Το απόκρημνο και δύσβατο του εδάφους, καθώς και οι δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες της Σάντας, είχαν ιδιαιτέρως σημαντική επίδραση στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου, αλλά και στην αρχιτεκτονική των κατοικιών.
Όμως, το πιο ξεχωριστό χαρακτηριστικό ήταν η ξεχωριστή θέση των γυναικών στους επτά μεγάλους και τους πέντε μικρότερους οικισμούς που αναπτύχθηκαν στο «αλπικό» τοπίο.
Η ειδοποιός αυτή διαφορά σε σχέση με άλλες μη αστικές περιοχές του Πόντου οφείλεται στην αναγκαστική μετανάστευση του ανδρικού πληθυσμού. Στη Σάντα δεν υπήρχαν πολλά περιθώρια για την ανάπτυξη αγροτικών δραστηριοτήτων αφού η γη δύσκολα μπορούσε να καλλιεργηθεί, αλλά ούτε και μεταλλεία σε κοντινή απόσταση.
Έτσι, οι άντρες στράφηκαν στο εμπόριο και στην ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά κυρίως με τη Ρωσία.
«Η κοινωνία στη Σάντα, όπως και σε ολόκληρο τον Πόντο, βέβαια ήταν μητριαρχική. Όμως, εξαιτίας του άγονου και απόκρημνου εδάφους η γη δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί και επιπλέον δεν υπήρχαν και μεταλλεία. Έτσι, οι περισσότεροι άντρες αναγκάζονταν να ξενιτεύονται και η πλειοψηφία να στραφεί προς το εμπόριο. Το αποτέλεσμα ήταν να συμβεί το εξής εκπληκτικό, οι γυναίκες να κρατούν στα χέρια τους την τοπική οικονομία», τονίζει στο pontosnews.gr η καθηγήτρια Οικιστικής και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας –και Σανταία στην καταγωγή– Ελένη Γαβρά.
Οι γυναίκες μορφωμένες
Κατά την ίδια, η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών είχε καταπληκτική για την εποχή μόρφωση. Άλλωστε, στη Σάντα υπήρχε και εκπαιδευτήριο, πράγμα σπάνιο για μία ορεινή και δυσπρόσιτη περιοχή στον Πόντο.
«Οι εφημερίδες της εποχής έφταναν τακτικά στα καφενεία και διαβάζονταν από τις γυναίκες. Είναι σημαντικό ότι οι γυναίκες στην κοινωνία της Σάντα δεν είχαν υποδεέστερη θέση σε σχέση με τους άντρες», λέει.
Αρχέγονη η μορφή των κατοικιών
Όπως σημειώνει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στη Σάντα οι κατοικίες είχαν μία περισσότερο αρχέγονη μορφή σε σχέση με άλλες κοινωνίες του Πόντου.
«Αν θεωρήσουμε ότι στις αγροτικές περιοχές οι κατοικίες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, τις μονόχωρες, τις δίχωρες και τις διώροφες, στη Σάντα είχαν μία πιο αρχέγονη μορφή. Οι βασικές λειτουργίες συγκεντρώνονταν σε ένα κτίσμα και πολλές φορές δεν διαχωρίζονταν.
»Για παράδειγμα, μέσα στην κατοικία υπήρχε και ο στάβλος, ο οποίος ξεχώριζε με ξύλινα διάχωρα από το καθιστικό ή από το χώρο του ύπνου. Αυτό συνέβαινε κυρίως λόγω των δύσκολων κλιματολογικών συνθηκών, αφού δεν ήταν εύκολο να βγουν έξω το χειμώνα και να ταΐσουν τα ζώα», αναφέρει.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό ήταν ότι έμοιαζαν ενσωματωμένες στο έδαφος. «Τα σπίτια κυριολεκτικά χώνονταν στο έδαφος και είχαν καλυμμένες από αυτό κάποιες πλευρές τους. Το επέλεγαν προκειμένου να προφυλαχθούν αμυντικά, αλλά και για την εξασφάλιση καλύτερης θερμομόνωσης», σημειώνει.
Στενούς δεσμούς με την Παναγία Σουμελά
Στα τέλη του 18ου και τον 19ο αιώνα η περιοχή της Σάντας έφτασε στη μεγαλύτερη της ακμή. Εξελίχθηκε σε κέντρο που τροφοδοτούσε όλα τα μοναστήρια, και ιδίως αυτό της Παναγίας Σουμελά, με το οποίο οι Σανταίοι ανέπτυξαν πολύ ισχυρούς δεσμούς.
Μάλιστα, αυτή η σχέση συνεχίστηκε και μετά τον ξεριζωμό και την άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το «Σπίτι των Σανταίων» στην Παναγία Σουμελά του Βερμίου είναι το πρώτο που κατασκευάστηκε.
«Εκτός από το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, η Σάντα είχε στενή σχέση και με την Τραπεζούντα. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι κατοικούνταν όλες τις εποχές του χρόνου. Δεν εγκαταλείπονταν ποτέ οι οικισμοί της, κάτι που δε συνέβαινε συχνά σε άλλες ορεινές αγροτικές περιοχές. Όταν φτάνει κανείς στη Σάντα, νομίζει ότι βρίσκεται σε ένα τοπίο αλπικό, ελβετικό», τονίζει η Ελένη Γαβρά.
Σήμερα η περιοχή της Σάντας είναι ακατοίκητη, κάτι που οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι ο τόπος είναι απομονωμένος και είναι δύσκολη η διαδρομή προς αυτόν. Βέβαια, το γεωγραφικό ανάγλυφο βοήθησε τους Σανταίους να αντέξουν περισσότερο στις επιθέσεις των Τούρκων, σε σύγκριση με άλλες περιοχές του Πόντου, και να καταθέσουν πιο αργά τα όπλα.
Το Σούλι του Πόντου έπεσε και ερημώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1921, μετά από σκληρή αντίσταση των Σανταίων παλικαριών. Ακολούθησαν τα τραγικά γεγονότα που έγραψαν μία από τις πιο μαύρες σελίδες της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης