Το Τσάμπασι(ν) είναι ένας ορεινός οικισμός σε υψόμετρο 1.850 μ. που αποτελούσε καλοκαιρινό θέρετρο των αστών κατοίκων των Κοτυώρων (τουρκικά: Ordu) στον Εύξεινο Πόντο – από την πόλη των Κοτυώρων απέχει 61 χλμ. Στην περιοχή διατηρούσαν και στάνες αρκετοί βοσκοί των χωριών της περιοχής, μιας και τα παρχάρια της είναι από τα πιο ξακουστά.
Στον ελλαδικό χώρο το Τσάμπασι έγινε γνωστό μέσα από ένα παραδοσιακό ποντιακό τραγούδι που γράφτηκε για την καταστροφική φωτιά του Σεπτεμβρίου του 1913.
Εικάζεται ότι η πυρκαγιά ξεκίνησε τυχαία. Γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλη τη περιοχή με αποτέλεσμα να καούν σπίτια και καλύβες και να καταστραφεί ολοκληρωτικά ο οικισμός.
Κάτοικοι και παραθεριστές δεν επέστρεψαν στο Τσάμπασι, αφού το 1914 ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Όπως γράφει το 1943 ο Ξένος Ξενίτας (εκ των δημιουργών του τραγουδιού όπως το ξέρουμε σήμερα): «Ολάκερος σκοπός, μελωδικός και όμορφος γένηκε και ανταποκρινότανε μόνο σε ένα δίστιχο, το πρώτο, με την πυρκαϊά του Τσάμπαση, του 1913. Ο τραγουδιστής μόλις το τελείωνε μοιραία συνέχιζε με άλλα δίστιχα, που δεν είχανε καμία σχέση με την πυρκαϊά. Την έλλειψη αυτή πήρε να την συμπληρώσει πρώτος ο Χαράλαμπος Χ. Λεμονόπουλος με τα άλλα τέσσερα δίστιχα, και ο Ξένος Ξενίτας με τα υπόλοιπα» (περιοδικό Χρονικά του Πόντου, Οκτώβρης 1943, τχ 2, σ. 52).
Το διάσημο ποντιακό τραγούδι ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο πατέρας του οποίου ήταν από την ευρύτερη περιοχή: