Οι πρώτοι Έλληνες του Πόντου εμφανίστηκαν στο Κυβερνείο της Σταυρούπολης στον Κεντρικό Καύκασο την περίοδο 1861-1863. Η περιοχή αυτή από το νότο συνόρευε με τους πρόποδες του υψηλότερου όρους του Καυκάσου, το Ελμπρούς. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το πιθανότερο μέρος της τιμωρίας του Τιτάνα Προμηθέα από τον Δία ήταν η συγκεκριμένη κορυφή στα Καυκάσια όρη.
Οι Έλληνες του Πόντου για να ξεφύγουν από τους Οθωμανούς κατακτητές τους έφυγαν στο άγνωστο, με τη μοναδική ελπίδα να υποστηριχθούν από τους ομόδοξους Ρώσους που κατείχαν όλον τον Καύκασο.
Όμως, για να ριζώσουν στη νέα τους πατρίδα που είχε βαθιά σχέση με την ιστορία του ελληνισμού, έπρεπε να περάσουν από πολλές και δύσκολες δοκιμασίες.
Οι Έλληνες είχαν και άλλες επιλογές για να βρουν χώρο για τη μετεγκατάσταση τους στα εδάφη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Όμως, κάτι τους τραβούσε προς τα Καυκάσια όρη – ίσως η δύναμη της αδιάκοπης σχέσης τους με το ένδοξο παρελθόν τους.
Πολλοί δεν άντεξαν το δρόμο, πολλοί γύρισαν πίσω, πολλοί ζουν και σήμερα κάτω από τα Καυκάσια όρη και την υψηλότερη κορυφή τους. Σήμερα στους πρόποδες του Ελμπρούς συνορεύουν δύο Δημοκρατίες που ανήκουν στη Ρωσική Ομοσπονδία. Είναι η Καρατσάγιεβο-Τσερκεζία και η Καμπαρντίνο-Μπαλκάρια.
Οι αντιπρόσωποι από τα χωριά του Ανατολικού Πόντου επιθεώρησαν τη γη και τα προνόμια που έπρεπε να δοθούν στους συμπατριώτες τους κατά τη μετοίκισή τους στο νέο έδαφος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Οι επιθεωρητές αρνήθηκαν τη γη στη στέπα και εξέφρασαν την επιθυμία των συγχωριανών τους για την μετεγκατάστασή τους στα μέρη που έχουν άφθονο νερό, δάσος και πέτρα χτισίματος.
Από τον Κεντρικό Καύκασο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία την ίδια περίοδο έφευγαν οι τουρκομογγολικές φυλές των Νογκάι, οι οποίοι ήρθαν ως κατακτητές στο Καύκασο τον 16ο αιώνα και ρίζωσαν στην περιοχή. Στις περιοχές που άφηναν οι τουρκογενείς φυλές έπρεπε να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου που δεν άντεχαν τη ζωή τους κάτω από την οθωμανική εξουσία.
Από την Τραπεζούντα στον Κεντρικό Καύκασο
Από το καλοκαίρι του 1863 στον Κεντρικό Καύκασο άρχισαν να καταφθάνουν μαζικά οι Έλληνες από την περιφέρεια της Τραπεζούντας.
Λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών οι μέτοικοι πέρασαν το χειμώνα στην Τσάλκα του Νότιου Καυκάσου, που κατοικήθηκε από τους Έλληνες του Ερζερούμ και άλλων περιοχών του Πόντου από το 1828-1829.
Οι Τσαλκαλήδες τούς δέχτηκαν χωρίς δισταγμό και βοήθησαν στην άνετη επιβίωσή τους μέχρι την άνοιξη του 1864. Μόλις έλιωσαν τα χιόνια στα βουνά του Καυκάσου οι μέτοικοι συνέχισαν την πεζοπορία τους στον Κεντρικό Καύκασο μέσω του Πολεμικού Γεωργιανού Δρόμου. Διέσχισαν απόσταση 208 χλμ σε υψόμετρο πάνω από 2.000 μέτρα, εκτός από τις περιοχές με στέπα και δάση νοτίως και βορείως αυτού του μοναδικού ορεινού περάσματος από το Νότιο στον Βόρειο Καύκασο.
Μαζί με τους Έλληνες της περιοχής Τραπεζούντας προς τον Βόρειο Καύκασο κινήθηκαν και οι 23 οικογένειες από τα χωριά Γκούνια-Καλά, Εντικιλισά και Κουμπάτι της περιοχής Τσάλκας.
Στους νέους κατοίκους δόθηκε η γη στα χωριά Ναγκουτοί και Κριμγκιρέι. Στο πρώτο χωριό εγκαταστάθηκαν 200 οικογένειες και στο δεύτερο 100 οικογένειες. Στο σύνολό τους οι πρώτοι μέτοικοι στον Κεντρικό Καύκασο αριθμούσαν 2.700 άτομα.
