Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν σήμερα τη Χεράτ, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη του Αφγανιστάν. «Πήραν τα πάντα», ανέφερε στο Γερμανικό Πρακτορείο υψηλόβαθμος αξιωματούχος των δυνάμεων ασφαλείας που βρίσκεται στην περιοχή.
Η ίδια πηγή υποστήριξε ότι οι αφγανικές δυνάμεις υποχώρησαν «για να αποτρέψουν περισσότερες ζημιές μέσα στην πόλη», και αποσύρθηκαν σε στρατιωτική βάση που βρίσκεται στη γειτονική Γκουζάρα.
Η Χεράτ βρίσκεται 150 χλμ από τα ιρανικά σύνορα. Σχεδόν όλη η ομώνυμη επαρχία είναι πλέον υπό τον έλεγχο των Ταλιμπάν. Το ίδιο ισχύει για το Ισλάμ Καλά, το συνοριακό πέρασμα με το Ιράν, το οποίο είναι το σημαντικότερο στο Αφγανιστάν.
Ανθρωπιστική κρίση
Οι μάχες σε όλη τη χώρα έχουν μεγάλο αντίκτυπο στον άμαχο πληθυσμό. Τουλάχιστον 183 πολίτες, ανάμεσά τους παιδιά, σκοτώθηκαν μέσα σε έναν μήνα στη Λασκάρ Γκαχ, στην Κανταχάρ, στη Χεράτ και στην Κουντούζ.
Πολλοί άμαχοι συνέρρευσαν τις τελευταίες ημέρες στην πρωτεύουσα Καμπούλ, που απειλείται με σοβαρή ανθρωπιστική κρίση. Προσπαθούν πλέον να επιβιώσουν μέσα στα πάρκα ή σε μεγάλα οικόπεδα, σε συνθήκες πλήρους εξαθλίωσης.
Οι διεθνείς δυνάμεις αναμένεται να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν έως τις 31 Αυγούστου, 20 χρόνια μετά την επέμβασή τους για να εκδιώξουν τους Ταλιμπάν από την εξουσία μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Αδειάζει η αμερικανική πρεσβεία
Την ίδια ώρα, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι θα μειώσουν το προσωπικό στην πρεσβεία τους στην Καμπούλ ώστε να διατηρήσουν μια «βασική διπλωματική παρουσία» και ταυτόχρονα θ’ αναπτύξουν στρατεύματα στο αεροδρόμιο για να διασφαλίσουν την απομάκρυνση του διπλωματικού τους προσωπικού, όσο συνεχίζεται η προέλαση των Ταλιμπάν.
Το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι θα στείλει προσωρινά 3.000 επιπλέον στρατιώτες.
Επίσης, οι Αμερικανοί απομακρύνουν διερμηνείς και Αφγανούς πολίτες που βοήθησαν τον αμερικανικό στρατό, καθώς είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν αντίποινα σε περίπτωση ανάληψης της εξουσίας από τους Ταλιμπάν.
«Η επιτάχυνση των στρατιωτικών επιθέσεων των Ταλιμπάν και η αύξηση της βίας και της αστάθειας σε όλο το Αφγανιστάν είναι πολύ ανησυχητική», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο εκπρόσωπος της αμερικανικής διπλωματίας Νεντ Πράις.