Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν πάντα αγωνιστής εκτός από τεράστιος συνθέτης και μια συναυλία του στο Μαρτινέγκο, το γήπεδο του Εργοτέλη, έμεινε στην ιστορία. Κι αυτό γιατί η χούντα των συνταγματαρχών τιμώρησε αυστηρά την ομάδα του Ηρακλείου.
Τον Αύγουστο του 1966 ο Σύλλογος Κρητών Σπουδαστών οργάνωσε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο γήπεδο Μαρτινέγκο του Εργοτέλη.
Στην ομάδα των σπουδαστώ να συμμετείχαν αριστεροί και ευρύτερα δημοκρατικοί πολίτες του Ηρακλείου. Ο τότε εκπρόσωπος του Συλλόγου Κρητών Σπουδαστών Γιώργος Ζεβελάκης, μιλώντας στην Ελευθεροτυπία στις 21/4/2009, θυμήθηκε για τη συναυλία:
«Ο Εργοτέλης μάς αντιμετώπισε θετικά και σε αυτό ίσως βοήθησε το ότι ο αδελφός μου, Μιχάλης Ζεβελάκης, ήταν παίκτης της ομάδας. Η διοίκηση του Εργοτέλη δέχτηκε πολλές απειλές από τοπικά στελέχη της κυβέρνησης των αποστατών και τον ίδιο τον νομάρχη, αλλά άντεξε. Θα το πληρώσετε ακριβά, ωρυόταν ο νομάρχης. Όμως η συναυλία έγινε και σημείωσε τεράστια επιτυχία και να σας πω χαρακτηριστικά ότι εισιτήρια πουλούσαν μέχρι και… αστυνομικοί της τουριστικής αστυνομίας».
Στις 6 Αυγούστου το γήπεδο ήταν κατάμεστο, παρά τις απαγορεύσεις. Ο Χρήστος Λεοντής, που συμμετείχε στη συναυλία μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη, τον Γιάννη Πουλόπουλο, τον Δημήτρη Μητροπάνο και την Ελένη Ροδά, έγραψε μετά τη συναυλία ότι δεν επιτράπηκε στους στρατευμένους νέους της εποχής να πάνε σ’ αυτήν, όπως και οι δημόσιοι υπάλληλοι, που ήξεραν ότι θα είχαν πρόβλημα εάν τους έβλεπε κάποιο μάτι!
Εξάλλου, η ζήτηση των εισιτηρίων ήταν τόσο μεγάλη, που έγινε διπλή συναυλία, μία στις 7:30μμ και αμέσως μετά στις 10:30 μμ.
Τη συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο Μαρτινέγκο και την υποστήριξη του Εργοτέλη στην διοργάνωση της δεν την «ξέχασαν» οι στρατιωτικοί, οι οποίοι λίγους μήνες μετά έπαιρναν πραξικοπηματικά την εξουσία. Από τη πρώτη μέρα οι χουντικοί θέλησαν να διαλύσουν τα αθλητικά σωματεία που είχαν αριστερές… προτιμήσεις. Ο ΓΓΑ της χούντας Κώστας Ασλανίδης αποφάσισε: «Κάθε νομός θα έχει μια ομάδα στη Β’ Εθνική».
Ο Εργοτέλης είχε τερματίσει 8ος στο πρωτάθλημα της περιόδου 1966-67 και υποβιβάστηκε. Αντίθετα, ο ΟΦΗ είχε παραμείνει στη Β’ Εθνική. Ένας συμπληρωματικός και… φωτογραφικός νόμος ανέφερε πως μια ομάδα από αυτές που παρέμειναν στη Β’ Εθνική μπορούσε, κάτω από προϋποθέσεις, να πάρει όσους παίκτες ήθελε από τις ομάδες που αναγκαστικά υποβιβάστηκαν ερήμην των διοικήσεών τους!
