Όταν ακολουθείς τα παραθαλάσσια τείχη της Πόλης είναι σα να βαδίζεις κατά μήκος του Χρόνου. Σα ν’ ακούς τις ανάσες των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί.
Από το σημείο όπου ενώνεται ο Βόσπορος με τον Κεράτιο Κόλπο –που είναι η Γέφυρα του Γαλατά–, εάν κατευθυνθείς προς τον Κεράτιο κατά μήκος της θάλασσας, ατενίζοντας τα εναπομείναντα τείχη και τις πύλες που υπάρχουν, αρχίζεις να κατανοείς την ύπαρξη αυτής της μοναδικής στον κόσμο πόλης και συνάμα να καταλαβαίνεις την ιστορία της.
Αν σηκώσεις το βλέμμα σου, στο θαλάσσιο σημείο κάτω ακριβώς από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ατενίζεις την ελληνική και άλλοτε υπέρτατα κραταιά συνοικία του Φαναρίου όπου κατοικούσαν ονομαστές οικογένειες αρχόντων, οι ονομαστοί Φαναριώτες.
Εκεί, στον πέμπτο λόφο της Πόλης υπάρχουν ακόμη λαμπρά εκπαιδευτήρια που ανέθρεψαν γενεές Ελλήνων και συνέβαλαν στη διατήρηση του ελληνικού φρονήματος της ομογένειας.
Πρόκειται για τη Μεγάλη του Γένους Σχολή που λειτουργεί ακατάπαυστα από την ίδρυσή της, και για το Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο που δυστυχώς έκλεισε της πύλες του το 1987.
Μεγάλη του Γένους Σχολή
Η Μεγάλη του Γένους Σχολή αποτέλεσε η συνέχεια μιας άλλης περιωνύμου Σχολής που υπήρξε πριν από την Άλωση – πήρε το σημερινό της όνομα από την εγκατάστασή της στο Φανάρι.
Με βάση τα σωζόμενα στοιχεία, η Σχολή φέρεται να συνεχίζει το έτος 1454 από τον Πατριάρχη Γεννάδιο τον Σχολάριο, με την επωνυμία Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Ανέδειξε πρώτο σχολάρχη της τον μεγάλο διδάσκαλο Ματθαίο Καμαριώτη, ο οποίος υπήρξε και διδάσκαλος του Πατριάρχη Γενναδίου. Έφτασε σε μεγάλη ακμή από το τέλος του 16ου αιώνα.
Το έτος 1804 η Σχολή μεταφέρθηκε στο προάστιο του Βοσπόρου Ξηροκρήνη (Κuruçeşme) και το 1850 εγκαταστάθηκε οριστικά στο Φανάρι, αρχικά σε οίκημα έναντι του Πατριαρχείου.
Το κτήριο της Σχολής
Το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, που σχεδιάστηκε σε σχήμα αετού από τον αρχιτέκτονα Κωνσταντίνο Δημάδη, εγκαινιάστηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1882 στην κορυφή του πέμπτου λόφου της Πόλης, στη συνοικία Μουχλίου.
Το κτήριο της Σχολής, με συνολική επιφάνεια 3.020 τ.μ., αποτελείται από το ισόγειο και από τρεις ορόφους.
Το ισόγειο περιλαμβάνει το μαγειρείο, τη τραπεζαρία όπου καθημερινά προσφέρεται φαγητό σε μαθητές και προσωπικό, τη μαθητική βιβλιοθήκη, την αίθουσα της ψυχολόγου και του σχολιάτρου, τα αποδυτήρια, τους χώρους υγιεινής, την αίθουσα γυμναστικής και τις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης.
Στον πρώτο όροφο βρίσκονται το γραφείο του Τούρκου διευθυντή, το γραφείο του Έλληνα υποδιευθυντή, το λογιστήριο, η γραμματεία, η αίθουσα των καθηγητών και τέσσερις αίθουσες παραδόσεων. Στον δεύτερο υπάρχουν η περίλαμπρη Αίθουσα Τελετών και έξι αίθουσες παραδόσεων.
Στον τρίτο όροφο βρίσκονται τα εργαστήρια της χημείας, της φυσικής με την περίφημη οργανοθήκη και την αμφιθεατρική αίθουσα των παραδόσεων της βιολογίας, μία μικρή αίθουσα παράδοσης και η ευρύχωρη αίθουσα πληροφορικής που φιλοξενεί και το εργαστήριο των μαθηματικών.
