Οι κάτοικοι του Γενίκιοϊ μιλούσαν εξαιρετικά την ποντιακή διάλεκτο. Σήμερα κατοικείται σχεδόν εξ΄ ολοκλήρου από Κούρδους. Σχεδόν όλοι οι κάτοικοί του προέρχονταν από τα χωριά Σταυρίν, Ίμερα, Παρτίν και Λυκάστ Αργυρούπολης, είχαν δε αναγκαστεί από το 1700 μέχρι το 1878 περίπου να προσποιούνται τους μουσουλμάνους.
Για 178 χρόνια έκρυβαν την πραγματική τους ταυτότητα και θρησκεία. Ήταν κρυπτοχριστιανοί.
Αυτό σταμάτησε, όταν εγκαταστάθηκε στο Γαρς το 1878-1880, όπου και μπορούσαν επιτέλους να ασκήσουν ελεύθερα το θρήσκευμά τους.
Στον Αετόλοφο εκτός από τους καταγόμενους από το Γενίκιοϊ εγκαταστάθηκαν και ορισμένες μεμονωμένες οικογένειες από διάφορα μέρη του Καυκάσου και του Πόντου.
Όπως διηγούνται οι Παναγιώτης Ευθυμιάδης και Ραχήλ Δαμιανίδου-Ευθυμιάδου στο Χρόνος, οι Γενικιώτες, όταν έφυγαν από το χωριό τους εγκαταστάθηκαν πρώτα κοντά στη Θεσσαλονίκη, από εκεί επειδή πολλοί πέθαναν από την ελονοσία, ενώ άλλοι σκόρπισαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδος και ορισμένοι ήλθαν και εγκαταστάθηκαν σε αυτοσχέδιες καλύβες στην παλιά Κρωβύλη για λίγο καιρό.
Εκεί κάποιοι φανατικοί μουσουλμάνοι είχαν πει στους χωριανούς τους ότι οι Πόντιοι αυτοί είναι πολύ κακοί και να προσέχουν, σιγά-σιγά όμως με τις συναναστροφές που είχαν με τους πρόσφυγες διαπίστωσαν κάτι άλλο και τους έλεγαν: «Μα εσείς μοιάζετε σαν εμάς, δεν είστε κακοί άνθρωποι και έχετε και περισσότερα προβλήματα από εμάς».
Τελικά κατέληξαν στον Αετόλοφο, γιατί ήταν περιοχή που έδινε προστασία, λόγω της γεωγραφίας της, αλλά δεν μαστιζόταν από ελονοσία, όπως τόσες άλλες εκείνη την εποχή.
Το χτίσιμο του χωρίου
Στο σημείο αυτό η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων τους μοίρασε τα οικόπεδα. Όλοι μαζί οι χωρικοί σαν τις μέλισσες άρχισαν να εργάζονται δίπλα στο ποτάμι και να φτιάχνουν πλιθιά με νερό, πηλό και άχυρο μεταφέροντας τα με τα κάρα στο σημείο που θα έχτιζαν τα σπίτια τους. Στον τόπο αυτό της εγκατάστασης τους υπήρχαν λίγα χαλάσματα από γκρεμισμένα σπίτια, γιατί για λίγο διάστημα είχαν εγκατασταθεί Οθωμανοί και σλαβόφωνοι αλλά για άγνωστους λόγους εγκατέλειψαν το μέρος.
Με τα πλιθιά που έφτιαχναν όλοι μαζί, πάλι όλοι μαζί βοηθώντας ο ένας τον άλλον έχτισαν τα σπίτια και τους στάβλους τους. Σε λίγο ήλθαν από τη μηχανοκαλλιέργεια με κάτι μεγάλα τρακτέρ και αφού ξήλωσαν τα μεγάλα δένδρα και τους θάμνους μοίρασαν στην κάθε οικογένεια ανάλογα με τα άτομα 20-40 ή 60 στρέμματα χωράφια.
Το 1930 όλοι οι χωρικοί πάλι με προσωπική εργασία έκτισαν την εκκλησία του χωριού αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Τοποθέτησαν μάλιστα μέσα και εικόνες που είχαν φέρει από τις σκλαβωμένες πατρίδες τους. Την ίδια χρονιά έκτισαν και το σχολείο μαζί με δύο μεγάλες αίθουσες γιατί είχαν στο μυαλό τους να λειτουργήσει αργότερα και σαν γυμνάσιο.
Οι χωρικοί βοηθούσαν και στήριζαν ό ένας τον άλλον. Αν κάποιος δεν προλάβαινε να οργώσει το χωράφι του, όλοι μαζί δούλευαν για να το τελειώσει.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Βούλγαροι δεν πείραζαν τους κατοίκους σε μεγάλο βαθμό, αλλά έμεναν στα σπίτια τους και έπαιρναν το 90% της παραγωγής τους γιατί έτσι ήταν ο νόμος κατά των Ελλήνων χριστιανών.
Όταν έφυγαν, με την επικράτηση του κουμμουνισμού στη Βουλγαρία, το 1944, οι Βούλγαροι φόρτωσαν τα πράγματα στα κάρα και ορισμένα ζώα και ξεκίνησα, όμως οι Έλληνες χριστιανοί του γειτονικού Λοφαρίου μπήκαν μπροστά τους και τους είπαν: «Όπως ήλθατε ντυμένοι με τα κουρέλια σας έτσι να φύγετε πάλι, όλα αυτά που θέλετε να πάρετε είναι δικά μας».
Οι έποικοι αμέσως ειδοποίησαν τον στρατό τους και τους περικύκλωσαν στην πλατεία του χωριού σημαδεύοντάς τους με τα πολυβόλα ετοιμάζονταν να τους εκτελέσουν. Το κακό ήταν έτοιμο να γίνει όμως για καλή τους τύχη μαθεύτηκε στο γειτονικό Αετόλοφο οπότε αμέσως ο διδάσκαλος Βασίλειος Βασιλειάδης και ο Δημοσθένης Αϊβαζίδης φόρεσαν και οι δύο τις φανέλες με το σήμα του σφυροδρέπανου και τρέξανε στο Λοφάριο όπου ενημέρωσαν τους Βούλγαρους στρατιώτες ότι τώρα είμαστε όλοι αδέλφια κομμουνιστές και πρέπει να μην υπάρχει μίσος μεταξύ μας, οπότε χάρη στην παρέμβασή τους αυτή έληξε το συμβάν και αφέθηκαν ελεύθεροι οι Λοφαριώτες.
Σήμερα
Σήμερα είναι εμφανή τα σημάδια της ερήμωσης του χωριού. Το 2001 είχε 50 κατοίκους, το 2011, 39 κατοίκους και σήμερα έχει 19 κατοίκους.
Σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχει κανείς μόνιμος κάτοικος του χωριού παρά μόνο θα συναντιούνται στο χωριό τους κάθε 15Αυγουστο της Κοίμησης της Θεοτόκου οι απανταχού Αετολοφιώτες. Η ερήμωση αυτή βέβαια οφείλεται λίγο στους κατοίκους του χωριού και κατά πολύ στην πολιτική των πολιτικών του κράτους των Αθηνών που εφάρμοσαν όλα αυτά τα χρόνια στους οικισμούς όλης της Ελλάδας και ειδικά της Θράκης.
Πηγή: Παράσχος Ανδούτσος, Χρόνος