Ο ΟΦΗ επωφελήθηκε και προχώρησε στην απόκτηση των πέντε καλύτερων παικτών του Εργοτέλη. Ο Δημήτρης Σαμιώτης, γενικός αρχηγός του Εργοτέλη τότε, δήλωσε στην Ελευθεροτυπία το 2009: «Είχαμε μια προθεσμία να τους ανανεώσουμε τα δελτία, όμως δεν τους βρίσκαμε, γιατί τους έκρυβαν σε διάφορες περιοχές του νομού. Έτσι αποφασίσαμε να πάμε στον Ασλανίδη. Μια αντιπροσωπεία φτάσαμε έξω από το γραφείο του, αλλά πέσαμε πάνω στον Κίτσιο (στρατιωτικός και μετέπειτα πρόεδρος του Παναθηναϊκού) που μας έλεγε… αποστάτες, αντιστασιακούς και διάφορα άλλα. Κάναμε υπομονή μέχρι που μπήκαμε στο γραφείο του Ασλανίδη. Αυτός μας δέχτηκε με χαμόγελα και μας υποσχέθηκε ότι οι παίκτες θα γυρίσουν σε μας. Φύγαμε ικανοποιημένοι, αλλά δύο μέρες μετά, με παίρνει τηλέφωνο ο πρόεδρος, ο Φυσαράκης και μου λέει: Μόλις έμαθα ότι οι παίκτες πάνε οριστικά στον ΟΦΗ και αν διαμαρτυρηθούμε, θα μας πάρουν και το γήπεδο».
Τον Ιούνιο του 1967 το χουντικό καθεστώς απέλυσε από το ΔΣ του Εργοτέλη έξι μέλη, κατά σύμπτωση όλα προερχόμενα από την αριστερά ή την Ένωση Κέντρου. «Παρέκκλιναν του σκοπού για τον οποίο εξελέγησαν και μετέτρεψαν το σωματείο εις όργανο εξυπηρέτησης πολιτικών και ενίοτε αντεθνικών σκοπών…» αναφέρεται στην απόφαση.
Ο πρόεδρος Μανώλης Φαρσάρης οδηγήθηκε στην Ασφάλεια, ο Μιχάλης Λογαριαστάκης εξορίστηκε στο Παρθένι της Λέρου, η Δέσποινα Σκαλοχωρίτου διέφυγε στο εξωτερικό, όπου ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση, ενώ ο Μανώλης Γούργος, που είχε παίξει και πρωταγωνιστικό ρόλο στη διοργάνωση της συναυλίας του Μίκη, πήρε δυσμενή μετάθεση για τα Κύθηρα, όπου αργότερα πέθανε από την καρδιά του. Αργότερα η χούντα επιχείρησε γενικό ξεκαθάρισμα καθώς ξήλωσε όλο το μητρώο των μελών και ζήτησε επανεγγραφή με προτεραιότητα στους εθνικόφρονες πολίτες.
Τον Σεπτέμβριο του 2011, ο Εργοτέλης τίμησε τον Μίκη Θεοδωράκη, 45 χρόνια μετά από την ιστορική συναυλία. Ο μεγάλος συνθέτης είχε δηλώσει μεταξύ άλλων: «Ο Εργοτέλης δεν είναι απλά ένα σωματείο, αλλά μια ιδέα, που δεν υπάρχει τρόπος να την εμποδίσει κανείς να υπάρχει, να ακτινοβολεί, να εμπνέει και να νικά τον χρόνο. Για εκείνο που θαυμάζω τους υπεύθυνους του Εργοτέλη, είναι ότι πάνε αντίθετα στο ρεύμα και επιμένουν αθλητικά. Μαζί με αυτούς εκτιμώ και τα νέα παιδιά που ασχολούνται με τον αθλητισμό, ιδιαίτερα τον κλασικό. Πιστεύω ότι το καλό ποδόσφαιρο αποτελεί μια κορυφαία αθλητική πράξη».