Επάνω από τον τελευταίο όροφο υψώνεται ο μεγαλοπρεπής πύργος, όπου βρίσκεται και τηλεσκόπιο. Τα παλιά χρόνια χρησίμευε και ως παρατηρητήριο για πυρκαγιές.
Το όλο οικοδόμημα στρέφεται από τον τρούλο και τον εξώστη που τον περιβάλλει. Το 1997 η στέγη της Σχολής ήταν υπό κατάρρευση, αλλά χάρη στη γενναιόδωρη προσφορά του αειμνήστου Παναγιώτη Αγγελόπουλου, Α.Μ. Λογοθέτου της ΜΧΕ, η στέγη αποκαταστάθηκε πλήρως.
Η Σχολή διοικείται από τη Σχολική Εφορεία και από τον διευθυντή. Μέχρι και το 1922 πρόεδροι της Εφορίας ήταν Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου.
Η Σχολή στο χρόνο
Σήμερα η Σχολική Εφορεία εκλέγεται από την ομογένεια, με κλειστή ψηφοφορία· φροντίζει για την απρόσκοπτη λειτουργία της Σχολής και ιδιαιτέρως ασχολείται με τη διαχείριση των οικονομικών θεμάτων της.
Παλαιότερα η Σχολή φέρεται να λειτουργούσε με δύο τμήματα, των Γραμματικών και των Φιλοσοφικών. Ανάμεσα στα έτη 1904-1919 λειτούργησε και το Παιδαγωγικό τμήμα. Οι απόφοιτοι, μαζί με τις γυμνασιακές τους σπουδές, εφοδιάζονταν και μ’ ένα πτυχίο που τους έδινε το δικαίωμα να προσλαμβάνονταν ως δάσκαλοι στις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σήμερα φοιτούν 43 μαθητές και μαθήτριες. Έγινε μικτό σχολείο από το έτος 1987, οπότε ανεστάλη η λειτουργία του Ιωακειμείου Παρθεναγωγείου που υπήρχε δίπλα.
Η Μεγάλη του Γένους Σχολή έχει γυμνασιακά και λυκειακά τμήματα με τις κατευθύνσεις των κλάδων του Γλωσσικού, Μαθηματικού, Φιλολογικού και Επιστημονικού. Όπως όλα τα ομόγλωσσα σχολεία της Πόλης οργανικά υπάγεται στην ομογένεια, ελέγχεται όμως από το υπουργείο Παιδείας της Τουρκίας.
Τα μαθήματα που διδάσκονται στην ελληνική γλώσσα είναι: Αρχαία και Νέα Ελληνικά, Μαθηματικά, Φυσιογνωστικά, Φυσική, Χημεία, Θρησκευτικά, Καλλιτεχνικά, Μουσική, Φιλοσοφία, Λογική, Ιστορία της Τέχνης, Βιολογία, Υγιεινή, Ψυχολογία. Στην τουρκική γλώσσα διδάσκονται: Τουρκικά, Ιστορία, Γεωγραφία, Ηθική, Κοινωνιολογία, Στρατιωτικά.
Οι απόφοιτοι έχουν το δικαίωμα εισαγωγής στα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτήρια της Τουρκίας, της Ελλάδος και πανεπιστημίων της αλλοδαπής. Υποδιευθυντής σήμερα στη Σχολή είναι ο Δημήτρης Ζώτος.
Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο
Το Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο βρίσκεται κοντά στον ιερό ναό της Παναγίας της Μουχλιώτισσας και λίγο χαμηλότερα από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Ιδρύθηκε κατά το τέλος του 19ου αιώνα.
Κτήτοράς του ήταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Β΄, Ιωάννης Κοκκώδης κατά κόσμο, ο από Κυζίκου.
Γεννήθηκε στη Χίο το 1805 και πατριάρχευσε δύο φορές, από το 1860 μέχρι το 1873 και από το 1873 μέχρι το 1878 οπότε πέθανε στη νήσο Χάλκη. Με τη διαθήκη του δώρισε το οικόπεδο της παλιάς του οικίας και 2.000 λίρες για να ιδρυθεί κατάλληλο οίκημα που θα λειτουργούσε ως Πατριαρχικό Παρθεναγωγείο.