Και το κύμα της μετεγκατάστασης συνεχιζόταν. Το φθινόπωρο του 1864 στο Κυβερνείο της Σταυρούπολης έφθασαν οι Πόντιοι από την περιοχή της Αργυρούπολης – 1.000 άτομα κατοίκησαν στο χωριό Σουλτάν.
Οι Έλληνες μαθημένοι στους σκληρούς χειμώνες στα βουνά του Πόντου έχτισαν τα πρόχειρα ημιυπόγεια σπίτια και τους χώρους για τα ζώα για να αντέξουν το κρύο. Όμως ο χειμώνας διέλυσε κάθε προετοιμασία των νέων κατοίκων οι οποίοι δεν λάμβαναν ολόκληρη την προβλεπόμενη κρατική βοήθεια λόγω της περίπλοκης γραφειοκρατίας και εγκατάλειψης από τις Αρχές.
Από την απελπισία στη νέα αρχή
Τον Ιούνιο του 1865 μία ομάδα Ελλήνων ιερέων από την απελπισία τους σχετικά με την κατάσταση των συμπατριωτών τους απηύθυναν έκκληση στον Διοικητή του Καυκάσου.
Αυτό που ζητούσαν ήταν τα αυτονόητα: Να χτιστεί ένα νοσοκομείο τουλάχιστον με 10 κλίνες, να σταλεί ένας γιατρός με τα απαραίτητα φάρμακα, και να χτιστούν ένα σχολείο και το σπίτι για τον δάσκαλο. Στην έκκληση τόνιζαν πως οι Έλληνες κάτοικοι δεν είχαν ούτε εκκλησία, ούτε χώρο για προσευχές.
Ακόμα και στα χρόνια της πείνας και των θανάτων από τις κακουχίες, οι Έλληνες μεριμνούσαν για τη μόρφωση των παιδιών τους και για τη διατήρηση της χριστιανικής τους πίστης.
Όπως και να είναι, από τα περίπου 3.500 άτομα που εγκαταστάθηκαν από τον Πόντο στη διάρκεια των δύο χρόνων, από τις αρρώστιες πέθαναν τα μισά.
Ο Διοικητής του Καυκάσου, αντιλαμβανόμενος την κατάσταση και την αναρμοδιότητα των τοπικών Αρχών, το 1865 διόρισε στη θέση του Κυβερνήτη του Κυβερνείου της Σταυρούπολης τον ελληνικής καταγωγής στρατηγό του ρωσικού στρατού Γεώργιο Βλάστοφ του Κωνσταντίνου (Γεόργκι Κονσταντίνοβιτς). Ο Έλληνας κυβερνήτης της περιοχής υπηρέτησε σε αυτή τη θέση μέχρι το 1873.
Οι Έλληνες του Πόντου συνηθισμένοι σε ένα πατροπαράδοτο τρόπο ζωής δεν αντιλαμβάνονταν τι συμβαίνει γύρω τους. Η Ρωσία ζούσε τις μεταρρυθμίσεις του τσάρου Αλέξανδρου Β’ με τις οποίες περνούσε από τον φεουδαρχισμό στον καπιταλισμό.
Τον Ιανουάριο του 1866 οι μέτοικοι ζήτησαν από τις Αρχές να μεταφερθούν στην περιοχή του Κουμπάν. Μετά την άρνηση που εισέπραξαν εξέφρασαν την επιθυμία τους να γυρίσουν στον τουρκοκρατούμενο Πόντο.
Τελικά το ένα τρίτο επέστρεψε σε Πόντο και Τσάλκα μετά από τρία χρόνια περιπλάνησης στον Καύκασο. Για να εγκαταλείψουν το Κυβερνείο της Σταυρούπολης οι Έλληνες έπρεπε να πληρώσουν τα έξοδα του κράτους για την αποδοχή τους.
Ένα μέρος των πρώτων μετοίκων εγκατέλειψε τον Κεντρικό Καύκασο, ενώ η ροή της μετεγκατάστασης των συμπατριωτών τους προς την περιοχή δεν σταματούσε. Κάποιοι νοσταλγούσαν τον Πόντο και γύριζαν εκεί, κάποιοι άλλοι ζούσαν κάτω από την οθωμανική εξουσία και όλο και περισσότεροι από αυτούς έπαιρναν την απόφαση να εγκαταλείψουν την μακραίωνη πατρίδα τους.
Οι Έλληνες που έμειναν στην περιοχή του Κεντρικού Καυκάσου μετά το 1866 άρχισαν να δέχονται τις ροές των Ρώσων αγροτών από διάφορες περιοχές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Με την τσαρική μεταρρύθμιση του 1861 οι Ρώσοι αγρότες απελευθερώθηκαν από το σύστημα της δουλοπαροικίας και είχαν δικαίωμα να φύγουν από τη γη των τσιφλικάδων, χωρίς οποιαδήποτε άδεια.