Ίδρυση και λειτουργία του παρθεναγωγείου
Τα εγκαίνια του Παρθεναγωγείου πραγματοποιήθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1882. Έτσι ξεκίνησε να λειτουργεί το σχολικό έτος 1882-1883 με μια Προκαταρκτική τάξη, με Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄ Σχολαρχείου και Α΄, Β΄ και Γ΄ Γυμνασίου. Κατά το σχολικό έτος 1890-91 με την προσθήκη και Δ΄ τάξης Γυμνασίου, το Ιωακείμειο ολοκληρώθηκε ως Γυμνάσιο.
Μέχρι το σχολικό έτος 1934-35 λειτούργησε και δημοτικό τμήμα. Το 1961-62 καταργήθηκαν οι τάξεις του Δημοτικού κι έτσι από το σχολικό έτος 1962-63 λειτουργούσαν μόνο τα τμήματα Γυμνασίου-Λυκείου.
Το Ιωακείμειο λειτουργούσε άλλοτε σαν Ανώτερη Ομογενειακή Σχολή. Ήταν για τις κορασίδες ό,τι ήταν για τους παίδες η Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Η επταμελής Εφορεία εκλεγόταν από την Ιερά Σύνοδο και από το Μικτό Συμβούλιο του Πατριαρχείου. Μέλη ήταν ένας από τους Συνοδικούς Αρχιερείς ως πρόεδρος, ένας από το Μικτό Συμβούλιο του Πατριαρχείου, ένας από τη Λέσχη «Μνημοσύνη» κι ένας από τους καθηγητές της Μεγάλης Σχολής.
Το άδοξο κλείσιμο
Το Ιωακείμειο έκλεισε τις πύλες του το 1987. Η χορταριασμένη είσοδος και η σαπισμένη από τις βροχές πόρτα καταμαρτυρούν την εγκατάλειψη. Από την ημέρα που μπήκε λουκέτο οι μαθήτριες της περιοχής φοιτούν στη Μεγάλη του Γένους.
Η προσφορά όμως του Ιωακειμείου ήταν πολύτιμη. Αυτό το πιστοποιεί η μαρτυρία μίας αποφοίτου του ονομαστού παρθεναγωγείου, της αείμνηστης Αλεξάνδρας Σικάκη, την οποία συνάντησα το 2005 στο Ελληνικό Γηροκομείο των Νοσοκομείων Βαλουκλή όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Γεννημένη στο Φανάρι το 1913, σ’ έναν ανηφορικό δρόμο κοντά στην εκκλησία της Μουχλιώτισσας, έλεγε για το Παρθεναγωγείο: «Σαν Λύκειο Θηλέων το Ιωακείμειο κατάρτισε νέες που προέρχονταν από όλα τα σημεία της Πόλης, ακόμα και από τα πιο απομακρυσμένα…»
Άλλωστε πολλές Ιωακειμίδες, όπως αποκαλούνταν οι απόφοιτες, σπούδασαν στη συνέχεια σε πανεπιστημιακές σχολές και δούλεψαν ως γιατροί, φαρμακοποιοί, φιλόλογοι.
Το Ιωακείμειο που επί δεκαετηρίδες δέσποζε επάνω στο λόφο του Φαναρίου κάτω από τη σκιά της Μεγάλης του Γένους Σχολή σήμερα στέκει ερειπωμένο. Το κτηριακό του παράστημα καταμαρτυρεί την αίγλη των περασμένων χρόνων, μιας και εξακολουθεί ν’ αγναντεύει τον Κεράτιο.
Αφού ευχαρίστησα τον φύλακα που μου επέτρεψε να περιηγηθώ στο σχολείο που στο παρελθόν τροφοδότησε με ελπίδα τις κορασίδες της ομογένειας, έκλεισα τη βαριά σιδερένια πόρτα με την επιγραφή YUVAKİMYON RUM KIZ LİSESİ (Ιωακείμειο Ελληνικό Παρθεναγωγείο), αφήνοντας πίσω μου το βουβό ερειπωμένο κτήριο και τον σκύλο του φύλακα να γαβγίζει.
Θωμαΐς Κιζιρίδου