Έτσι ξεκίνησε η νέα περίοδος στη ζωή αυτών που επέλεξαν να παραμείνουν στο Κυβερνείο της Σταυρούπολης ανάμεσα στα χωριά των Ρώσων, των Κοζάκων, των Ουκρανών και των Καυκασίων. Οι Πόντιοι χρειάστηκαν γερή εθνική συνείδηση και αφοσίωση στην παράδοση τους για να μην αφομοιωθούν.
Οι Έλληνες του Κεντρικού Καυκάσου τον 20ό αιώνα
Οι Έλληνες που συνέχισαν να ζουν στον Κεντρικό Καύκασο αποδέχτηκαν την υπηκοότητα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση αυτομάτως έγιναν πολίτες της Ρωσικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας στο πλαίσια της ΕΣΣΔ.
Συμμετείχαν σε πολέμους και σε όλες τις διαδικασίες που είχαν σχέση με τις πολιτικές εξελίξεις στην ιστορία της Ρωσίας.
Σήμερα οι απόγονοι των μετοίκων από τον Πόντο μένουν στα χωριά Γκρέτσεσκογιε (ιδρύθηκε το 1897), Ντουμπόβαγια Μπάλκα (1899) της περιφέρειας Σταυρούπολης και στα χωριά Χασάουτ-Γκρέτσεσκογιε (1864) και Σπάρτα (1924) της Δημοκρατίας Καρατσάγιεβο-Τσερκεζία.
Το Κυβερνείο της Σταυρούπολης συνεχώς άλλαζε τα σύνορά του και ως περιφέρεια της τσαρικής Ρωσίας και ως περιφέρεια της ΕΣΣΔ. Ένα μέρος του ανήκει σήμερα στη Δημοκρατία της Ρωσικής Ομοσπονδίας που ιδρύθηκε το 1922 για τους δύο λαούς του Καυκάσου, τους τουρκόφωνους Καρατσαΐτες (Καρατσάι) και τους αντιγκόφωνους Τσερκέζους.
Στις μέρες μας πολλοί από τους Έλληνες μένουν στις πόλεις της ευρύτερης περιοχής, όπως η Σταυρούπολη, το Πιατιγκόρσκ, το Μινβόντι, το Εσεντουκί.
Τη δεκαετία του 1930 στην περιφέρεια της Σταυρούπολης μεταφέρθηκαν Έλληνες της Τσάλκας (Γεωργία), τα σπίτια των οποίων καταστράφηκαν κατά τη δημιουργία τεχνητής λίμνης. Τη δεκαετία του 1990, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η περιοχή της Τσάλκας εγκαταλείφθηκε σχεδόν ολοσχερώς. Σήμερα οι Έλληνες της Τσάλκας και της Κεντρικής Γεωργίας κατοικούν μαζικά στη Βόρεια Ελλάδα, στην Κύπρο και στην περιφέρεια της Σταυρούπολης στη Ρωσία.
Οι Τσαλκαλήδες –που κάποτε βοήθησαν τους μετοίκους προς τη Σταυρούπολη να περάσουν το χειμώνα του 1863-1864– μετά από 130 χρόνια συμπλήρωσαν τον ελληνικό πληθυσμό αυτής της περιοχής.
Και στις μέρες μας στον Κεντρικό Καύκασο ακούγεται η ποντιακή διάλεκτος της νεοελληνικής γλώσσας από τους πρώτους μετοίκους από την Τραπεζούντα και την Αργυρούπολη, αλλά και η ανατολίτικη διάλεκτος της τουρκικής από τους περισσότερους μετοίκους από την Τσάλκα και η ρωσική γλώσσα ως η επίσημη του κράτους.
Οι νέοι Έλληνες μαθαίνουν τη νεοελληνική γλώσσα στα βοηθητικά μαθήματα που γίνονται στο Ελληνικό Σχολείο «Νίκος Ματσουκατίδης» της Σταυρούπολης και στο Τμήμα Ελληνικής Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Πιατιγκόρσκ.
Να σημειωθεί ότι στην πόλη Εσεντουκί στις 19 Μαΐου 2019 εγκαινιάστηκε το πρώτο μνημείο στην περιοχή αφιερωμένο στη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου την περίοδο 1916-1923.
Οι Έλληνες του Κεντρικού Καυκάσου με απώτερη καταγωγή από τον Πόντο ζουν στη χώρα της μακραίωνης τιμωρίας του Προμηθέα από τον πατέρα των αρχαίων θεών και των ανθρώπων. Από τον Πόντο ήρθαν ως χριστιανοί ορθόδοξοι με την αφοσίωση στην πίστη τους από 4ο αιώνα μ.Χ. Ο πολιτισμός τους διατηρείται με ευλάβεια, παρά τους κατακλυσμούς στην ιστορία του Πόντου και του Καυκάσου.
Βασίλης Τσενκελίδης,
ιστορικός.